Ο δημοσιογράφος Αλεξ Σπενς έγραψε στο Politico για το πως η Süddeutsche Zeitung πήρε στα χέρια της τα Panama Papers. Η μεγαλύτερη διαρροή των οικονομικών στοιχείων στην ιστορία, ξεκίνησε με ένα ανώνυμο μήνυμα προς τη Süddeutsche Zeitung, παραπάνω από έναν χρόνο πριν.
«Η πηγή δεν ήθελε ούτε οικονομική αποζημίωση, ούτε οποιοδήποτε άλλο αντάλλαγμα, εκτός από μερικά μέτρα ασφαλείας», είπε τη Δευτέρα η εφημερίδα, καθώς η μαζική διαρροή προκάλεσε ερωτήματα σε όλο τον κόσμο.
Σε μια προσέγγιση που έμοιαζε με αυτή του Έντουαρντ Σνόουντεν, η πηγή πλησίασε την Süddeutsche Zeitung ανώνυμα στο ίντερνετ με μια ασαφή, δελεαστική υπόσχεση για τεράστιες ποσότητες δεδομένων.
Η πηγή επέμεινε στη χρήση κρυπτογραφημένων επικοινωνιών και στο ότι δεν θα υπάρξει συνάντηση. Η ζωή της πηγής ήταν σε κίνδυνο. «Θέλω να δημοσιοποιηθούν αυτά τα εγκλήματα», δήλωσε, όταν ρωτήθηκε γιατί προχώρησε σε αυτή την κίνηση.
Για μια σειρά μηνών, η πηγή παρείχε 2.6 terabytes δεδομένων από τη Mossack Fonseca, μια εταιρεία νομικών συμβούλων στον Παναμά, παρέχοντας μια σπάνια και εκτενή εικόνα για τον μυστικό κόσμο της υπεράκτιας οικονομίας.
Η Süddeutsche Zeitung δήλωσε ότι έλαβε 11,5 εκατομμύρια έγγραφα που χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1970, και αποτελούνται από e-mails, αρχεία PDF, φωτογραφίες και αποσπάσματα από μια εσωτερική βάση δεδομένων της Mossack Fonseca.
Η Süddeutsche Zeitung συμπεριέλαβε στην έρευνα το Διεθνές Κονσόρσιουμ Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ), ένα τμήμα του Κέντρου για τη Δημόσια Ακεραιότητα στην Ουάσινγκτον, το οποίο έχει συντονίσει αρκετές μεγάλες διασυνοριακές έρευνες που είχαν σχέση με τεράστιες ποσότητες οικονομικών δεδομένων.
Ένα δίκτυο περίπου 400 δημοσιογράφων σε 80 χώρες συνεργάστηκαν για μήνες, ερευνώντας τα έγγραφα. Τα μέσα ενημέρωσης περιελάμβαναν την εφημερίδα Guardian και το BBC στο Ηνωμένο Βασίλειο, την El Confidencial στην Ισπανία, τη Le Monde στη Γαλλία, τις Falter και ORF στην Αυστρία, την Sonntagszeitung στην Ελβετία, και τη L’Espresso στην Ιταλία.
Πολλοί είχαν δουλέψει μαζί σε άλλα πρότζεκτ του ICIJ σχετικά με φορολογικούς παραδείσους.
Το 2013, ένα από τα ανώτερα στελέχη της ICIJ, ο Αυστραλός δημοσιογράφος Gerard Ryle, έλαβε μέσω ταχυδρομείου έναν σκληρό δίσκο υπολογιστή που περιείχε εκατομμύρια αρχεία που σχετίζονταν με υπεράκτιες εταιρείες και τραστς.
Ήταν ένας συγκλονιστικός σωρός μυστικών δεδομένων. Ο όγκος και η πολυπλοκότητα τους σήμαινε ότι οι δημοσιογράφοι δεν θα μπορούσαν να τα κοιτάξουν όλα χειροκίνητα.
Το ICIJ συγκέντρωσε μια μεγάλη ομάδα δημοσιογράφων και ειδικών για να βοηθήσει να διεισδύσουν και να ερμηνεύσουν τα δεδομένα. Δημιούργησε εξελιγμένα συστήματα πληροφορικής που συναγωνίζονται εκείνα των μυστικών υπηρεσιών, των δικηγορικών γραφείων και των μεγάλων εταιρειών, που επέτρεψαν στο κονσόρσιουμ των δημοσιογράφων να φιλτράρει 2,5 εκατομμύρια αρχεία για να εντοπίσει ένα τεράστιο δίκτυο των υπεράκτιων εταιρειών και των τραστ.
Ήταν ένα όγκος στοιχείων που καμία αίθουσα σύνταξης δεν θα ήταν επαρκώς εξοπλισμένη να διαχειριστεί από μόνη της.
Μέσω του δικτύου των μέσων μαζικής ενημέρωσης, διαχώρισε τα δεδομένα σε μια σειρά από δημοσιογραφικά λαβράκια για τις φορολογικές υποθέσεις των πλουσίων και ισχυρών ατόμων που τύγχαναν ευρείας κάλυψης σε όλο τον κόσμο.
Δύο άνθρωποι από την ερευνητική ομάδα της Süddeutsche Zeitung, ο Bastian Obermayer και ο Frederick Obermaier, συνεργάστηκαν με το ICIJ σε αυτό το έργο για τις υπεράκτιες διαρροές.
Η πρόσφατη διαρροή ήταν η μεγαλύτερη διεθνής δημοσιογραφική συνεργασία, είπε η Süddeutsche Zeitung.
Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης συναντήθηκαν στην Ουάσιγκτον, το Μόναχο, το Λιλεχάμερ και το Λονδίνο για να «χαρτογραφήσουν την προσέγγιση της έρευνας», δήλωσε η εφημερίδα.
Για το επόμενο έτος, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν υπολογιστές υψηλών επιδόσεων για την ταυτοποίηση δικτύων με τη συμμετοχή 214.000 υπεράκτιων εταιρειών συνδεδεμένα με ανθρώπους σε περισσότερες από 200 χώρες και προτεκτοράτα, δήλωσε το ICIJ.
«Σε μια περίοδο μείωσης των πηγών στις αίθουσες ειδήσεων, νομίζω ότι αυτό το μοντέλο της διακρατικής συνεργασίας είναι ο τρόπος να προχωρήσουμε», είπε ο Luke Harding, ένας από τους δημοσιογράφους που εργάστηκαν πάνω στις διαρροές για τον Guardian. «Είμαστε διασπασμένοι, αλλά αν δουλέψουμε όλοι μαζί μπορούμε να κάνουμε καταπληκτικά πράγματα».
Ο Guardian είχε μια ομάδα από πέντε δημοσιογράφους να εργάζεται για μήνες πάνω στο θέμα. «Δεν νομίζω ότι έχω εργαστεί ποτέ παραπάνω για ένα μόνο κομμάτι», δήλωσε ο Harding.