Τους τελευταίους μήνες η Χαμάς έχει αυξήσει την παράνομη στρατιωτική συνεργασία της με το Ισλαμικό Κράτος Επαρχίας Σινά.
Η συνεργασία προέκυψε μετά από μια παρατεταμένη μυστική επίσκεψη στη Γάζα αυτό το μήνα, από τον στρατιωτικό διοικητή του Ισλαμικού Κράτους στο Σινά, Σάντι Αλ Μενάι, ο οποίος είχε συνομιλίες με τους ομολόγους του της Χαμάς.
Ο Μενάι ήταν στην κορυφή της λίστας των καταζητούμενων από τις αιγυπτιακές Αρχές από τότε που απέτυχαν να τον σκοτώσουν το Μάιο του 2014.
Δεν έχουν υπάρξει πληροφορίες σχετικά με τις συζητήσεις και κάποιοι αξιωματούχοι της Χαμάς αρνήθηκαν αρχικά την ύπαρξη αυτών των συναντήσεων.
Ωστόσο μπορεί κάποιος να υποθέσει με βεβαιότητα πως το ταξίδι του Μενάι μέσω ενός από τα λίγα εναπομείναντα τούνελ κατά μήκος των αιγυπτιακών συνόρων, έγινε καθαρά για να επιτύχει την αύξηση παράδοσης όπλων μέσα από αυτές τις σήραγγες και την επέκταση της στρατιωτικής βοήθειας της Χαμάς προς το Ισλαμικό Κράτος στο Σινά.
Κατά τα τελευταία δυο χρόνια το Ισλαμικό Κράτος στο Σινά βοήθησε τη Χαμάς να μετακινήσει όπλα από το Ιράν και τη Λιβύη μέσω της χερσονήσου, λαμβάνοντας ένα γενναιόδωρο μέρος από το φορτίο.
Η Χαμάς βασίζεται σε Βεδουίνους οδηγούς προς αποφυγή εντοπισμού της από τον αιγυπτιακό στρατό ώστε να προσεγγίσει τις λίγες σήραγγες που έχουν επιβιώσει του αποκλεισμού του Καΐρου.
Με αυτό τον τρόπο το Ισλαμικό Κράτος του Σινά, απέκτησε εξελιγμένα αντιαρματικά βλήματα Kornet που χρησιμοποιήθηκαν για να βυθίσουν ένα αιγυπτιακό περιπολικό σκάφος και να καταστρέψουν πολλά άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού που σταθμεύουν στο βορειοανατολικό τομέα της χερσονήσου.
Η Χαμάς επίσης προσέφερε εκπαίδευση σε αρκετούς μαχητές του Ισλαμικού Κράτους του Σινά και βοήθησε την προπαγάνδα της οργάνωσης διαδικτυακά.
Ένας από τους κύριους αξιωματούχους της Χαμάς που ενεπλάκη σε όλα αυτά, είναι ο Αϊμάν Νοφάλ, πρώην διοικητής της Ταξιαρχίας IDQB.
Πριν τη σύλληψη του το 2008 από τις αιγυπτιακές Αρχές ήταν υπεύθυνος για την ανάπτυξη «ασφαλών σπιτιών» [κρυψώνων] για τη Χαμάς και συνεργατών μεταξύ των Βεδουίνων. Κατάφερε να δραπετεύσει από τη φυλακή του Καΐρου το 2011 κατά τη διάρκεια ταραχών εν μέσω Αραβικής Άνοιξης και ανέλαβε εκ νέου το πόστο του στο Σινά.
Από το 2013 το Ισραήλ συμφώνησε να τροποποιήσει αποτελεσματικά το στρατιωτικό παράρτημα της συνθήκης ειρήνης του 1979, επιτρέποντας στο Κάιρο να εισαγάγει επιθετικά ελικόπτερα και πάνω από μία μηχανοκίνητη μονάδα πεζικού σε προηγουμένως αποστρατικοποιημένες περιοχές του Σινά.
Παρά την κλιμάκωση αυτή, η εκστρατεία του αιγυπτιακού στρατού δεν αναχαίτισε τον τοπικό βραχίονα της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος.
Περίπου χίλιοι βαριά οπλισμένοι Βεδουίνοι που συνδέονται με το Ισλαμικό Κράτος εξακολουθούν να αποτελούν σοβαρή απειλή για τα αιγυπτιακά στρατεύματα και κυβερνητικά κτίρια.
Επιθέσεις γίνονται σχεδόν καθημερινά σε διοικητικές εγκαταστάσεις, στρατιωτικά μπλόκα, και κινητές μονάδες ενώ οι αυτοσχέδιοι μηχανισμοί τους γίνονται όλο και πιο αποτελεσματικοί.
Σε απάντηση οι αιγυπτιακές δυνάμεις απέχουν από τις νυχτερινές περιπολίες, οχυρώνονται στα στρατόπεδα και μετακινούνται μόνο σε οπλισμένα κονβόι.
Ομοίως η πολυεθνική δύναμη και οι παρατηρητές έχουν αποσύρει το προσωπικό τους από ορισμένα φυλάκια κι έχουν διακόψει ορισμένες αποστολές επιθεώρησης.
