Η βελγική Der Standaard αναφέρεται στις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις, σε άρθρο με τίτλο «Το Ευρωπαϊκό Watergate απειλεί τη δημοκρατία».
Το δημοσίευμα σημειώνει ότι τέσσερις χώρες της ΕΕ έχουν χρησιμοποιήσει παράνομα spyware εναντίον των πολιτών τους, αλλά σχεδόν μετά βεβαιότητας όλα τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένου του Βελγίου, διαθέτουν εμπορικό λογισμικό κατασκοπείας και επικρατεί «ομερτά», σύμφωνα με τα όσα ανέφερε η ευρωβουλευτής, που έκανε λόγο για ευρωπαϊκό και όχι εθνικό σκάνδαλο.
Για την Ελλάδα ειδικότερα Der Standaard: η σημειώνει ότι «ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είναι σε δύσκολη θέση μετά τη διαρροή ότι το κινητό τηλέφωνο του Νίκου Ανδρουλάκη, αρχηγού του αντιπολιτευόμενου κόμματος ΠΑΣΟΚ, είχε χακαριστεί με spyware Predator».
«Ο Μητσοτάκης έφερε τις υπηρεσίες πληροφοριών απευθείας υπό τον έλεγχό του όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του, αλλά επιμένει ότι δεν γνώριζε τίποτα γι’ αυτό.
»Ήδη έχει θυσιάσει δύο έμπιστους, συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών».
Η εφημερίδα σημειώνει τη δήλωση της Ολλανδής ευρωβουλευτή ότι «το spyware χρησιμοποιείται με πολύ συστηματικό τρόπο ως πολιτική στρατηγική στην Ελλάδα» και σχολιάζει:
«Ο Μητσοτάκης αρνείται τα πάντα και κατηγορεί την αντιπολίτευση ότι θέλει να βλάψει τη χώρα για πολιτικούς λόγους – η εβδομαδιαία εφημερίδα είναι κοντά στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ του πρώην πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα.
»Ο Πρωθυπουργός ανακοίνωσε επίσης ότι η Ελλάδα θα θεσπίσει ρητά την απαγόρευση της χρήσης κατασκοπευτικού λογισμικού».
«Η αδυναμία της έκθεσης είναι ότι βασίζεται κυρίως σε πηγές που είναι διαθέσιμες στο κοινό, όπως εφημερίδες και αναφορές από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων», επισημαίνεται, ενώ καταγράφεται και η απάντηση της Σόφι ιντ Βελντ ότι οι εθνικές κυβερνήσεις αρνούνται να συνεργαστούν.
«Το ερώτημα είναι πόσο άθικτο θα περάσει από την ειδική επιτροπή το σχέδιο έκθεσης», σχολιάζει η εφημερίδα.
«Μέλη των κοινοβουλευτικών ομάδων στις οποίες ανήκουν οι στοχευόμενες κυβερνήσεις ενδέχεται να προσπαθήσουν να αποδυναμώσουν τη διατύπωση μέσω τροπολογιών.
Το γεγονός ότι η Ιντ Βελντ διοργάνωσε ήδη μια συνέντευξη Τύπου σχετικά με το προσχέδιο της έκθεσής της μπορεί να θεωρηθεί ως άλμα προς τα εμπρός», καταλήγει.