Τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει ο κατασκευαστικός κλάδος στην ελληνική οικονομία και στην απασχόληση, παρά το πλήγμα που έχει δεχθεί στα χρόνια της κρίσης, επεσήμανε ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος μιλώντας στην εκδήλωση του ΣΕΠΑΚ με τίτλο «Ο ρόλος των κατασκευών στην ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας».
Όπως σημείωσε ο κ. Μίχαλος, για κάθε θέση που δημιουργείται στον κλάδο, δημιουργούνται ή στηρίζονται συνολικά 3 θέσεις εργασίας σε όλη την οικονομία, ενώ για κάθε 1 ευρώ που δαπανάται στις κατασκευές, προστίθεται 1,8 ευρώ στο ΑΕΠ της χώρας, από το οποίο 40 λεπτά καταλήγουν στα ταμεία του κράτους.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ, είναι προφανές το γιατί κανείς -και κυρίως η Πολιτεία- δεν μπορεί να μένει θεατής, στη συνεχιζόμενη πορεία απαξίωσης του κλάδου.
«Η αντιστροφή της φθίνουσας πορείας των κατασκευών δεν αποτελεί μόνο ζήτημα επιβίωσης για τις χιλιάδες επιχειρήσεις, τους επαγγελματίες και τους εργαζόμενους που απασχολούνται στον κλάδο, είναι ζήτημα ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Δεν μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη και ανάπτυξη, χωρίς έναν ισχυρό και εξωστρεφή κατασκευαστικό τομέα», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Μίχαλος.
Η ομιλία του κ. Μίχαλου:
«Σας καλωσορίζω στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών, όπου έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε τις εργασίες του 1ο Συνεδρίου Κατασκευών. Η διοργάνωση αυτή, που φέρει τη σφραγίδα του ΣΕΠΑΚ, έρχεται να δημιουργήσει ένα νέο βήμα διαλόγου και ανταλλαγής απόψεων, σχετικά με τα προβλήματα και τις προοπτικές ενός από τους κρισιμότερους για την ανάπτυξη κλάδους της οικονομίας μας. Του κλάδου των κατασκευών.
Είναι γνωστό ότι οι κατασκευές αποτελούν βασικό πυλώνα ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία, έχοντας άμεση αλληλεπίδραση με μια σειρά κλάδων: από τη βιομηχανία δομικών υλικών, μέχρι το εμπόριο και τον τουρισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι το 2006, πριν δηλαδή να εκδηλωθεί η κρίση, η προστιθέμενη αξία του τομέα των κατασκευών είχε αγγίξει το 6% του ΑΕΠ, ενώ η συνεισφορά του στα δημόσια έσοδα έφθανε στα 4,3 δισ. ευρώ. Κρίσιμη είναι η συμβολή των κατασκευών και στην απασχόληση. Στον κλάδο δραστηριοποιούνται 46 κατηγορίες επαγγελμάτων και 86 κατηγορίες στον ευρύτερο τομέα. Μέχρι το 2008 στις κατασκευές εργάζονταν 589 χιλιάδες άτομα, αριθμός που ισοδυναμούσε με το 13% της συνολικής απασχόλησης.
Δυστυχώς, η κρίση σηματοδότησε μια πορεία κατάρρευσης του κλάδου. Η προστιθέμενη αξία είχε μειωθεί στο 4% του ΑΕΠ ως το 2013 και η απασχόληση στο 8,7% του συνόλου.
Μεταξύ του 2008 και του 2013 η σωρευτική μείωση της προστιθέμενης αξίας των Κατασκευών έφθασε το 76%, ενώ η μείωση της απασχόλησης έφθασε στο 59%. Πρόκειται για το μεγαλύτερο -με διαφορά- πλήγμα, σε σχέση με οποιονδήποτε άλλο κλάδο της ελληνικής οικονομίας.
Η επίπτωση στην οικονομία ήταν προφανώς άμεση. Σύμφωνα με τη μελέτη που εκπονήθηκε από το ΙΟΒΕ για λογαριασμό του ΣΕΠΑΚ, περισσότερο από το 30% της ύφεσης συνδέεται με την πτώση των επενδύσεων στις κατασκευές.