Η δυνατότητα συλλογής πληροφοριών από την Αίγυπτο στη χερσόνησο εξακολουθεί να είναι ανεπαρκής και οι τοπικοί διοικητές είναι απρόθυμοι να εμπλακούν σε περιπέτειες στις θέσεις που ελέγχει το Ισλαμικό Κράτος, προτιμώντας να τους επιτίθενται από απόσταση με πυροβολικό και με αεροπορικές επιδρομές με F-16 ή ελικόπτερα.
Ως εκ τούτου παρά την απώλεια δεκάδων τζιχαντιστών, το Ισλαμικό Κράτος του Σινά παραμένει πεπεισμένο πως μπορεί να πιέζει με το στόχο εξαγωγής τρομοκρατικών επιχειρήσεων στο Κανάλι του Σουέζ και την ίδια την Αίγυπτο.
Στο πλαίσιο αυτό κάποιος θα πρέπει να έχει κατά νου ότι αρκετά μεγάλες κοινότητες Βεδουίνων ζουν στο Κάιρο κυρίως από τη φυλή Ταραμπίν.
Το Ισλαμικό Κράτος θα μπορούσε επίσης να καλλιεργήσει μια συμμαχία με τις ομάδες Σαλαφιστών που αντιμάχονται τον Πρόεδρο Αλ Σίσι.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η ισραηλινή αντικατασκοπεία έχει προειδοποιήσει τη Δύση και τις αραβικές υπηρεσίες ασφαλείας εδώ και πάνω από ένα χρόνο για την αυξανόμενη συνεργασία μεταξύ της Χαμάς και του Ισλαμικού Κράτους του Σινά.
Μέχρι πριν λίγους μήνες οι προειδοποιήσεις αυτές αντιμετωπίστηκαν με σκεπτικισμό, καθώς το Ισραήλ ήταν απρόθυμο να μοιραστεί τις πηγές του.
Τον τελευταίο καιρό όμως, επαρκής όγκος στοιχείων οδήγησε σε επανεκτίμηση της κατάστασης από τους παρατηρητές, με αιχμή του δόρατος τον βετεράνο διπλωμάτη των ΗΠΑ, Ντέιβιντ Σάτερφιλντ και διάφορες υπηρεσίες πληροφοριών.
Οι μυστικές υπηρεσίες της Αιγύπτου είναι πεπεισμένες πως η Χαμάς έχει εμπλακεί σε μια προσπάθεια διαρκούς υπονόμευσης της κυβέρνησης στον έλεγχο επί του Σινά παρά το ότι δημοσίως λέει πως επιδιώκει την επαναπροσέγγιση με το Κάιρο.
Η πεποίθηση αυτή συχνά εκδηλώνεται και με δηλητηριώδη ρητορική ενάντια στη Χαμάς από τα αιγυπτιακά ΜΜΕ, ιδίως από την τηλεόραση.
Η συνεχιζόμενη συνεργασία με το Ισλαμικό Κράτος του Σινά είναι αρκετά αμφιλεγόμενη ακόμη και στα κορυφαία κλιμάκια της Χαμάς, καθώς πολλοί ηγέτες ανησυχούν ότι θα δηλητηριάσει την ήδη τεταμένη σχέση του με την κυβερνηση του Αλ Σίσι.
Ως εκ τούτου το Συμβούλιο της Σούρα και το Πολιτικό Γραφείο φαινομενικά απέφυγε τη λήψη μιας απόφασης σχετικά με το άνοιγμα προς το Ισλαμικό Κράτος του Σινά.
Αντ’ αυτού η συνεργασία φέρεται να εκτελείται από μια ομάδα υψηλόβαθμων διοικητών του IDQB ως πρωτοβουλία ημιανεξάρτητα, χωρίς την προηγούμενη έγκριση του ηγέτη της Χαμάς στο Κατάρ ή και τον αναπληρωτή του στη Γάζα. Αμφότεροι κάνουν τα στραβά μάτια για το συνεχιζόμενο «φλερτ» με το Ισλαμικό Κράτος του Σινά.
Στην πραγματικότητα η Χαμάς καλιεργούσε σχέσεις με τις φυλές και τις μειονότητες των Παλαιστινίων στο Σινά πριν αναλάβει τη Γάζα το 2007.
Η οργάνωση χρειαζόταν τη συγκατάθεση των φυλών για να περάσει όπλα μέσα από τις διόδους τους και σταδιακά να δημιουργήσει ένα δίκτυο τοπικών συνεργατών για να αποθηκεύσει ρουκέτες που θα χρησιμοποιηθούν ενάντια στο Ισραήλ.
Έχει ήδη αποφασιστεί να χρησιμοποιηθούν κάποιες από αυτές τις ρουκέτες κατά της πόλης θέρετρο του Εϊλάτ και κατά άλλων περιοχών κατά τις παρελθούσες εκεχειρίες με το Ισραήλ.
Η ηγεσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας του Αιγυπτίου τέως προέδρου Μόρσι, απλώς βοήθησε τη σημαντική επέκταση των δραστηριοτήτων της Χαμάς.
