Ο δρόμος προς το διεθνές αεροδρόμιο της Καμπούλ είναι φρακαρισμένος με χιλιάδες ανθρώπους που προσπαθούν να εγκαταλείψουν τη χώρα, μεταδίδει η ιστοσελίδα Gandhara.
Χιλιάδες άλλοι στέκονται σε μεγάλες ουρές, που εκτείνονται για χιλιόμετρα, έξω από το μοναδικό γραφείο έκδοσης διαβατηρίων της πρωτεύουσας, προσπαθώντας απεγνωσμένα να εξασφαλίσουν ταξιδιωτικά έγγραφα.
Άλλοι τρέχουν μανιωδώς γύρω από το κέντρο της Καμπούλ, μιας πόλης περίπου 5 εκατομμυρίων ανθρώπων, εκτελώντας υποχρεώσεις της τελευταίας στιγμής πριν εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Ο φόβος και ο πανικός που κυριεύει την Καμπούλ είναι αισθητός καθώς οι Ταλιμπάν προελαύνουν προς την πρωτεύουσα μετά από μια καταστροφική, πολύμηνη στρατιωτική επίθεση κατά τη διάρκεια της οποίας κατέλαβαν το μεγαλύτερο μέρος του Αφγανιστάν.
«Είναι ένα αίσθημα σοκ και θλίψης που συνδυάζεται με τη βάναυση αβεβαιότητα», λέει ο Τιμόρ Σαράν, πρώην δημόσιος υπάλληλος και διευθυντής του «Afghanistan Policy Lab», μια δεξαμενή σκέψης με έδρα την Καμπούλ.
«Κάνοντας αγορές σήμερα στην πόλη, ένιωσα ότι οι άνθρωποι είχαν μια αίσθηση ότι είχαν κολλήσει, είχαν κολλήσει σε ένα αβέβαιο μέλλον και δεν θα μπορέσιυν ποτέ να ονειρευτούν, να σκεφτούν και να πιστέψουν πια».
Οι Ταλιμπάν κατέλαβαν 20 από τις 34 επαρχιακές πρωτεύουσες του Αφγανιστάν μέχρι τις 14 Αυγούστου. Ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της χώρας.
Μετά την αποτελεσματική κατάληψη του δυτικού, νότιου και μεγαλύτερου μέρους του βορρά του Αφγανιστάν, η εξτρεμιστική ισλαμιστική παράταξη προχωρά προς την Καμπούλ, απειλώντας άμεσα την επιβίωση της κεντρικής κυβέρνησης που υποστηρίζεται διεθνώς.
Οι κάτοικοι φοβούνται την αιματηρή κατάληψη της πόλης από τους Ταλιμπάν και την προοπτική να ζήσουν κάτω από τη βάναυση, καταπιεστική κυριαρχία της φονταμενταλιστικής ισλαμιστικής παράταξης.
«Οι άνθρωποι είναι τρομοκρατημένοι», λέει ο Τζαβίντ Αχμαντί, κάτοικος της Καμπούλ.
«Στους δρόμους και τα παζάρια, κάθε άτομο μιλά για το πώς να φύγει από το Αφγανιστάν».
Ο Αχμαντί λέει ότι έκανε αίτηση για διαβατήρια για την τετραμελή οικογένειά του.
Είναι μια διαδικασία που απαιτεί συνήθως τρεις εργάσιμες ημέρες, αλλά τώρα διαρκεί έως και τρεις μήνες, λέει.
Το τέλος για ένα διαβατήριο έχει επίσης αυξηθεί, από περίπου $80 πριν από αρκετούς μήνες σε σχεδόν $500 – ένα άπιαστο κόστος για πολλούς Αφγανούς.
Περίπου 20.000 έως 30.000 Αφγανοί φεύγουν στο εξωτερικό κάθε εβδομάδα, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, ο οποίος λέει ότι έως και 1,5 εκατομμύρια Αφγανοί θα μπορούσαν να φύγουν προς τα δυτικά φέτος.