Η μείωση των αποταμιεύσεων και του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, η αβεβαιότητα για το μέλλον, η περικοπή των δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων, έλλειψη ρευστότητας και η αδυναμία άντλησης τραπεζικής χρηματοδότησης, αλλά και η κατακόρυφη αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των ακινήτων, είναι οι παράγοντες που ευθύνονται για τη συρρίκνωση του κλάδου τα προηγούμενα χρόνια. Είναι -σε μεγάλο βαθμό- οι ίδιοι που ευθύνονται και για τη σημερινή, δεινή κατάσταση, στην οποία εξακολουθεί να βρίσκεται.
Ωστόσο, δεν φταίει μόνο η κρίση. Όπως συμβαίνει και σε πολλούς άλλους κλάδους, η κρίση ήρθε να αναδείξει και να οξύνει προβλήματα που προϋπήρχαν.
Δεν είναι μόνο το ύψος των φόρων απαγορευτικό. Είναι και η ρευστότητα και η αστάθεια του φορολογικού συστήματος: από τον ΕΕΤΗΔΕ περάσαμε στον ΕΝΦΙΑ, στον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ και σε μια σειρά ακόμα από φόρους που επιβαρύνουν τις συναλλαγές στην αγορά ακινήτων. Και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι τα πράγματα δεν θα αλλάξουν αύριο. Ότι δεν θα υπάρξει μια νέα αλλαγή, ότι δεν θα επιβληθεί ένας νέος φόρος. Αυτή η αίσθηση της ανασφάλειας είναι ο ισχυρότερος ανασταλτικός παράγοντας για τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων.
Εμπόδιο ήταν και είναι, επίσης, η γραφειοκρατία. Με τις δαιδαλώδεις διαδικασίες για την αδειοδότηση κατασκευαστικών έργων. Είναι η έλλειψη ολοκληρωμένου Κτηματολογίου, η έλλειψη ολοκληρωμένου χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού. Είναι ένα χαώδες νομοθετικό περιβάλλον, όπου κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει με ασφάλεια τι μπορεί να κατασκευάσει και που. Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι η επένδυσή του θα ολοκληρωθεί ομαλά και δεν θα συναντήσει κάποιο ξαφνικό πρόσκομμα, ή δεν θα μπλέξει για χρόνια στα γρανάζια του συστήματος απονομής δικαιοσύνης.
Παρά το πλήγμα που έχει υποστεί, ο κλάδος των κατασκευών παραμένει κρίσιμης σημασίας για την οικονομία και την απασχόληση. Για κάθε θέση που δημιουργείται στον κλάδο, δημιουργούνται ή στηρίζονται συνολικά 3 θέσεις εργασίας σε όλη την οικονομία. Για κάθε ένα ευρώ που δαπανάται στις κατασκευές, προστίθενται 1,8 ευρώ στο ΑΕΠ της ώρας. Από τα οποία, 40 λεπτά καταλήγουν στα ταμεία του κράτους.
Είναι προφανές το γιατί κανείς -και κυρίως η Πολιτεία- δεν μπορεί να μένει θεατής, στη συνεχιζόμενη πορεία απαξίωσης του κλάδου.
Οι θέσεις της Επιμελητηριακής Κοινότητας είναι σαφείς:
Άμεση αλλαγή της δημοσιονομικής πολιτικής, προς την κατεύθυνση της μείωσης των φόρων. Ειδικότερα, είναι πάγιο αίτημά μας η κατάργηση του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ και η μείωση μιας σειράς αντιπαραγωγικών φόρων. Είναι η καθιέρωση ενός συστήματος αντικειμενικών αξιών, που θα προσαρμόζεται στις πραγματικές τιμές. Είναι η κατάργηση της φορολόγησης αδιάθετων διαμερισμάτων και οικοδομών. Είναι η αναθεώρηση και η απλοποίηση μιας σειράς φόρων που επιβαρύνουν τα ακίνητα, κατά την παραγωγή, την πώληση, τη διατήρηση και τη μεταπώληση.
