Μια ομάδα γυναικών Γιαζίντι, που επιβίωσαν από την ερωτική σκλαβιά που τις έριξε το Ισλαμικό Κράτος (ISIS), όταν τις αιχμαλώτισε τον Αύγουστο του 2014, έκαναν αίτηση να συμμετάσχουν στον δικαστικό αγώνα που έχει ξεκινήσει ενάντια της γαλλικής πολυεθνικής εταιρείας σκυροδέματος «Lafarge».
Η εταιρεία τσιμένου «Lafarge» ερευνάται στη Γαλλία για τις κατηγορίες ότι πλήρωνε την οργάνωση Ισλαμικό Κράτος το διάστημα 2011 έως και 2014 για να της επιτρέπουν οι τζιχαντιστές να συνεχίσει να λειτουργεί κανονικά τις επιχειρήσεις της στα εδάφη που είχαν καταλάβει στη Συρία.
Οι Κούρδισσες Γιαζίντι αιτήθηκαν να συμμετάσχουν στην υπόθεση κατά της «Lafarge».
«Παρέχεται μια ευκαιρία να αποδειχτεί ότι το ISIS [Ισλαμικό Κράτος] και όλοι όσοι τους βοηθούσαν θα κριθούν ένοχοι για τα εγκλήματά τους και ότι τα θύματα θα αποζημιωθούν», δήλωσε η Αμάλ Κλούνεϊ που έχει αναλάβει την εκπροσώπηση των γυναικών Γιαζίντι.
«Και στέλνει ένα σημαντικό μήνυμα σε εταιρείες που συνεργάζονται στη διάπραξη διεθνών εγκλημάτων ότι θα αντιμετωπίσουν νομικές συνέπειες για τις πράξεις τους», πρόσθεσε η ίδια.
Η «Lafarge» είναι ένας γίγαντας με 63.000 εργαζόμενους και ετήσια έσοδα σχεδόν 13 δισ. δολάρια. Στη «Lafarge» ανήκει και ο δικός μας «Ηράκλης ΑΓΕΤ».
Η αποκάλυψη του σκανδάλου
Με απώτερο σκοπό να προστατεύσει τα συμφέροντα της, ο παγκόσμιος ηγέτης στη βιομηχανία τσιμέντου, η γαλλική τσιμεντοβιομηχανία «Lafarge» έκανε συμφωνία με τα ένοπλα στρατεύματα στη Συρία αλλά και ομάδες του Ισλαμικού Κράτους.
Όπως αποκάλυψε τον Ιούνιο του 2016 η γαλλική Le Monde, η εταιρεία «Lafarge» – =η οποία στην Ελλάδα είναι μητρική της ΑΓΕΤ Ηρακλής– μεταξύ του 2013 και του 2014, πλήρωσε φόρους σε μεσάζοντες και διαπραγματεύτηκε την ασφαλή διέλευση των φορτηγών και των εργαζομένων της, προκειμένου να συνεχίσει τις δραστηριότητές της στη βόρεια Συρία.
Στην καρδιά των «σκοτεινών αυτών συμφωνιών» που επικαλούνταν η Le Monde, βρίσκεται και ένα εργοστάσιο τσιμέντου, που αγόρασε η «Lafarge» το 2007, σε μία περιοχή περίπου 150 χιλιόμετρα βορειοανατολικά από το Χαλέπι.
Η τσιμεντοβιομηχανία στη Τζαλαμπίγια τέθηκε σε λειτουργία το 2010, ένα χρόνο πριν από την έναρξη του εμφυλίου πολέμου στη Συρία.
«Μέχρι το 2013, η παραγωγή ήταν ανοδική, παρά την αυξανόμενη αστάθεια στην περιοχή λόγω του εμφυλίου πολέμου» ανέφερε η εφημερίδα.
Ωστόσο, το 2013, το Ισλαμικό Κράτος, άρχισε να παίρνει τον έλεγχο στις πόλεις και τους δρόμους που βρίσκονται γύρω από το εργοστάσιο.
Η Le Monde επικαλέστηκε email που στάλθηκαν από τους manager της «Lafarge» στη Συρία, τα οποία ανέφεραν «τους αποκαλυπτικούς διακανονισμούς μεταξύ Lafarge και τζιχαντιστών προκειμένου να συνεχίσει η παραγωγή μέχρι τις 19 Σεπτεμβρίου του 2014».
Είναι η ημερομηνία όπου ομάδες του ISIS «πήραν στα χέρια τους» τη βάση της εταιρείας και η Lafarge σταμάτησε κάθε δραστηριότητα.
Χαρακτηριστική μάλιστα, σύμφωνα με την Le Monde, είναι μία περίπτωση όπου η «Lafarge», αναζητώντας πρόσβαση στα εργοστάσιά της για τους εργάτες και τις προμήθειές της, έστειλε έναν άντρα, ονόματι Ahmad Jaloudi, με την αποστολή να «λάβει άδεια από το Ισλαμικό Κράτος για να αφήσει τους εργάτες να περνούν από τα σημεία ελέγχου».
Σύμφωνα με τη Le Monde, μάλιστα, όλα αυτά τα γνώριζαν και από τα κεντρικά της εταιρείας στο Παρίσι.
Στα στοιχεία που παρουσίασε η Le Monde και μία άλλη περίπτωση όπου, «ένα διαβατήριο έφερε τη σφραγίδα του ISIS και εγκρίθηκε από τον επικεφαλής των οικονομικών (του ISIS) στο Χαλέπι», γεγονός που αποδεικνύει ότι η εταιρεία βρισκόταν σε συμφωνία το Ισλαμικό Κράτος, προκειμένου να χαίρει ελεύθερης διέλευσης των προμηθειών και των εργαζομένων της.
