Μια κοπέλα Γιαζίντι, που απήχθη από το Ισλαμικό Κράτος, πουλήθηκε ως σκλάβα σε έναν Σαουδάραβα. Τώρα ζει στη Σαουδική Αραβία και κατάφερε να επικοινωνήσει με την οικογένεια της, ζητώντας απελπισμένα να βρεθεί ένας τρόπος να επιστρέψει σπίτι της. Χωρίς σωτηρία, είπε, θα αυτοκτονήσει.
Ο αρραβωνιαστικός της κοπέλας μίλησε στο BasNews και είπε την ιστορία της. Το ζευγάρι μεγάλωσε και ζούσε στο χωριό Κότζο, στα νότια του Σιντζάρ, τον τόπο των Γιαζίντι στο βόρειο Ιράκ.
Είχαν αρραβωνιαστεί και σκόπευαν να παντρευτούν μέσα στους επόμενους μήνες. Ωστόσο, όταν το Ισλαμικό Κράτος επιτέθηκε στο Σιντζάρ τον Άυγουστο, μέσα στο χάος που προκλήθηκε, χωρίστηκαν. Χρειάστηκε να περάσουν τρεις μήνες για να μπορέσουν να μάθουν ξανά ο ένας για τον άλλον.
“Πριν μερικές ημέρες ήμουν στον καταυλισμό με την οικογένειά μου και όπως σκεφτόμουν την αρραβωνιαστικιά μου και την όμορφη πόλη μας, το Σιντζάρ, ξαφνικά χτύπησε το κινητό μου. Στην οθόνη εμφανίστηκε ένας αριθμός που δεν τον αναγνώρισα. Μόλις απάντησα στην κλήση στην άλλη άκρη της γραμμής άκουσα τη φωνή της αρραβωνιαστικιάς μου και ευχαρίστησα τον Θεό που είναι ακόμα ζωντανή. Άρχισε να κλαίει στο τηλέφωνο και μου εξιστόρησε την περιπέτειά της”, είπε ο αρραβωνιαστικός.
“Μου είπε, Αγάπη μου σε καλώ από τη Σαουδική Αραβία, αυτός είναι ο τηλεφωνικός αριθμός του αηδιαστικού άνδρα με τον οποίο ζω. Σοκαρισμένος τη διέκοψα, τι -είπα- στη Σαουδική Αραβία; Απάντησε καταφατικά και μου είπε ότι δεν την άφηναν να βγει από το σπίτι. Δεν ξέρει ούτε σε ποια πόλη βρίσκεται, το μόνο που ξέρει είναι ότι βρίσκεται στη Σαουδική Αραβία”.
“Στη συνέχεια μου είπε να μην τη διακόπτω, γιατί δεν είχε πολύ χρόνο και μου ζήτησε να την ακούσω. Είπε να μην καλέσω ποτέ σε αυτό το νούμερο, γιατί είναι το κινητό του άνδρα που μένει μαζί. Εάν θέλω να την εντοπίσω, που βρίσκεται, μπορώ να το κάνω μέσω αυτού του αριθμού και συνέχισε: Αγάπη μου, θα τρελαθώ εδώ μέσα, σε παρακαλώ σώσε με, αλλιώς θα αυτοκτονήσω. Εάν μόνο γνώριζες τη φριχτή ζωή μου εδώ πέρα, αμέσως θα έπαιρνες ένα αεροπλάνο και θα ερχόσουν να με σώσεις. Ζω με έναν βρόμικο άπιστο (εννοεί μουσουλμάνο) και με μια οπισθοδρομική οικογένεια που όλη την ημέρα βρίζουν τους Κούρδους και το Κουρδιστάν”.
Και συνέχισε: “Μην μιλάς, έχω λίγο χρόνο. Άσε με να σου πω πώς κατέληξα εδώ. Ελπίζω να με σώσεις…”.
Όταν το Ισλαμικό Κράτος επιτέθηκε στο Σιντζάρ, η οικογένεια του κοριτσιού συνειδητοποίησε ότι οι τζιχαντιστές θα έφταναν στο χωριό την επόμενη ημέρα. Οικογένεια και συγγενείς, μεταξύ των οποίων δώδεκα κορίτσια, αποφάσισαν να καταφύγουν στο όρος Σιντζάρ, το ιερό βουνό των Γιαζίντι. Ωστόσο, λίγο πριν φτάσουν στο βουνό τους έπιασαν δύο οχήματα τζιχαντιστών.
“Γρήγορα άπιστα κορίτσια, μπείτε μέσα στα οχήματα”, διέταξαν.
Τις μετέφεραν σε ένα σχολείο στην περιοχή, στο οποίο κρατούνταν και άλλες κουρδικές οικογένειες. Τα δώδεκα κορίτσια κλειδώθηκαν σε ένα δωμάτιο όλα μαζί. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, ένας τζιχαντιστής μπήκε μέσα στο δωμάτιο και είπε ότι οι οπλαρχηγοί ήταν κουρασμένοι και ήθελαν ξεκούραση. “Εσείς κορίτσια μπορείτε να τους ξεκουράσετε, εάν κοιμηθείτε απόψε μαζί τους σαν γυναίκες τους και το πρωί θα σας χωρίσουν και μπορείτε να συνεχίσετε τις ζωές σας”.
