Το καθεστώς του Φαγιέζ αλ Σαράτζ στην Τρίπολη, πιεζόμενο από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη διεθνή κοινότητα να διαλύσει τις ισλαμιστικές πολιτοφυλακές του, εξετάζει να τις μετατρέψει σε «εθνοφρουρά».
Αναφορές των γαλλικών υπηρεσιών πληροφοριών αποκάλυψαν ότι η τουρκική ιδιωτική εταιρεία ασφαλείας, δηλαδή μισθοφόρων, η «SADAT», που διοικείται από τον απόστρατο Τούρκο ισλαμιστή στρατηγό και σύμβουλο του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, Αντνάν Τανριβερντί, πρόσφατα υπέγραψε συμφωνία με την ιδιωτική εταιρεία του Λίβυου Φαουζί Μπουκατίφ, στέλεχος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, γνωστός για τις σχέσεις του με εξτρεμιστικές οργανώσεις, για την εκπαίδευση αυτής της «εθνοφυλακής».
Το yπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ δήλωσε ότι η συνάντηση μέσω τηλεδιάσκεψης μεταξύ Αμερικανών αξιωματούχων και αξιωματούχων του yπουργείου Εσωτερικών της ισλαμιστικής κυβέρνησης της Τρίπολης ολοκληρώθηκε με επιμονή στην ανάγκη διάλυσης των πολιτοφυλακών και επιβολής διεθνών κυρώσεων σε ένοπλες ομάδες που εργάζονται ενάντια στην πολιτική διαδικασία ή συμμετέχουν σε εγκληματικές δραστηριότητες.
Από τη Λιβύη, στην τηλεδιάσκεψη παρευρέθηκαν ο υπουργός Εσωτερικών της ισλαμιστικής κυβέρνησης της Τρίπολης, που συνδέεται με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, Φαθί Μπασάκα, και ορισμένοι αξιωματούχοι ασφαλείας.
Από την αμερικανική πλευρά, ήταν παρόντες ο Χένρι Γόστερ, αναπληρωτής υφυπουργός Εξωτερικών για το Μαγκρέμπ και την Αίγυπτο, Μικέλ Κόρεα, Ανώτερος Αξιωματούχος για τη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, και ο Στέφεν ντε Μιλιάνο από τη Στρατιωτική Αφρικανική Διοίκηση των ΗΠΑ (AFRICOM).
Κύριο θέμα της τηλεδιάσκεψης ήταν η παρακολούθηση των όσων συμφωνήθηκαν κατά τη διάρκεια της συνάντησης την περασμένη εβδομάδα μεταξύ του Αμερικανού στρατηγού Στέφεν Τάουνσεντ, διοικητή της AFRICOM, του πρέσβη των ΗΠΑ στη Λιβύη, Ρίτσαρντ Νόρλαντ και του επικεφαλής της ισλαμιστικής κυβέρνησης, Φαγιέζ αλ Σαράτζ, ο οποίος συνοδευόταν από τον υπουργό Εσωτερικών του, Φαθί Μπασάκα και έναν αριθμό στρατιωτικών.
Ο Μπασάκα έγραψε σε μια σειρά tweets ότι η αμερικανική πλευρά «τόνισε κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης ότι πρέπει να είναι σοβαρή η εφαρμογή του προγράμματος διάλυσης των πολιτοφυλακών, αποστράτευσης και επανένταξής τους σε μία δύναμη».
Ωστόσο, ο Μπασάκα, παρέλειψε να πει ότι η κυβέρνηση του Σαράτζ δεν επιθυμεί να διαλύσει τις πολιτοφυλακές, και ως εκ τούτου επιδιώκει να παρακάμψει τις δεσμεύσεις της έναντι της αμερικανικής πλευράς και της διάσκεψης του Βερολίνου, όπου επίσης είχε τονιστεί η ανάγκη διάλυσης των ένοπλων πολιτοφυλακών.
Αντ’ αυτού, η ισλαμιστική κυβέρνηση προτιμά την ιδέα της δημιουργίας «εθνοφρουράς», που είχε προτείνει παλαιότερα ο Μάρτιν Κόμπλερ, πρώην επικεφαλής της αποστολής του ΟΗΕ στη Λιβύη, για να απορροφήσει τις πολιτοφυλακές και να τις μετατρέψει σε μια επίσημη και δομημένη στρατιωτική δύναμη.
Η ιδέα της ίδρυσης «εθνικής φρουράς» χρονολογείται από τον Μάιο του 2016, όταν το Προεδρικό Συμβούλιο της Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας ανακοίνωσε τη σύσταση «Προεδρικής Φρουράς», η οποία θα ήταν υπό την εποπτεία του Σαράτζ, και θα απολάμβανε οικονομική και διοικητική ανεξαρτησία.
