«… Ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, όποιο και αν είναι αυτό, αναλαμβάνει την πρωθυπουργία σε μια κυβέρνηση συνεργασίας. Το Σύνταγμα, βέβαια, δεν απαγορεύει άλλες λύσεις. Όμως, η επιλογή του πολιτικού αρχηγού που πλειοψήφησε υπαγορεύεται ως προτεραιότητα από την δημοκρατική λογική, αλλά και την πολιτική μας παράδοση. Η καταφυγή σε τρίτα πρόσωπα επελέγη μόνο σε εξαιρετικές στιγμές […]. Με αυτά τα θεσμικά, εθιμικά και ορθολογικά κριτήρια, θα προκύψει ο επόμενος πρωθυπουργός μετά την πρώτη ή τη δεύτερη αναμέτρηση.», Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 2/4/2023
Πρωθυπουργός λαϊκής πλειοψηφίας. Με αυτόν τον τίτλο στο κύριο άρθρο της η Καθημερινή (2/4/2023) επιχειρηματολογεί κατά της πιθανότητας να επιλεγεί ως πρωθυπουργός «τρίτο πρόσωπο» μετά την «πρώτη ή τη δεύτερη αναμέτρηση».
Εκ πρώτης όψεως τα επιχειρήματα της εφημερίδας εμφανίζονται ακλόνητα.
Τα κριτήρια που επικαλείται, «θεσμικά, εθιμικά και ορθολογικά», φαντάζουν εύλογα.
Απαιτείται πιο βασανιστικός προβληματισμός για να ξεπεράσει κάποιος την σφαίρα του προφανούς και να εγείρει, στην συνείδησή του και ακολούθως στον δημόσιο διάλογο, ενστάσεις.
Η πρώτη επιφύλαξη αφορά τον τίτλο.
Ποια είναι ακριβώς η έννοια της «λαϊκής πλειοψηφίας»;
Με συμμετοχή 56,57% στις δεύτερες εκλογές του 2015 ποια πλειοψηφία εκπροσωπούσε ο κύριος Τσίπρας με το 35,46%;
Εκπροσωπούσε το 20,06% του εκλογικού σώματος.
Η ΝΔ με ποσοστό 28,09% εκπροσωπούσε το 15,89% του εκλογικού σώματος.
Αν, υπερβαίνοντας τις πολιτικές παθογένειες, είχε υπάρξει κυβέρνηση συνεργασίας, γιατί θα έπρεπε να είναι πρωθυπουργός ο κύριος Τσίπρας;
Γιατί, κατά την εφημερίδα, το «τρίτο πρόσωπο» -το οποίο θα επιλεγόταν ως πρωθυπουργός- «μόνο προσωρινά» θα μπορούσε να λειτουργήσει;
Γιατί το 53,55% των ψηφοφόρων εκπροσωπώντας το 35,95% του εκλογικού σώματος δεν θα εξέφραζε την «λαϊκή πλειοψηφία» επιλέγοντας ως πρωθυπουργό «τρίτο πρόσωπο»;
Πόσο κολακευτικό είναι για την ουσία της δημοκρατίας να θεωρούμε ότι οι πολίτες δεν επιλέγουν φορείς -στην βάση ιδεολογίας και προγραμμάτων- αλλά πρόσωπα;
Εγείρονται, όμως, ακόμα πιο ουσιαστικά ερωτήματα.
Αν και η εφημερίδα επισημαίνει ότι το Σύνταγμα «δεν απαγορεύει άλλες λύσεις» επικαλείται «θεσμικά, εθιμικά και ορθολογικά κριτήρια» για να δικαιολογήσει τον μονόδρομο, κατά την άποψή της, της επιλογής του αρχηγού του πρώτου κόμματος ως πρωθυπουργού.
Υπάρχουν, άραγε, εκτός από αυτά τα –σε κάθε περίπτωση αποδεκτά και εύλογα κριτήρια- άλλα πιο σημαντικά που τα παραλείπει;
Να θυμίσουμε ότι όλα τα κόμματα που μετείχαν στις κυβερνήσεις μετά το 2009 περιέκοψαν μισθούς και συντάξεις, προώθησαν απολύσεις, επέβαλαν εξοντωτικούς φόρους με την ανοχή της Δικαιοσύνης.
Ακόμα χειρότερα, περιορίζοντας την Εθνική κυριαρχία, παρέδωσαν την χώρα στο ΔΝΤ και την Τρόικα.
Ποιο ήταν το κριτήριο στη βάση του οποίου αιτιολογήθηκε η φτωχοποίηση της κοινωνίας, η «ενεχυρίαση» της Πολιτείας, η παραβίαση «θεσμών, εθίμων και ορθολογισμού«;
Η «ανάγκη». Την ανάγκη επικαλέστηκαν πολιτικά κόμματα και στην βάση της «ανάγκης» η δικαιοσύνη ενέκρινε πολιτικές αποφάσεις.
Αλλά αν η «ανάγκη» είναι επαρκής αιτιολόγηση για να παραβιαστούν «θεσμικά, εθιμικά και ορθολογικά κριτήρια» -με αποτέλεσμα την φτωχοποίηση της κοινωνίας και τον περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας- γιατί η ανάγκη της κοινωνίας, του Έθνους και της Δημοκρατίας δεν είναι ικανή για να απαιτήσει την συγκρότηση μιας ευρύτερης κυβέρνησης που θα υπερβαίνει προσωπικές φιλοδοξίες και συστήματα εξουσίας ξεπερνώντας προσχηματικές αιτιολογήσεις;
Γιατί προτάσσονται τα πρόσωπα –ιδιαίτερα όταν και το «μη χείρον» αποτελεί κριτήριο της επιλογής- έναντι της ανάγκης;