“Μην ανησυχείς που τα αραβικά σου δεν είναι καλά, αυτό δεν είναι πρόβλημα, ο οπλαρχηγός είναι Κούρδος όπως και εσύ”, είπε ο τζιχαντιστής στην κοπέλα.
Η κοπέλα συνέχισε: “Η ψυχή μου ήθελε να φύγει από το κορμί μου όταν άκουσα τα αηδιαστικά του λόγια, αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Δεν είχα άλλη επιλογή”.
Ο τζιχαντιστής έφυγε και ξαναγύρισε με έναν άλλο άνδρα. Ήταν κοντά στα 30. Άρχισε να μιλά στα κουρδικά, αλλά κανένα από τα κορίτσια δεν κατάλαβε τι έλεγε και τους συστήθηκε με σπαστά αραβικά:
“Το όνομά μου είναι Αμπού Αμάρ Αλ Κούρντι (Abu Ammar Al Kurdi) από την Χαλάμπτζα”.
Τις κοίταξε όλες καλά και διάλεξε ένα νεαρό κορίτσι. Εκείνη άρχισε να κλαίει και την πήρε μαζί του με τη βία.
“Εκείνη τη στιγμή ένιωσα σαν να είμαι σε μπουρδέλο, καθόλου ότι ήμουν κρατούμενη από θρησκευόμενους ανθρώπους”, είπε η κοπέλα.
Το επόμενο πρωί επιβίβασαν όλα τα κορίτσια σε ένα στρατιωτικό όχημα. Λίγες ώρες μετά έφτασαν στη Ράκα της Συρίας. Οι κοπέλες οδηγήθηκαν σε μια μεγάλη αίθουσα.
“Ρωτήσαμε να μάθουμε τι αίθουσα ήταν αυτή και ένας μας είπε ότι εδώ πουλάνε τις γυναίκες”.
Ήταν ακόμα έξι κορίτσια από το Κουρδιστάν στην ίδια αίθουσα και τις είχαν εκεί επί δύο μήνες. Το φαγητό ήταν γιαούρτι, τσάι και ψωμί.
Μετά από δύο μήνες ήρθε ένας άνδρας και την αγόρασε για 170 δολάρια. Την έβαλε μέσα σε ένα μαύρο αμάξι. Μετά από μερικές ώρες έφτασε σε ένα σπίτι, όπου συνειδητοποίησε ότι ήταν η κατοικία του δουλέμπορου.
“Εκεί πουλήθηκα σε έναν άλλο άνδρα. Δεν ξέρω πόσα πλήρωσε, αλλά τον άκουσα να λέει ότι θα με έπαιρνε μαζί του στη Σαουδική Αραβία, όπου εκεί υπάρχει καλό σκλαβοπάζαρο για κορίτσια”.
Στη συνέχεια τη νάρκωσαν και όταν συνήλθε ήταν στο σπίτι του δεύτερου δουλέμπορου. Η οικογένειά του της φερόταν ως σκλάβα.
Μετά από 13 ημέρες ένας Σαουδάραβας έφτασε στο σπίτι με έναν μουλά και την παντρεύτηκε ενάντια στη θέλησή της.
“Είμαι παντρεμένη με έναν απολίτιστο άνθρωπο που ζει στον μεσαίωνα. Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ ότι υπάρχουν ακόμα στην εποχή μας τέτοιοι άνθρωποι. Ζω μαζί του τώρα, είναι αηδιαστικός”.
Και συνέχισε: “Σε παρακαλώ αγάπη μου, εάν με αγαπάς, για χάρη του Θεού, σώσε με από αυτή την απάνθρωπη ζωή! Θα τρελαθώ, χάνω το μυαλό μου. Σε παρακαλώ πες την ιστορία μου σε όλους τους Κούρδους και στον κόσμο, ίσως κάποιος έρθει να με σώσει το συντομότερο… Πεθαίνω εδώ μέσα”.
“Εάν μπορούσα”, είπε ο αρραβωνιαστικός στο BasNews, “θα πήγαινα στη Σαουδική Αραβία να τη σώσω, αλλά βλέπετε πώς ζω… Μπορώ να σώσω την αγαπημένη μου;” αναρωτήθηκε.
Ο άνδρας ελπίζει ότι η περιφερειακή κουρδική κυβέρνηση στο Ιράκ θα ασκήσει πιέσεις να σώσει τα χιλιάδες κορίτσια των Κούρδων Γιαζίντι που απήχθησαν και πουλήθηκαν ως σκλάβες. “Ας κάνουμε κάτι για την τιμή του κουρδικού έθνους μας”, κατέληξε.