Να διασφαλίσει ότι η Τουρκία θα σταθεί υπόλογη για την «κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και τη «δημοκρατική οπισθοδρόμηση» ζητούν περισσότερα από 170 μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου από τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν.
Η διακομματική επιστολή καλεί τον επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας να προσαρμόσει τη σχέση της Ουάσιγκτον με την Τουρκία αναλόγως με τη συμπεριφορά που θα επιδείξει ο πρόεδρος Ερντογάν.
«Ενώ είναι προς το αμοιβαίο μας συμφέρον οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Τουρκία να παραμείνουν στρατηγικοί σύμμαχοι και να επιδιορθώσουν τα ρήγματα που υπάρχουν μεταξύ τους, πιστεύουμε ότι αλλαγές στη συμπεριφορά του προέδρου Ερντογάν και του κόμματος του είναι ζωτικής σημασίας για την αποκατάσταση αυτής της σχέσης», σημειώνουν τα μέλη του Κογκρέσου.
Επιπλέον, στην επιστολή γίνεται αναφορά στην επίσκεψη του προέδρου Ερντογάν στην Ουάσιγκτον το 2017 κατά τη διάρκεια της οποίας οι άνδρες της ασφάλειας του είχαν επιτεθεί και χτυπήσει ειρηνικούς διαδηλωτές που βρίσκονταν έξω από την κατοικία του Τούρκου πρέσβη.
Οι διαδηλωτές στη συνέχεια μήνυσαν την τουρκική κυβέρνηση ζητώντας αποζημίωση και η υπόθεση εκκρεμεί στα αμερικανικά δικαστήρια.
Μάλιστα κατά τη διάρκεια της ίδιας μέρας, οι άνδρες της ασφάλειας του προέδρου Ερντογάν είχαν εμπλακεί σε αψιμαχίες ακόμα και με άνδρες της Μυστικής Αστυνομίας (secret service) μπροστά από την πύλη της Τουρκικής Πρεσβείας.
Όπως αναφέρεται στην επιστολή, «η κυβέρνηση του προέδρου Ερντογάν έφερε ακόμα και το στυλ της στους δρόμους της πρωτεύουσας του έθνους μας, όταν κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Ερντογάν το 2017 στις Ηνωμένες Πολιτείες, το τουρκικό προσωπικό ασφαλείας επιτέθηκε σε ειρηνικούς διαδηλωτές και ομοσπονδιακούς υπαλλήλους».
Σχετικά με την οπισθοδρόμηση των δημοκρατικών ελευθεριών και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η επιστολή απαριθμεί σημαντικές κατηγορίες εναντίον του Ρετζεπ Ταγίπ Ερντογάν και της κυβέρνησης του.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, η τουρκική κυβέρνηση προχώρησε:
στην αποδυνάμωση του δικαστικού σώματος.
στην τοποθέτηση πολιτικών συμμάχων σε θέσεις κλειδιά στον στρατό και στις υπηρεσίες πληροφοριών.
στην καταστολή της ελευθερίας του λόγου και της ελευθερίας του Τύπου.
στην εσφαλμένη φυλάκιση πολιτικών αντιπάλων, δημοσιογράφων και μειονοτήτων.