Ανυπομονούσε ο Νικολά Σαρκοζί να πάρει το λόγο στο δικαστήριο «στο όνομα της αλήθειας» όπως δήλωνε, καταγγέλλοντας «τις συκοφαντίες και κακοφημίες» εις βάρος του.
Δικάζεται για «διαφθορά και αθέμιτη άσκηση επιρροής» με συγκατηγορούμενο τον φίλο του και δικηγόρο του (σε άλλες υποθέσεις), Τιερί Ερζόγκ.
Τον λόγο στην αίθουσα του δικαστηρίου πήρε τελικά εχθές.
Ήταν ιδιαίτερα μαχητικός, όπως συνηθίζεται να κάνει κανείς όταν βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα.
Πάνω από 3.000 ήταν οι υπό παρακολούθηση τηλεφωνικές συνομιλίες των δύο.
Από το εδώλιο ο Σαρκοζί εξήγησε ότι επρόκειτο «φλυαρίες» ανάμεσα σε φίλους.
Αναγνώρισε όμως ότι ήταν αγχωμένος για την εξέλιξη της υπόθεσής του σχετικά με τον χρηματισμό της τότε εκστρατείας του από την κληρονόμο της Ορεάλ στο Ακυρωτικό Δικαστήριο.
«Εκεί είναι λίγοι οι δικαστές, γνωρίζονται μεταξύ τους, θα ήθελα να ξέρω τις σκέφτονται για μένα», εξήγησε.
Έτσι γεννήθηκε η ιδέα να ζητήσουν πληροφορίες από τον φίλο τους δικαστή στο Ακυρωτικό, Ζιλμπέρ Αζιμπέρ, ο οποίος αναζητούσε μετάθεση στο Μονακό.
Μπορώ να βάλω ένα χέρι – «coup de pouce» (στα γαλλικά) για τη μετάθεση, είπε ο Σαρκοζί.
Μία φράση που βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο του κατηγορητηρίου.
Στην παρατήρηση της προέδρου, ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αντάλλαγμα εξυπηρέτησης, ο Σαρκοζί εκρήγνυται: «Ολη μου η ζωή ήταν να δίνω coups de pouce (χεράκια βοήθειας)».
«Σαράντα χρόνια ως πολιτικός βοηθούσα και όχι πάντα τους πιο πιστούς σε μένα. Ποτέ μα ποτέ δεν θεώρησα ότι παρανομούσα».
Μία έκφραση που φαίνεται να έχει προβληματίσει σήμερα πολλούς Γάλλους.