Εν τω μεταξύ, η τιμή ορισμένων βασικών τροφίμων όπως το αλεύρι έχει αυξηθεί κατά 30%, ενώ οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν σχεδόν διπλασιαστεί τις τελευταίες εβδομάδες, την ώρα που η φτώχεια εξαπλώνεται και η ανθρωπιστική κρίση επιδεινώνεται.
Οι κάτοικοι της Καμπούλ εκφράζουν όλο και πιο έντονους φόβους για πιθανή στρατιωτική επίθεση των Ταλιμπάν στην πυκνοκατοικημένη πόλη, αυτό είναι το χειρότερο σενάριο που θα οδηγήσει σε μεγάλης κλίμακας θανάτους και καταστροφές.
«Μια στρατιωτική κατάληψη της Καμπούλ από τους Ταλιμπάν θα είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια όλων όσων αποκτήθηκαν τα τελευταία 20 χρόνια», λέει ο Χαρούν Ραχίμι, επίκουρος καθηγητής νομικής στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο του Αφγανιστάν στην Καμπούλ.
«Θα ήταν επίσης πολύ αιματηρό», προσθέτει. «Οι άνθρωποι όχι μόνο φοβούνται μη χάσουν τα δικαιώματά τους αλλά φοβούνται και τον θάνατο».
Ο Αφγανός πρόεδρος Ασράφ Γκάνι στις 14 Αυγούστου είπε ότι «εστιάζει στην πρόληψη περαιτέρω αστάθειας, βίας και εκτοπισμού του λαού μου», καθώς αυξήθηκε η πίεση να παραιτηθεί, κίνηση που μπορεί να τερματίσει τις μάχες και να ανοίξει το δρόμο για μια προσωρινή κυβέρνηση που να περιλαμβάνει τους Ταλιμπάν.
Υπάρχει επίσης φόβος μεταξύ των κατοίκων στην Καμπούλ, η οποία γνώρισε σημαντικά κοινωνικά, οικονομικά και δημοκρατικά οφέλη τα τελευταία 20 χρόνια, ότι τα δικαιώματά τους, που κέρδισαν με δυσκολίες, θα ακυρωθούν.
Η εξτρεμιστική ομάδα έχει επαναφέρει πολλούς κατασταλτικούς νόμους και οπισθοδρομικές πολιτικές που καθόρισαν τη βάναυση κυριαρχία της την περίοδο 1996-2001, όταν απέκτησε τη φήμη για την καταπίεση των γυναικών, τη σφαγή εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων και τη δημόσια εκτέλεση φερόμενων εγκληματιών.
Σε πολλές νέες περιοχές υπό τον έλεγχό τους, οι Ταλιμπάν ανάγκασαν τις γυναίκες να καλυφθούν από την κορυφή ως τα νύχια με μπούρκα, τους απαγόρευσαν να εργάζονται έξω από το σπίτι, περιόρισαν σοβαρά την εκπαίδευση των κοριτσιών και απαίτησαν από τις γυναίκες να συνοδεύονται από έναν άντρα συγγενή τους για να βγουν από τα σπίτια τους.
Υπήρξαν επίσης αρκετές αναφορές ότι ανάγκασαν νεαρές γυναίκες να παντρευτούν τζιχαντιστές των Ταλιμπάν.
Εν τω μεταξύ, απαγορεύτηκε στους άντρες να κόβουν ή να ξυρίζουν τα γένια τους.
Επίσης, έχουν αναγκαστεί να προσεύχονται πέντε φορές την ημέρα, ενώ η ακρόαση μουσικής και η παρακολούθηση τηλεόρασης είναι και πάλι εκτός νόμου σε ορισμένες περιοχές.
Ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η αφγανική κυβέρνηση έχουν επίσης αναφέρει συνοπτικές εκτελέσεις κρατικών αξιωματούχων και αιχμαλώτων Αφγανών στρατιωτών.
Στη νότια πόλη Κανταχάρ, η οποία καταλήφθηκε στις 12 Αυγούστου, οι Ταλιμπάν ανάγκασαν εννέα γυναίκες υπαλλήλους μιας τράπεζας να φύγουν και τις προειδοποίησαν να μην επιστρέψουν στις δουλειές τους. Συνοδεύτηκαν στο σπίτι.