Η Κίνα δεν θα δεσμευθεί ποτέ ότι αποκηρύσσει το ενδεχόμενο χρήσης στρατιωτικής ισχύος για να αντιμετωπίσει τις δυνάμεις που τάσσονται υπέρ της απόσχισης της Ταϊβάν, διαμήνυσε ο Kινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, υποσχόμενος μεν να συνεχίσει τις προσπάθειες για την επανένωση με «ειρηνικό τρόπο», προειδοποιώντας ωστόσο πως η επίσημη κήρυξη της ανεξαρτησίας της νήσου θα την οδηγούσε στην «καταστροφή».
Το Πεκίνο «επιφυλάσσεται του δικαιώματός του να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα» για να αντιμετωπίσει «εξωτερικές δυνάμεις» που ενεργούν για να αποτρέψουν την ειρηνική επανένωση καθώς και αυτονομιστικές και αποσχιστικές δυνάμεις στην Ταϊβάν, τόνισε ο Κινέζος πρόεδρος στη διάρκεια επίσημης ομιλίας του στο Πεκίνο.
Η Ταϊβάν και η Κίνα έχουν χωριστές κυβερνήσεις από το 1949, όταν τερματίστηκε ο κινεζικός εμφύλιος πόλεμος με την επικράτηση των κομμουνιστών στο Πεκίνο. Οι ηττημένοι εθνικιστές κατέφυγαν στη νήσο.
Το Πεκίνο θεωρεί πάντα την Ταϊβάν κινεζική επαρχία και δεν παύει να ζητεί την «επανένωση» της με την ηπειρωτική Κίνα.
Παρά τη βελτίωση των σχέσεων ανάμεσα στις δύο πλευρές τα τελευταία 40 χρόνια, το Πεκίνο δεν έχει πάψει ποτέ να απειλεί πως θα καταφύγει στη χρήση βίας για να υπερασπίσει την κινεζική εθνική κυριαρχία σε περίπτωση επίσημης ανακήρυξης της ανεξαρτησίας από την Ταϊπέι ή εξωτερικής επέμβασης.
«Η Κίνα πρέπει να επανενωθεί και θα επανενωθεί» υπογράμμισε ο Σι, επαναβεβαιώνοντας την πολιτική της «ενιαίας» Κίνας.
Οι πάντες στη νήσο «πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η ανεξαρτησία της Ταϊβάν θα έφερνε μόνο καταστροφή στην Ταϊβάν. Είμαστε διατεθειμένοι να αφήσουμε ευρύ περιθώριο για την ειρηνική επανένωση, αλλά δεν θα αφήσουμε κανέναν χώρο για αποσχιστικές δραστηριότητες οποιασδήποτε μορφής», συμπλήρωσε.
Μολονότι οι δύο χώρες έχουν καλλιεργήσει τα τελευταία χρόνια στενούς οικονομικούς, επιχειρηματικούς, πολιτισμικούς αλλά και διαπροσωπικούς δεσμούς, η Ταϊβάν, η οποία διαφημίζει τη «δημοκρατική» της παράδοση, ουδεμία διάθεση δείχνει να υπαχθεί στην διακυβέρνηση του Πεκίνου, στο οποίο προσάπτει αυταρχισμό.