Τις επιπτώσεις στην κοινωνία και την οικονομία από την αναστολή απονομής της δικαιοσύνης λόγω πανδημίας, ανέλυσε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος μιλώντας στη διαδικτυακή εκδήλωση που διοργάνωσε η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας .
Η ομιλία του Κ. Μίχαλου:
Η πανδημία COVID-19 δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστο κανένα τομέα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής.
Οι πρωτοφανείς συνθήκες που επικρατούν εδώ και ένα χρόνο στη χώρα, αλλά και παγκόσμια, ανατρέπουν τη λειτουργία ολόκληρων κλάδων και την καθημερινότητα εκατομμυρίων πολιτών.
Επιταχύνουν αλλαγές, προκαλούν νέα ή επιτείνουν προϋπάρχοντα προβλήματα.
Ένα από τα σημαντικά ζητήματα που αναδείχθηκαν στη διάρκεια αυτής της κρίσης, είναι και η αναστολή μιας θεμελιώδους λειτουργίας του κράτους δικαίου: του συστήματος απονομής δικαιοσύνης.
Οι συνέπειες, βεβαίως, είναι πολύπλευρες και δεν αφορούν μόνο τη λειτουργία των δικαστηρίων, αλλά όλο το φάσμα της λειτουργίας της δικαιοσύνης.
Αφορούν βεβαίως τους δικηγόρους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν στην πλειονότητά τους αξεπέραστες δυσκολίες, ακόμη και πλήρη αδυναμία, παροχής νομικών υπηρεσιών.
Η μείωση της δικηγορικής ύλης είναι γεγονός που καταγράφεται παγκόσμια, από σχετικές έρευνες και επιβεβαιώνεται και στην Ελλάδα.
Αρνητικός αντίκτυπος υπάρχει, ωστόσο, και για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις – καθώς έχει περιοριστεί δραστικά η δυνατότητα πρόσβασης στη Δικαιοσύνη και ρύθμισης των έννομων σχέσεων.
Οι οικονομικές επιπτώσεις είναι σημαντικές, αν σκεφτεί κανείς ότι είχαμε αυτό το διάστημα διακοπή της λειτουργίας των υποθηκοφυλακείων, μη εκδίκαση υποθέσεων για αξιώσεις οικονομικής φύσης κ.ά.
Ως εκπρόσωποι της επιχειρηματικής κοινότητας, δεν μπορούμε παρά να συμμεριζόμαστε το αίτημα για ασφαλή λειτουργία των δικαστηρίων.
Με λήψη και τήρηση όλων των προβλεπόμενων μέτρων για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας, αλλά και του δικαιώματος των πολιτών στη δικαστική προστασία.
Από εκεί και πέρα, θεωρούμε ότι η κρίση αυτή πρέπει να αποτελέσει αφορμή για τη ριζικές αλλαγές, με στόχο την αναβάθμιση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης στην Ελλάδα.
Ενός συστήματος που ήταν ήδη απελπιστικά δύσβατο και δυσλειτουργικό πολύ πριν την εκδήλωση της υγειονομικής κρίσης.
Ενός συστήματος που αποτελεί εδώ και χρόνια, έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες υποβάθμισης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος της χώρας.
Γνωρίζετε ότι στο Δείκτη Doing Business 2020 της Παγκόσμιας Τράπεζας, η Ελλάδα κατατάσσεται 146η μεταξύ 190 χωρών, ως προς την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης.
Για να ολοκληρωθεί η επίλυση μιας εμπορικής διαμάχης που εκδικάζεται σε πρωτοδικείο, απαιτούνται πάνω από 1.700 ημέρες, έναντι μέσου όρου 584 ημερών στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Το πρόβλημα οφείλεται κατά ένα μέρος στην κακή ποιότητα της ρυθμιστικής παραγωγής του ελληνικού κράτους.
Ένα ζήτημα που δημιουργεί τεράστια εμπόδια όχι μόνο στη λειτουργία της δικαιοσύνης, αλλά και στην επιχειρηματική και επενδυτική δραστηριότητα.
Από την άλλη, όμως, υπάρχουν και σοβαρές λειτουργικές αδυναμίες.
Όπως προκύπτει από στοιχεία διεθνών οργανισμών, το δικαστικό μας σύστημα παρουσιάζει μια από τις χειρότερες αναλογίες δικαστικών υπαλλήλων ανά δικαστή, αλλά και έναν από τους μεγαλύτερους αριθμούς δικαστηρίων κατά κεφαλή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Χρησιμοποιεί σε περιορισμένο βαθμό την τεχνολογία για την αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας, ενώ οι δαπάνες για τη λειτουργία του είναι σχετικά χαμηλές.