Ως αποτέλεσμα οι μαχητές της Χαμάς έχουν δει από πρώτο χέρι την άνοδο των Σαλαφιστών – Τζιχαντιστών μεταξύ των Βεδουίνων του Σινά κατά την τελευταία δεκαετία.
Μετά την εκδίωξη της Αδελφότητας από την κυβέρνηση το 2013 και αφού η Αίγυπτος εγκαθίδρυσε το δικό της αποκλεισμό της Γάζας, η Χαμάς απάντησε με την παροχή συνδρομής στις κυριότερες τρομοκρατικές οργανώσεις στη χερσόνησο, οι περισσότερες εκ των οποίων ορκίζονται πίστη στον Αλ Μπαγκντατί, τον ηγέτη του Ισλαμικού Κράτους.
Για τη Χαμάς η συνεργασία αυτή έχει στόχο την εκτόνωση της σκληρής πίεσης του Αιγυπτιακού στρατού για την απομόνωση της Γάζας από το Σινά.
Παρά το βαθύ ιδεολογικό χάσμα μεταξύ της Χαμάς και του Ισλαμικού Κράτους και την παραδοσιακή έχθρα μεταξύ Αδελφών Μουσουλμάνων και Σαλαφιστών, η Χαμάς βλέπει το Ισλαμικό Κράτος του Σινά ως εταίρο στον αποκλεισμό του Καΐρου από τη διεκδίκηση της εξουσίας στη χερσόνησο.
Αμφότερες οι οργανώσεις μοιράζονται τη βαθιά εχθρότητα προς τον Αλ Σίσι τόσο ώστε να παραβλέπουν τις εντάσεις με τις προ Ισλαμικού Κράτους οργανώσεις στη Γάζα που αντιτίθενται στην πολιτική της Χαμάς για τη διατήρηση ηρεμίας με το Ισραήλ.
Το Ισλαμικό Κράτος του Σινά δεν προσέφερε δημόσια στήριξη σε τέτοιες ομάδες, συμπεριλαμβανομένης της Ταξιαρχίας του Σεΐχη Ομάρ Χαντίντ, που περιστασιακά εκτοξεύουν ρουκέτες κατά του Ισραήλ.
Κι ενώ οι ηγέτες του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία και στο Ιράκ, καταγγέλουν τη Χαμάς ανοιχτά, η… «θυγατρική» τους – το Ισλαμικό Κράτος του Σινά, αποφεύγει να υιοθετήσει αυτές τις θέσεις.
Είναι ενδιαφέρον πως οι καθοδηγητές της Χαμάς επίσης αποσιωπούν τις σχέσεις με το Ισλαμικό Κράτος του Σινά.
Ούτε το Ιράν, ούτε το Κατάρ, ούτε η Τουρκία έχουν εκφράσει δημοσίως οποιαδήποτε ανησυχία για την εξέλιξη αυτή.
Η Τεχεράνη συνεχίζει τις παραδόσεις όπλων στη Χαμάς μέσα από την Ερυθρά Θάλασσα και το Σινά ακόμη κι αν γνωρίζει πως κάποια από αυτά θα πάνε στο Ισλαμικό Κράτος του Σινά.
Η Ντόχα έχει διατηρήσει το πρόγραμμα βοήθειας προς τη Γάζα σε πλήρη συνεργασία με το Ισραήλ και η Άγκυρα εξακολουθεί να παρέχει καταφύγιο σε ορισμένους επιχειρησιακούς βραχίονες της Χαμάς.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
Η συνεργασία της Χαμάς με το Ισλαμικό Κράτος στο Σινά παρουσιάζει μια διπλή πρόκληση:
Από τη μία υπονομεύει τις αντιτρομοκρατικές προσπάθειες της Αιγύπτου, και ανοίγει την πόρτα στο Ισλαμικό Κράτος που κερδίζει έδαφος μεταξύ των Παλαιστινίων.
Πράγματι, οι περαιτέρω προσπάθειες πρόσληψης (Παλαιστινίων) θα μπορούσαν να καταστήσουν το Ισλαμικό Κράτος σε ισχυρό ανταγωνιστή της Χαμάς και της Φατάχ, των οποίων η δημοτικότητα συνεχίζει να μειώνεται.
Η περιχαράκωση του Ισλαμικού Κράτους στη χερσόνησο θα εξέθετε τη διεθνή ναυτιλία σε πιθανές επιθέσεις μέσω του Σουέζ και του Κόλπου της Άκαμπα.
Ένας τρόπος να αποφευχθούν αυτά τα σενάρια, είναι με την ενθάρρυνση των κύριων υποστηρικτών της Χαμάς – το Κατάρ και την Τουρκία – να αποτρέψουν τη το κίνημα από τη συνέχιση της ανεπίσημης συμμαχίας του με το Ισλαμικό Κράτος του Σινά.
Αντιμέτωπη με επίμονες απαιτήσεις διακοπής των δεσμών μαζί του, η Χαμάς μπορεί να μην έχει άλλη επιλογή από το να διαλύσει τις επικίνδυνες ευκαιριακές σχέσεις με τον Μενάι και τους τζιχαντιστές του.