Σφοδρές επικρίσεις από τη διεθνή κοινότητα προκάλεσε η εκτέλεση της ποινής του θανάτου στην Ταϊλάνδη για πρώτη φορά από το 2009, για έναν καταδικασμένο σε θάνατο και μάλιστα μία ημέρα πριν από την επίσκεψη του επικεφαλής του καθεστώτος που κυβερνά τη χώρα στο Λονδίνο και το Παρίσι.
Η επανέναρξη των εκτελέσεων χθες Δευτέρα έχει και συμβολική σημασία καθώς ο στρατηγός Πραγιούτ Τσαν-Ο-Τσα, επικεφαλής του καθεστώτος, συναντάται αύριο Τετάρτη με τη Βρετανίδα πρωθυπουργό Τερέζα Μέι και τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν τη Δευτέρα.
Η Διεθνής Αμνηστία έκανε έκκληση σήμερα «προς τη διεθνή κοινότητα, κυρίως τη γαλλική και τη βρετανική κυβέρνηση, να χρησιμοποιήσουν όλα τα διπλωματικά μέσα ώστε να σταματήσουν οι εκτελέσεις».
«Η θανατική ποινή εξακολουθεί να ισχύει, δεν την έχουμε ακόμη καταργήσει», αν και δεν είχε γίνει καμία εκτέλεση από το 2009, δικαιολογήθηκε ο Ταουατσάι Ταϊκαέου, υψηλόβαθμος αξιωματούχος του υπουργείου Δικαιοσύνης της Ταϊλάνδης.
«Ο καταδικασμένος Τιρασάκ Λόνγκιι, 26 ετών, που είχε κριθεί ένοχος για φόνο, εκτελέστηκε» με θανατηφόρα ένεση χθες Δευτέρα.
Το 2012 είχε μαχαιρώσει το θύμα του «24 φορές προκειμένου να του κλέψει το κινητό του τηλέφωνο και τα χρήματά του», διευκρίνισαν οι σωφρονιστικές αρχές.
Από το 1935, 325 καταδικασμένοι σε θάνατο έχουν εκτελεστεί στην Ταϊλάνδη, εκ των οποίων οι 319 σε εκτελεστικό απόσπασμα.
Το 2003 η Ταϊλάνδη στράφηκε στις θανατηφόρες ενέσεις και επιβράδυνε τον ρυθμό των εκτελέσεων. Μόνο έξι άνθρωποι εκτελέστηκαν από το 2003 ως το 2009.
Συνολικά 106 χώρες σε όλο τον κόσμο έχουν καταργήσει τη θανατική ποινή, ενώ 142 την έχουν ντε φάκτο καταργήσει, διατηρώντας την στον ποινικό τους κώδικα χωρίς όμως να την εφαρμόζουν.