Ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ είχε συνάντηση με την ομόλογό του της Λιβύης στην Ιταλία την περασμένη εβδομάδα, παρά το γεγονός ότι οι δύο χώρες δεν έχουν διπλωματικές σχέσεις, όπως έγινε γνωστό.
Ωστόσο, μετά την συνάντηση, η ΥΠΕΞ της Λιβύης τέθηκε σε διαθεσιμότητα.
Η Λιβύη, χώρα που παραμένει βυθισμένη στο χάος μετά την πτώση του καθεστώτος του Μουάμαρ Καντάφι το 2011, δεν έχει διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ.
Αυθόρμητες διαδηλώσεις ξέσπασαν την Κυριακή στην Τρίπολη και προάστιά της, ένδειξη της απόρριψης της εξομάλυνσης των σχέσεων με το Ισραήλ· κατόπιν εξαπλώθηκαν και σε άλλες πόλεις, όπου νεαροί έκλεισαν δρόμους, έβαλαν φωτιές σε ελαστικά αυτοκινήτων και διαδήλωσαν κραδαίνοντας παλαιστινιακές σημαίες.
Το κέντρο της Τρίπολης παρέλυσε από τους διαδηλωτές, μέρος των οποίων κατευθύνθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών για να απαιτήσει την παραίτηση της κ. Μανγκούς.
Με την ενθάρρυνση διερχόμενων οδηγών, κάποιοι προσπάθησαν να παραβιάσουν την είσοδο του κτιρίου.
Η συνάντηση
Ειδικότερα, ο επικεφαλής της μεταβατικής κυβέρνησης εθνικής ενότητας (ΚΕΕ) της Λιβύης, μιας κυβέρνησης που η θητεία της έχει λήξει, έθεσε «προσωρινά σε διαθεσιμότητα» την υπουργό Εξωτερικών του, τη Νάτζλα Μανγκούς.
Αποφασίστηκε επίσης να διενεργηθεί «διοικητική έρευνα» σε βάρος της από επιτροπή με προεδρεύουσα την υπουργό Δικαιοσύνης.
Η συνάντηση έγινε γνωστή από τον επικεφαλής της ισραηλινής διπλωματίας Ελί Κόεν, ο οποίος έκανε λόγο για για συνάντηση «άνευ προηγουμένου» και «μεγάλες δυνατότητες στις σχέσεις των δυο χωρών».
Η θέση της Λιβύης
Από την πλευρά του, το υπουργείο Εξωτερικών της Λιβύης έκανε λόγο για «τυχαία και ανεπίσημη» συνάντηση.
«Αυτό που έγινε στη Ρώμη ήταν μια συνάντηση τυχαία και ανεπίσημη, κατά διάρκεια συνάντησης με τον Ιταλό ομόλογό της (σ.σ. τον Αντόνιο Ταγιάνι), που δεν οδήγησε σε καμιά συζήτηση, συμφωνία ή διαβούλευση».
Στην ανακοίνωση που δημοσιοποίησε, το λιβυκό ΥΠΕΞ θύμισε τη «σαφή» και «αναμφίβολη» θέση της Λιβύης «για την παλαιστινιακή υπόθεση», προσθέτοντας ότι η κ. Μανγκούς «αρνήθηκε να συζητήσει με οποιοδήποτε μέρος αντιπροσωπεύει την ισραηλινή οντότητα» και «παρέμεινε κατηγορηματικά σταθερή σε αυτή τη θέση».
Ακόμη, το λιβυκό ΥΠΕΞ κατήγγειλε την «εκμετάλλευση από εβραϊκά και διεθνή ΜΜΕ» του «συμβάντος» αυτού και το ότι προσπάθησαν να το παρουσιάσουν ως «συνάντηση ή συνομιλίες».
Αφού δημοσιοποιήθηκε το δελτίο Τύπου της ισραηλινής διπλωματίας για τη συνάντηση, το λιβυκό προεδρικό συμβούλιο, όργανο που έχει κάποιες εκτελεστικές εξουσίες κι ελέγχεται από τους φιλότουρκους ισλαμιστές και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, ζήτησε να δοθούν «διευκρινίσεις» από την κυβέρνηση, σύμφωνα με το τηλεοπτικό δίκτυο Αλ Αχράρ.
Για το προεδρικό συμβούλιο, η συνάντηση «δεν αντανακλά την εξωτερική πολιτική του λιβυκού κράτους, δεν αντιπροσωπεύει τις λιβυκές εθνικές σταθερές και θεωρείται παραβίαση της λιβυκής νομοθεσίας, που ποινικοποιεί την εξομάλυνση με τη σιωνιστική οντότητα».
Το ιστορικό πλαίσιο
Ο Ισραηλινός ΥΠΕΞ Κόεν ανέφερε πως συζήτησε με την κ. Μανγκούς για «τη σημασία της διαφύλαξης της κληρονομιάς του λιβυκού εβραϊσμού, η οποία περιλαμβάνει τη συντήρηση και αποκατάσταση των συναγωγών και των εβραϊκών νεκροταφείων στη χώρα αυτή».
Επρόκειτο, κατά τον Ισραηλινό υπουργό, για το «πρώτο βήμα στις σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Λιβύης», καθώς όπως εκτίμησε «το μέγεθος και η στρατηγική θέση της Λιβύης προσφέρουν τεράστια ευκαιρία για το κράτος του Ισραήλ».
Σύμφωνα με το δελτίο Τύπου των υπηρεσιών του, η συνάντηση οργανώθηκε με την αιγίδα του ιταλού υπουργού Εξωτερικών Ταγιάνι.
Το μεγαλύτερο μέρος του λιβυκού εβραϊκού πληθυσμού εγκατέλειψε τη Λιβύη τα είκοσι χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πήγε κυρίως στο Ισραήλ.
Μερικές εκατοντάδες εβραίοι ζούσαν ακόμα στη Λιβύη όταν έγινε το 1969 το πραξικόπημα του συνταγματάρχη Καντάφι.
Στη συνέχεια διώχτηκαν, οι περιουσίες τους κατασχέθηκαν και οι συναγωγές καταστράφηκαν.
Το Ισραήλ εξομάλυνε τις σχέσεις του τα τελευταία χρόνια με κάποια αραβικά κράτη, στο πλαίσιο των λεγόμενων Συμφωνιών του Αβραάμ, υπό την αιγίδα των ΗΠΑ.
Ωστόσο, η πολιτική της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου επικρίνεται από αραβικές χώρες, ειδικά μετά το κύμα βίας στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη και τη συνέχιση του εποικισμού.