Η αποστολή της Φρουράς θα ήταν «η διασφάλιση της προεδρικής και κυρίαρχης Αρχής του κράτους», εκτός από την εξασφάλιση και τη φύλαξη ζωτικών στόχων στη χώρα, συμπεριλαμβανομένων των χερσαίων, θαλάσσιων και αεροπορικών σημείων εισόδου.
Η απόφαση όριζε εκείνη τη στιγμή ότι αυτό το νέο σώμα θα διοικούταν από έναν ανώτερο αξιωματικό του στρατού με τουλάχιστον το βαθμό του συνταγματάρχη.
Στην πραγματικότητα, το προτεινόμενο σχέδιο βασίστηκε εν μέρει στο αποτέλεσμα της συμφωνίας του Σκιράτ, που υπεγράφη τον Δεκέμβριο του 2015, αλλά απέτυχε να υλοποιηθεί, καθώς οι πολιτικές διαφορές εμπόδισαν την εφαρμογή του.
Στις 8 Φεβρουαρίου 2017, η «Κυβέρνηση Σωτηρίας» της εποχής, με επικεφαλής τον Χαλίφα αλ Γουάιλ, πήρε την ίδια ιδέα και πρότεινε την ίδρυση στρατιωτικής δύναμης με το όνομα «Εθνική Φρουρά».
Εκείνη την εποχή, η διοίκηση αυτού του νέου στρατιωτικού σώματος ανατέθηκε στον Χαλέντ αλ Σαρίφ, γνωστός και ως Άμπου Χαζίμ, οπλαρχηγός της Λιβυκής Ισλαμικής Μαχητικής Ομάδας (LIFG).
Το όνομα του Αλ Σαρίφ βρίσκεται ξανά στον αφρό, ως ένθερμος υποστηρικτής της κυβέρνησης του Σαράτζ, στο πλαίσιο των τρεχουσών κινήσεων για να ανταποκριθεί στις αμερικανικές και διεθνείς πιέσεις για τη διάλυση των ένοπλων πολιτοφυλακών, οι οποίες υποστηρίζονται από την Τουρκία και δραστηριοποιούνται στην πρωτεύουσα, Τρίπολη, και πολλές άλλες περιοχές στη Λιβύη.
Το Σάββατο βράδυ, ο Χαλέντ αλ Σαρίφ εμφανίστηκε σε ένα τηλεοπτικό κανάλι συνδεδεμένο με την Μουσουλμανική Αδελφότητα, και υπερασπίστηκε τη θέση της κυβέρνησης Σαράτζ.
«Η Κυβέρνηση της Εθνικής Συμφωνίας είναι αποφασισμένη να απελευθερώσει και να αποκαταστήσει την κυριαρχία της Λιβύης σε όλα τα εδάφη της Λιβύης», δήλωσε ο Αλ Σαρίφ, κάνοντας έμμεση αναφορά στην πόλη Σύρτη, της οποίας «η απελευθέρωση έχει γίνει επείγον θέμα», σύμφωνα με τον Μοχάμεντ Κανούνου, εκπρόσωπο των ενόπλων δυνάμεων του Σαράτζ.
Λιβυκά ΜΜΕ αποκάλυψαν ότι ο Αλ Σαρίφ, ο οποίος κατοικεί επί του παρόντος στην Κωνσταντινούπολη, πραγματοποίησε μυστική επίσκεψη στην πρωτεύουσα Τρίπολη την περασμένη εβδομάδα με έναν αριθμό Τούρκων αξιωματικών, όπου πραγματοποίησε μια σειρά συναντήσεων με τους οπλαρχηγούς των ισλαμιστικών πολιτοφυλακών σε μια προσπάθεια να αναβιώσουν την ιδέα του σχηματισμού «εθνοφρουράς».
Αυτές οι διαδοχικές αναφορές επιβεβαιώνουν διαρροές ειδήσεων σχετικά με τον Φαθί Μπασάκα ότι προσπαθεί να βρει μια φόρμουλα για να παρακάμψει τον αμερικανικό εκνευρισμό, διατηρώντας παράλληλα τη συνοχή των δυνάμεων της πολιτοφυλακής που είναι πιστές στην ισλαμιστική κυβέρνηση, σε συντονισμό με τους Τούρκους που φαίνεται να συμφωνούν με το σχέδιό του να ξεφορτωθούν περίπου 34 ενοχλητικούς οπλαρχηγούς της πολιτοφυλακής από τις πόλεις της Τρίπολης, της Ζάουβια και της Σαμπράθα.