Η πανδημία, σε λίγο καιρό – ελπίζουμε ότι – θα είναι παρελθόν.
Όμως, η αναβάθμιση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης εξακολουθεί να είναι κρίσιμης σημασίας ζητούμενο, για την επανεκκίνηση και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Θα χρειαστούν βαθιές αλλαγές σε επίπεδο οργάνωσης και λειτουργίας του συστήματος, με αξιοποίηση των δυνατοτήτων που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός πρέπει να προχωρήσει ανεξάρτητα από τις έκτακτες ανάγκες που δημιούργησε η υγειονομική κρίση.
Πρέπει να προχωρήσει όχι για να δοθούν πυροσβεστικές λύσεις.
Όχι για να ψηφιοποιήσουμε αναποτελεσματικές υφιστάμενες διαδικασίες.
Αλλά για να εφαρμοστούν καινοτομίες που θα αναβαθμίσουν συνολικά και ριζικά το σύστημα, προς όφελος κατ’ αρχήν των ίδιων των λειτουργών του αλλά και των πολιτών και των επιχειρήσεων.
Μια από αυτές, για παράδειγμα, θα μπορούσε να είναι η ενσωμάτωση τεχνολογιών που επιτρέπουν τη φυσική αποκέντρωση των δικαστικών διαδικασιών.
Έτσι ώστε να αξιοποιούνται ορθολογικά πόροι και εγκαταστάσεις και να μειώνονται χρονοβόρες ενέργειες: τόσο για τους διαδίκους, όσο και για τους λειτουργούς του συστήματος.
Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει προσπάθειες για την ψηφιοποίηση της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα, όμως τα μέχρι τώρα αποτελέσματα θα έλεγα ότι είναι κατώτερα των προσδοκιών.
Σαφώς αυτού του είδους τα έργα αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες, σε πρακτικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο κουλτούρας, αφού το ενδιαφέρον το χρηστών είναι συνήθως χαμηλό.
Ωστόσο, η πανδημία έχει γίνει μέχρι τώρα αφορμή για να επιταχυνθεί η ψηφιοποίηση σε πολλούς τομείς.
Να ξεπεραστούν πρακτικά εμπόδια, αλλά και να εξοικειωθεί ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας με τη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας.
Θα αναφέρω ως παράδειγμα το λιανεμπόριο, όπου ακόμα και πολύ μικρές συνοικιακές επιχειρήσεις, ανέπτυξαν λειτουργίες ηλεκτρονικού καταστήματος, προκειμένου να μπορέσουν να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους, στο πλαίσιο του click-away. Και σε αυτή την κατεύθυνση, σπεύσαμε όλοι οι εκπρόσωποι της αγοράς να βοηθήσουμε, παρέχοντας υποστήριξη και λύσεις.
Πρέπει, λοιπόν, και στο χώρο της Δικαιοσύνης να λειτουργήσει η κρίση αυτή ως ευκαιρία: για να επιταχυνθούν και να ολοκληρωθούν τα έργα ψηφιακού μετασχηματισμού.
Αλλά και για να προχωρήσουν μια σειρά από άλλες απαραίτητες κινήσεις: για την αντιμετώπιση του κτιριακού προβλήματος που υπάρχει σήμερα.
Για την αναβάθμιση της διοίκησης του συστήματος, σε θέματα διαχείρισης πόρων και ανθρώπινου δυναμικού, αξιολόγηση κ.ά.
Θα πρέπει να υπάρξει επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό, με προγράμματα για την ενδυνάμωση του δικηγορικού κλάδου, με εκσυγχρονισμό των προγραμμάτων σπουδών στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών και αναμόρφωση του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων.
Η αποτελεσματική λειτουργία της δικαιοσύνης αποτελεί βασικό δημοκρατικό πρόταγμα.
Αποτελεί θεμελιώδη προτεραιότητα για την προάσπιση των δικαιωμάτων των πολιτών, για την ομαλή και υγιή λειτουργία της αγοράς, για την ανάπτυξη του τόπου.
Η πανδημία όξυνε και υπενθύμισε με τον πλέον εμφατικό τρόπο, τα προβλήματα που ταλαιπωρούν το σύστημα εδώ και χρόνια.
Ας γίνει η ευκαιρία για να προχωρήσουν ταχύτερα οι κατάλληλες λύσεις.