Ο Νίκος Δένδιας επισκέφθηκε την Πρωτομαγιά το Αγαθονήσι, πρώτος σταθμός της περιοδείας του σε ακριτικά νησιά του Αιγαίου.
Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας έγραψε σε ανάρτησή του στο «Χ», πρώην Twitter:
«Με τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ Στρατηγό Δ. Χούπη, τον Αρχηγό ΓΕΣ Αντιστράτηγο Γ. Κωστίδη και τα στελέχη και τους οπλίτες που υπηρετούν στο Επιτηρητικό Φυλάκιο στο Αγαθονήσι.
»Πρώτος σταθμός της σημερινής επίσκεψης στα ακριτικά νησιά του Αιγαίου Πελάγους, όπου είχα την ευκαιρία να συναντηθώ ξανά με τον Δήμαρχο Αγαθονησίου Ευάγγελο Κόττορο».
Το Αγαθονήσι είναι το βορειότερο νησί του Δωδεκανησιακού συμπλέγματος και βρίσκεται πολύ κοντά στη Σάμο.
Έχει έκταση 13,4 τετραγωνικά χιλιόμετρα, πλούσιο θαλάσσιο διαμελισμό με απάνεμους όρμους και πολλές μικρές βραχονησίδες, όπως η Πίτα, η Στρογγυλή, το Πράσο, το Νερονήσι, το Κατσαγάνι και το Κουνελονήσι.
Εντάσσεται στην προστατευόμενη περιοχή Natura 2000 ως πολύτιμο καταφύγιο σπάνιων πουλιών (Αιγαιόγλαρος κ.α.).
Οι κάτοικοι του Αγαθονησίου ασχολούνται με τη γεωργία, την αλιεία και την κτηνοτροφία και με στήριξη του Αγροτικού Συνεταιρισμού.
Επίσης ως αλιεργάτες στις μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας που λειτουργεί στο νησί.
Μερικοί εργάζονται ως υπάλληλοι στις υπηρεσίες του νησιού.
Τα τελευταία χρόνια με την ανάπτυξη του τουρισμού, έχει δημιουργηθεί μικρή τουριστική υποδομή και έχουν ανεγερθεί μικρές μονάδες ενοικιαζομένων δωματίων με 120 κλίνες περίπου.
Στο Αγαθονήσι υπάρχουν τρεις οικισμοί: το Μεγάλο Χωριό, το Μικρό Χωριό και ο Άγιος Γεώργιος.
Το Μεγάλο Χωριό είναι ο μεγαλύτερος και αρχαιότερος οικισμός του νησιού, αθέατος από τη θάλασσα (όπως κτίσθηκε από παλιά για να προστατεύει τους κατοίκους από τις πειρατικές επιδρομές).
Αρχιτεκτονική ιδιαιτερότητά του είναι ο πέτρινος τοίχος γύρω από τα σπίτια με μεγάλες πόρτες – εισόδους στον οικισμό.
Το Μεγάλο Χωριό αριθμεί σήμερα περί τους 120 κατοίκους, ενώ οι άλλοι δύο οικισμοί, το Μικρό Χωριό και ο Άγιος Γεώργιος που αποτελεί και το κύριο λιμάνι του νησιού, αριθμούν μόλις 15 κατοίκους ο καθένας.
Στους ιστορικούς χρόνους το Αγαθονήσι αναφέρεται ως Υετούσσα, ο Θουκυδίδης το ονομάζει Τραγαία, ενώ ο Στράβων και ο Στέφανος ο Βυζάντιος το ονομάζουν -μαζί με τις γειτονικές νησίδες- Τραγαίαι και ο Πλούταρχος Τραγιά.
Η Τραγαία είναι η πατρίδα του φιλοσόφου Θεόγιτου, μαθητή του Αριστοτέλη.
Μετά τους Κάρες, Δωριείς και Ίωνες εποίκισαν διαδοχικά το νησί, κοντά στο οποίο πραγματοποιήθηκε το 494 π.Χ. η ναυμαχία της Λάδης, μεταξύ του Περσικού και του Ιωνικού στόλου.
Κατά τη βυζαντινή περίοδο πιθανότατα εποικίστηκε από βυζαντινούς εξόριστους στους οποίους, λέγεται, οφείλεται και το σημερινό γλωσσικό ιδίωμα των κατοίκων του, μια ιδιαίτερα καθαρή ελληνική διάλεκτος.
Το νησί εποικίστηκε και εγκαταλείφθηκε πολλές φορές από τους κατοίκους του, λόγω δυσμενών συνθηκών, με τελευταία εγκατάσταση αυτή Πατμίων και Φουρνιωτών, στις αρχές του 19ου αιώνα.
Το 1294 δωρήθηκε στην Ιερά Μονή Πάτμου, ενώ το 1522 πέρασε κι αυτό στην κατοχή των Τούρκων.
Στις 6 Αυγούστου 1824 κατέφυγε εδώ ο ηττημένος τουρκοαιγυπτιακός στόλος – άλλωστε έως τον 14ο αιώνα αποτέλεσε και καταφύγιο πειρατών – ενώ στις 29 του ίδιου μήνα, διεξήχθη στα ανατολικά του νησιού η ναυμαχία του Γέροντα.
Το 1912, το Αγαθονήσι, ακολουθώντας τη μοίρα των Δωδεκανήσων, περιήλθε στην ιταλική κατοχή.
Το 1943 το Αγαθονήσι το κατέλαβαν οι Γερμανοί και ενσωματώθηκε οριστικά στην Ελλάδα στις 7 Μαρτίου 1948.