ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Η Αμερικανοϊσραηλινή Επιτροπή Δημοσίων Υποθέσεων (AIPAC) εξήρε τη Γερουσία των ΗΠΑ για την αταλάντευτη στήριξή της στο Ισραήλ, απορρίπτοντας για ακόμη μια φορά την πρόταση του Γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς να μπλοκάρει τις κρίσιμες πωλήσεις όπλων προς το εβραϊκό κράτος.
Το Ισραήλ, που μάχεται για την προστασία των πολιτών του από το Ιράν και τις τρομοκρατικές του οργανώσεις, βρήκε ισχυρό στήριγμα στη συντριπτική αμφικομματική πλειοψηφία της Γερουσίας, η οποία έχει αποκρούσει επανειλημμένα τις προσπάθειες του Σάντερς να πλήξει την ασφάλειά του, πολλές φορές μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο.
Η AIPAC χαιρέτισε την απόφαση της διοίκησης Τραμπ να εγκρίνει αυτές τις πωλήσεις, εξασφαλίζοντας ότι το Ισραήλ έχει τα μέσα για να θριαμβεύσει.
Μια ενδεχόμενη απαγόρευση θα αποδυνάμωνε τη στρατιωτική υπεροχή του Ισραήλ, θα κλόνιζε την αποτρεπτική του ισχύ στην περιοχή και θα ενθάρρυνε το Ιράν, τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ να κλιμακώσουν τις επιθέσεις τους για την καταστροφή του εβραϊκού κράτους.
Η Γερουσία, ωστόσο, έστειλε ένα ηχηρό μήνυμα: η Αμερική στέκεται ακλόνητη στο πλευρό του Ισραήλ στον δίκαιο αγώνα του.
Παράλληλα, την περασμένη εβδομάδα, η Βουλή των Αντιπροσώπων απέρριψε με συντριπτική πλειοψηφία 422-6 νομοθετικές προτάσεις κατά του Ισραήλ, που κατέθεσαν ξεχωριστά οι Μαρτζορί Τέιλορ Γκριν και Ιλχάν Ομάρ, επιβεβαιώνοντας τη σταθερή δικομματική υποστήριξη προς το Ισραήλ.
Το Ισραήλ, ως προπύργιο στην αντιμετώπιση κοινών εχθρών, ενισχύεται μέσω αυτών των πωλήσεων όπλων, που όχι μόνο αποτρέπουν την ιρανική επιθετικότητα αλλά και τονώνουν την αμερικανική οικονομία με τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Η Αμερική οφείλει να συνεχίσει να στηρίζει τον δημοκρατικό της σύμμαχο στην μάχη του κατά των ιρανικών εντολοδόχων.
Τι είναι η AIPAC
Η AIPAC (Αμερικανοϊσραηλινή Επιτροπή Δημοσίων Υποθέσεων, American Israel Public Affairs Committee) είναι μια ισχυρή, μη κερδοσκοπική οργάνωση στις ΗΠΑ που λειτουργεί ως λόμπι υπέρ των ισραηλινών συμφερόντων.
Ιδρύθηκε το 1951 και έχει ως κύριο στόχο την ενίσχυση των διμερών σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Ισραήλ, προωθώντας πολιτικές που υποστηρίζουν την ασφάλεια, την ευημερία και τη διπλωματική θέση του Ισραήλ.
Η AIPAC εργάζεται μέσω της κινητοποίησης πολιτών, της ενημέρωσης μελών του Κογκρέσου και της προώθησης νομοθεσιών που ενισχύουν τη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, όπως πωλήσεις όπλων, στρατιωτική βοήθεια και διπλωματική υποστήριξη.
Διαθέτει ευρεία επιρροή στο αμερικανικό πολιτικό σκηνικό, υποστηρίζοντας αμφικομματικά την ισχυρή συμμαχία ΗΠΑ-Ισραήλ, ενώ συχνά δέχεται κριτική για την ισχυρή της επιρροή στην αμερικανική εξωτερική πολιτική.
Η οργάνωση δεν εκπροσωπεί την ισραηλινή κυβέρνηση άμεσα, αλλά λειτουργεί ως φωνή των Αμερικανών που υποστηρίζουν το Ισραήλ, διοργανώνοντας εκδηλώσεις, συνέδρια και εκστρατείες ευαισθητοποίησης.
