Οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν με μεγάλη σοβαρότητα τον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους, διαβεβαίωσε ο εκπρόσωπος της αμερικανικής κυβέρνησης, Σον Σπάισερ.
Τα σχόλια έρχονται με αφορμή την επίθεση με την ισχυρότερη μη πυρηνική βόμβα που εξαπέλυσε η Ουάσινγκτον στο Αφγανιστάν, κατά τζιχαντιστών.
Όπως είπε ο κ. Σπάισερ, με αυτή τη βόμβα οι Η.Π.Α. θέλησαν να προξενήσουν καίριο πλήγμα σε σύστημα τούνελ και σπηλιών, όπου στελέχη και μαχητές του ISIS κινούνταν με ελευθερία.
Η γνωστή και ως «η μητέρα όλων των βομβών», ή αλλιώς GBU-43, ερρίφθη στην επαρχία Νανγκαρχάρ στο Αφγανιστάν στα σύνορα με το βορειοδυτικό Πακιστάν.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μη πυρηνική βόμβα, που ζυγίζει 10.000 κιλά και δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ μέχρι τώρα σε πεδίο μάχης.
Σύμφωνα με στρατιωτικούς αναλυτές, η κατάσταση στην περιοχή αυτή στα σύνορα με το Πακιστάν δεν είναι υπό έλεγχο.
Το πλήγμα αυτό είχε ως στόχο να ελαχιστοποιήσει τις απώλειες για τις αμερικανικές δυνάμεις, που δρουν στο έδαφος της ασιατικής χώρας αλλά και να προκαλέσει τη μέγιστη δυνατή ζημιά στις τάξεις του Ισλαμικού Κράτους.
Το Πεντάγωνο επιβεβαίωσε τη ρίψη της τηλεκατευθυνόμενης βόμβας και επί του παρόντος εξετάζει τα αποτελέσματα της επιχείρησης.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ, αυτή ήταν η πρώτη φορά που χρησιμοποιείται αυτού του είδους η συμβατική βόμβα σε μάχη.
Σε επιχειρήσεις στην επαρχία Νανγκαρχάρ στις 8-9 Απριλίου 2017 σκοτώθηκε ένας Αμερικανός στρατιώτης.