Όλα τα προηγούμενα χρόνια, τα ακίνητα ήταν για το κράτος η «χρυσοτόκος όρνιθα» κάθε φορά που έπρεπε να αυξήσει τα έσοδα. Τώρα κινδυνεύει να την οδηγήσει στο θάνατο. Ας καταλάβουν όλοι, πριν να είναι αργά, ότι χωρίς ένα σταθερό και ανταγωνιστικό φορολογικό περιβάλλον, η ελληνική οικονομία δεν έχει καμία ελπίδα ανάκαμψης.
Ζητούμε επίσης:
– Να προχωρήσει ταχύτατα το σχέδιο διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε να εξυγιανθούν τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών και να απελευθερωθούν κεφάλαια για τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων.
– Να απλοποιηθεί ριζικά και να εκσυγχρονιστεί η νομοθεσία για τα ακίνητα. Να αποκτήσει επιτέλους η χώρα κτηματολόγιο, σύγχρονο οικοδομικό κανονισμό, απλούστερες διαδικασίες έκδοσης αδειών και έγκρισης μελετών.
– Να απλοποιηθούν οι διαδικασίες έγκρισης τοπικών ρυθμιστικών ή πολεοδομικών σχεδίων. Να εκσυγχρονιστεί η νομοθεσία ως προς τις χρήσης γης, ώστε να αξιοποιηθούν επενδυτικές ευκαιρίες.
– Να εκσυγχρονιστεί το θεσμικό πλαίσιο σε θέματα ποιότητας και πιστοποίησης υλικών, εκπόνησης και έγκρισης μελετών κτλ.
– Να δοθούν κίνητρα για τον εκσυγχρονισμό ή για την ανακατασκευή υφιστάμενων κτιρίων, με ηλικία άνω των 50 ετών.
– Να προχωρήσουν, σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, έργα αναβάθμισης του αστικού περιβάλλοντος, με έργα υποδομής, δημιουργία υπόγειων χώρων στάθμευσης, δημιουργία κοινόχρηστων χώρων αναψυχής κ.τ.λ.
– Να εφαρμοστεί ένα σχέδιο στρατηγικών συνεργασιών του δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα, για την προώθηση μεγάλων επενδύσεων, σε δυναμικούς κλάδους, όπως είναι τα logistics και η κατασκευή βιομηχανικών πάρκων, η ενέργεια, ο τουρισμός κ.ά.
– Να στηριχθεί η εξωστρέφεια των ελληνικών κατασκευαστικών επιχειρήσεων, μέσα από ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα δικτύωσης και προβολής.
Η αύξηση της ζήτησης από το εξωτερικό, είτε με τη μορφή κατασκευαστικών υπηρεσιών, είτε με τη μορφή κεφαλαίων που επενδύονται στη χώρα, είναι κρίσιμη προϋπόθεση για την αναγέννηση του κλάδου. Ας προχωρήσουμε λοιπόν με γενναία βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση, αφήνοντας πίσω ιδεοληψίες και αγκυλώσεις.
Σε όλους τους τομείς που μόλις ανέφερα, η Επιμελητηριακή Κοινότητα έχει διατυπώσει συγκεκριμένες προτάσεις και διεκδικήσεις.
Στηρίζουμε ενεργά τα αιτήματα των επιχειρήσεων του κλάδου, που εκπροσωπούνται επάξια από τον ΣΕΠΑΚ.
Η αντιστροφή της φθίνουσας πορείας των κατασκευών δεν αποτελεί μόνο ζήτημα επιβίωσης για τις χιλιάδες επιχειρήσεις, τους επαγγελματίες και τους εργαζόμενους που απασχολούνται στον κλάδο.
Είναι ζήτημα ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Δεν μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη και ανάπτυξη, χωρίς έναν ισχυρό και εξωστρεφή κατασκευαστικό τομέα.
Προς αυτή την κατεύθυνση, ελπίζουμε ότι θα συνεισφέρει το σημερινό συνέδριο οδηγώντας σε χρήσιμα συμπεράσματα και προτάσεις».