Προκειμένου μάλιστα να συνεχίζει να κατασκευάζει τσιμέντο, η «Lafarge» αγόρασε άδεια και πλήρωσε φόρους τόσο σε μεσάζοντες του ISIS όσο και σε εμπόρους πετρελαίου, έγραφε η εφημερίδα.
Η «Lafarge», η οποία το 2015 συγχωνεύτηκε με την ελβετική τσιμεντοβιομηχανία Holcim –επιβεβαίωσε τότε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι όντως ήταν ιδιοκτήτρια της τσιμεντοβιομηχανίας στη Τζαλαμπίγια μεταξύ 2010 και 2014, αλλά δεν αποδέχτηκε άμεσα τις «κατηγορίες».
«Όταν οι συρράξεις άρχισαν να πλησιάζουν στο εργοστάσιο, η απόλυτη προτεραιότητα της Lafarge, ήταν να διασφαλίσει το προσωπικό της, ενώ υπήρχαν συζητήσεις και για το κλείσιμο του εργοστασίου» ανέφερε τότε η εταιρεία.
Οι στρατιωτικές δυνάμεις του Ισλαμικού Κράτους αποχώρησαν από το εργοστάσιο στη Τζαλαμπίγια, έπειτα από πίεση των Κουρδικών δυνάμεων τον Φεβρουάριο του 2015.
Πληροφορίες της Le Monde, ανέφεραν ακόμη ότι η περιοχή πλέον χρησιμοποιείται από συμμαχικές αμερικανικές, γαλλικές και βρετανικές δυνάμεις, στον πόλεμο των Κούρδων κατά των τζιχαντιστών.
Αρχές Δεκεμβρίου 2017, πριν ένα χρόνο, τρία πρώην υψηλόβαθμα στελέχη της «Lafarge», εκ των οποίων ο πρώην πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Μπρουνό Λαφόν, παρουσιάστηκαν ενώπιον Γάλλων ερευνητών στο πλαίσιο της έρευνας για τις δραστηριότητες της γαλλοελβετικής τσιμεντοβιομηχανίας στη Συρία, για τις κατηγορίες ότι χρηματοδότησε εμμέσως τζιχαντιστικές οργανώσεις, μεταξύ αυτών και το Ισλαμικό Κράτος.
Απαγγέλθηκαν κατηγορίες για «χρηματοδότηση τρομοκρατικής οργάνωσης» και «έκθεση σε κίνδυνο της ζωής τρίτου» εναντίον τριών άλλων στελεχών της Lafarge.
Οι συμφωνίες έγιναν από τη Lafarge Cement Syrie (θυγατρικής της Lafarge στη Συρία) και του Ισλαμικού Κράτους, σε μια περίοδο που οι τζιχαντιστές ενισχύονταν στην περιοχή και κέρδιζαν εδάφη.
Από τον Ιούλιο του 2012 ως τον Σεπτέμβριο του 2014 η Lafarge Cement Syrie κατέβαλε περίπου 5,6 εκατομμύρια δολάρια σε διάφορες ένοπλες οργανώσεις στη Συρία, μεταξύ αυτών και το Ισλαμικό Κράτος. Η εταιρεία συγχωνεύθηκε το 2015 με την ελβετική Holcim.
Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας
Τον περασμένο Ιούνιο (2018) η «Lafarge» βρέθηκε αντιμέτωπη με σοβαρές κατηγορίες για εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας στη Συρία, αλλά και χρηματοδότηση προς τους τζιχαντιστές του ISIS.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η θυγατρική του κολοσσού στη Συρία, η Lafarge Cement Syria (LCS), προσέφερε στην τρομοκρατική οργάνωση εκατομμύρια, μέσω μεσαζόντων, ενώ δεν δίστασε να θέσει σε κίνδυνο τις ζωές των εργατών της στη χώρα.
Είναι η πρώτη φορά που η συγκεκριμένη εταιρεία αντιμετωπίζει κατηγορίες για εγκλήματα κατά Ανθρωπότητας, επισημαίνει η γαλλική οργάνωση για τα ανθρώπινα δικαιώματα Sherpa, μία από τους ενάγοντες στην υπόθεση.
Σύμφωνα με μαρτυρίες οκτώ πρώην υψηλόβαθμων στελεχών της Lafarge, η πολυεθνική έδωσε 13 εκατομμύρια ευρώ στο Ισλαμικό Κράτος για να αφήσει ανέγκιχτο το εργοστάσιο στη Τζαλαμπίγια, στα κεντρικά της Συρίας, την ώρα που άλλες εταιρείες ανέστελναν τις δραστηριότητές τους στη χώρα, λόγω του εμφυλίου.
Ερευνητές στην υπόθεση επισημαίνουν ότι τα χρήματα αυτά εξασφάλιζαν την ελεύθερη μετακίνηση εργαζομένων και υλικού μέσα στην εμπόλεμη ζώνη, ενώ μέρος της… «προστασίας» δόθηκε από τη «Lafarge» για την αγορά πετρελαίου και πρώτων υλών από προμηθευτές που σχετίζονταν με το Ισλαμικό Κράτος.
Στην ίδια δε τη τζιχαντιστική οργάνωση πωλήθηκε και τσιμέντο, σύμφωνα με βάσιμες υποψίες των ερευνητών.