Απευθυνόμενος στα μέλη της ελληνικής κοινότητας στη Βεγγάζη, στο προαύλιο του ελληνικού σχολείου της πόλης, ο Νίκος Δένδιας διαμήνυσε και διαβεβαίωσε ότι, «η ελληνική παρουσία στη Λιβύη αποκαθίσταται και θα παραμείνει». Προηγουμένως ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών είχε πραγματοποιήσει ένθερμες συναντήσεις με τον αναπληρωτή πρωθυπουργό της Λιβύης, τον πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων και τον δήμαρχο της Βεγγάζης.
Μιλώντας στους Έλληνες της Βεγγάζης, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε στη σημασία της προσεχούς λειτουργίας του Γενικού Προξενείου της Βεγγάζης, τονίζοντας ότι η ελληνική παρουσία στη Λιβύη αποκαθίσταται και θα παραμείνει.
«Επισκέφτηκα την ελληνική κοινότητα της Βεγγάζης, όπου θα λειτουργήσει το Γενικό Προξενείο της χώρας μας.
»H Ελλάδα είναι εκ νέου παρούσα στη Λιβύη και θα παραμείνει» τόνισε ο Νίκος Δένδιας.
Ο υπουργός Εξωτερικών προέβη και στην ακόλουθη δήλωση στους δημοσιογράφους:
«Συναντήθηκα με τον Δήμαρχο και είμαι, επίσης, πολύ χαρούμενος που βρίσκομαι στους χώρους της Ελληνικής Κοινότητας.
»Αυτό που μπορώ να υποσχεθώ στην κοινωνία της Βεγγάζης είναι ότι η Ελλάδα επιστρέφει.
»Επιστρέφει να βοηθήσει όσο πιο πολύ μπορούμε.
»Με το λαό μας, με την ιδιότητα του μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επιθυμούμε να διατηρήσουμε τη φιλία μας με τη Λιβύη και να βοηθήσουμε τη Λιβύη να προχωρήσει μπροστά και να γίνει ευημερούσα και σταθερή χώρα».
Η Κυρηναϊκή ή Μπάρκα στα αραβικά είναι η ανατολική παράκτια περιοχή της Λιβύης.
Πήρε το όνομά της από την αρχαία ελληνική αποικία Κυρήνη, στην κοιλάδα Τζεμπέλ Αχντάρ, ενώ η αραβική ονομασία Μπάρκα μοιάζει με τη γειτονική αρχαία ελληνική αποικία Βάρκη (Αλ Μαρτζ) και πιθανότατα σχετίζεται με τις ονομασίες Μπαρνίκ (Barneek) ή Βερενίκη, όπως ήταν γνωστή στην αρχαιότητα η Βεγγάζη.
Η Κυρηναϊκή δέχτηκε μεγάλο κύμα αποικισμού από τους αρχαίους Έλληνες.
Σημαντικότερη περιοχή ήταν προς τα δυτικά, όπου ιδρύθηκαν πέντε μεγάλες πόλεις, γνωστές και ως Πεντάπολις: η Βάρκη (Αλ Μαρτζ), οι Ευσπερίδες (αργότερα Βερενίκη, σημερινή Βεγγάζη), η Ταύχειρα (αργότερα Αρσινόη, σημερινή Τόκρα), η Κυρήνη και η Απολλωνία (Σούσαχ), το λιμάνι της Κυρήνης.
Στα νότια στην έρημο Σαχάρα ζούσαν διάφορες ντόπιες φυλές, ενώ υπήρχε και το Μαντείο του Φαραώ, κοντά στην Όαση Σίβα.
Η περιοχή ενσωματώθηκε στην πτολεμαϊκή Αίγυπτο από τον Πτολεμαίο Σωτήρα.
Τελευταίος ηγεμόνας της περιοχής πριν το διαχωρισμό της από το βασίλειο της Αιγύπτου ήταν ο Πτολεμαίος Η’, που την παραχώρησε στο γιο του, Πτολεμαίο Απίωνα, μετά το θάνατο του οποίου η περιοχή κληροδοτήθηκε στη Ρωμαϊκή Δημοκρατία.
Η Κυρηναϊκή έγινε ρωμαϊκή επαρχία το 96 π.Χ. και οριστικά το 74 π.Χ..
Το από 20 π.Χ έως το 296 μ.Χ αποτέλεσε μέρος της συγκλητικής επαρχίας Κρήτης και Κυρηναϊκής με πρωτεύουσα και Διοικητικό κέντρο την Γόρτυνα της Κρήτης.
Το 296, με τις μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού εφαρμόστηκε το σύστημα διακυβέρνησης της Τετραρχίας, βάσει του οποίου η Κυρηναϊκή χωρίζεται σε δύο τμήματα, βόρειο και νότιο.
Μετά τη διαίρεση της Αυτοκρατορίας, η Κυρηναϊκή περνάει στην Ανατολική Ρωμαϊκή (Βυζαντινή) Αυτοκρατορία, στα σύνορα της οποίας βρίσκεται η Τριπολίτιδα, που ανήκει στο κράτος των Βανδάλων μέχρι το 533, οπότε και κατακτιέται από το Βελισάριο.