Ποια είναι η Ιλχάν Ομάρ
Η Ιλχάν Αμπντουλαχί Ομάρ (Ilhan Abdullahi Omar, γεννημένη στις 4 Οκτωβρίου 1982) είναι Αμερικανίδα πολιτικός, μέλος του Δημοκρατικού Κόμματος, που εκπροσωπεί την 5η κογκρεσιακή περιφέρεια της Μινεσότα στη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ από το 2019.
Γεννήθηκε στη Σομαλία και σε ηλικία οκτώ ετών κατέφυγε με την οικογένειά της σε προσφυγικό καταυλισμό στην Κένυα λόγω του εμφυλίου πολέμου.
Το 1995, η οικογένειά της μετεγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ, όπου εγκαταστάθηκε στη Μινεάπολη.
Πριν από την εκλογή της στο Κογκρέσο, η Ομάρ υπηρέτησε στη Βουλή των Αντιπροσώπων της Μινεσότα (2017-2019), εκπροσωπώντας τμήμα της Μινεάπολης.
Είναι αναπληρώτρια πρόεδρος της Προοδευτικής Ομάδας του Κογκρέσου.
Η Ομάρ είναι μία από τις πρώτες μουσουλμάνες γυναίκες που εξελέγησαν στο Κογκρέσο, μαζί με τη Ρασίντα Τλάιμπ, και η πρώτη που φόρεσε χιτζάμπ στο Κογκρέσο, γεγονός που οδήγησε στην άρση σχετικού κανονισμού που απαγόρευε καλύμματα κεφαλής.
Έχει δεχθεί έντονη κριτική, αλλά και υποστήριξη, για τη ρητορική της, ιδιαίτερα σε ζητήματα που αφορούν το Ισραήλ και τη μουσουλμανική κοινότητα.
Η Ιλχάν Ομάρ έχει κατηγορηθεί από ορισμένες πηγές για σχέσεις με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, το Κατάρ και την Τουρκία.
Η Μουσουλμανική Αδελφότητα, ιδρυθείσα το 1928 στην Αίγυπτο από τον Χασάν αλ-Μπάννα, είναι μια διακρατική ισλαμιστική οργάνωση που προωθεί τη διακυβέρνηση βάσει της σαρία και έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική σε χώρες όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Δεν υπάρχουν επιβεβαιωμένα στοιχεία που να συνδέουν άμεσα την Ιλχάν Ομάρ με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Οι κατηγορίες αυτές προέρχονται κυρίως από συντηρητικούς κύκλους και επικεντρώνονται στη μουσουλμανική της ταυτότητα, τη ρητορική της κατά του Ισραήλ και την υποστήριξή της σε θέματα που αφορούν την παλαιστινιακή υπόθεση.
Το 2019, δημοσιεύματα ανέφεραν ότι η Ομάρ κατηγορήθηκε από τον Καναδό επιχειρηματία Άλαν Μπέντερ, γεννημένο στο Κουβέιτ, ότι «στρατολογήθηκε» από το Κατάρ για να διοχετεύσει ευαίσθητες πληροφορίες σχετικά με το Ιράν, λαμβάνοντας αμοιβή.
Σύμφωνα με την ένορκη κατάθεσή του σε δικαστήριο της Φλόριντα, ο Μπέντερ ισχυρίστηκε ότι είχε συναντήσεις με Καταριανούς αξιωματούχους, οι οποίοι υποτίθεται ότι αποκάλυψαν αυτές τις πληροφορίες.
Ωστόσο, η Ομάρ δεν έχει κατηγορηθεί επισήμως από αμερικανικές Αρχές για τέτοιες δραστηριότητες, και οι ισχυρισμοί αυτοί φαίνεται να εντάσσονται σε πολιτικές αντιπαραθέσεις λόγω της κριτικής της στο Ισραήλ και της μουσουλμανικής της ταυτότητας.
Η Ομάρ έχει κατηγορηθεί ότι υποστηρίζει την Τουρκία λόγω της στάσης της σε ορισμένα ζητήματα, όπως η ψήφος της «παρόν» στο ψήφισμα της Βουλής των Αντιπροσώπων το 2019 για την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων (H.Res. 296).
Η στάση αυτή προκάλεσε αντιδράσεις, καθώς θεωρήθηκε από ορισμένους ότι υπονομεύει την καταδίκη των ιστορικών εγκλημάτων της Τουρκίας.
Η Ομάρ εξήγησε ότι η ψήφος της αντικατοπτρίζει την πεποίθησή της ότι η αναγνώριση εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας πρέπει να είναι συνολική και πέρα από πολιτικές αντιπαραθέσεις.






