Aναλυτικά στοιχεία για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων και τα διαστήματα που απαιτούνται για την ανοσοπροστασία από τον ιό παραθέτει σε νέο άρθρο του ο καθηγήτής πολιτικής Υγείας του LSE Ηλίας Μόσιαλος.
Αναλυτικά αναφέρει
Διάφορα δημοσιεύματα σήμερα αναφέρονται στον αναπληρωτή διοικητή νοσοκομείου που βρίσκεται διασωληνωμένος στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο της Νίκαιας.
Του εύχομαι περαστικά και γρήγορη ανάρρωση.
Ο διοικητής, εμφάνισε συμπτώματα λοίμωξης του κατώτερου αναπνευστικού την προηγούμενη Τετάρτη.
Υποβλήθηκε σε τεστ για κορωνοϊό που ήταν αρνητικό και δεν είχε συμπτώματα.
Παραμονή Πρωτοχρονιάς η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε και την Πρωτοχρονιά διασωληνώθηκε.
Η επιδείνωση της υγείας του δεν συνδέεται με τον εμβολιασμό του την προηγούμενη Κυριακή, όπως διάφοροι διατείνονται.
Τι έγινε όμως εδώ; Δύο εκδοχές:
1) Είναι πιθανό η έναρξη της λοίμωξης να είχε προηγηθεί του εμβολιασμού.
2) Να νόσησε τις πρώτες μέρες μετά τον εμβολιασμό του. Αν κάποιος νοσήσει τις πρώτες μέρες μετά τον εμβολιασμό του, αυτό δεν σημαίνει πως ο εμβολιασμός έχει αποτύχει ή πως «κόλλησε τον ιό» κάνοντας το εμβόλιο.
H ανοσοπροστασία από το εμβόλιο ξεκινά κάποιο διάστημα μετά την πρώτη δόση αλλά δεν είναι πλήρης.
Χρειάζεται και η δεύτερη δόση του εμβολίου και τουλάχιστον 1 εβδομάδα μετά τη δεύτερη δόση για να αποκτήσουμε πλήρη ανοσοπροστασία από τον ιό.
Αναφορικά με το εμβόλιο της Pfizer οι μελέτες δείχνουν πως η προστασία αρχίζει 12 ημέρες μετά την πρώτη δόση.
Στην περίπτωση του εμβολίου της Moderna οι μελέτες δείχνουν σημαντική ανοσοπροστασία μετά τις 14 ημέρες και για το εμβόλιο της AstraZeneca μετά τις 21 ημέρες.
Επιπλέον, οι δημοσιευμένες μελέτες αναφορικά με τρία αυτά εμβόλια μας δίνουν την αποτελεσματικότητα και τα αντίστοιχα διαστήματα εμπιστοσύνης της κάθε κλινικής μελέτης:
Pfizer: Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου είναι 95% (95% διάστημα εμπιστοσύνης: 90.3 -97.6).
Moderna: Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου είναι 94,1% (95% διάστημα εμπιστοσύνης: 89,3 έως 96,8%).
AstraZeneca: 14 ημέρες μετά την δεύτερη δόση, η συνολική αποτελεσματικότητα ανέρχεται στο 70·4% (95% διάστημα εμπιστοσύνης: 54·8 – 80·6).
Για το γκρουπ που είχε λάβει 2 τυπικές δόσεις η αποτελεσματικότητα ήταν 62·1% (με 95% διάστημα εμπιστοσύνης: 41·0 – 75·7) ενώ για το γκρουπ που είχε λάβει χαμηλή πρώτη δόση και τυπική δεύτερη δόση η αποτελεσματικότητα καταγράφηκε στο 90% (με 95% διάστημα εμπιστοσύνης: 67·4 -97·0).
Αναφέρω εδώ μερικές από τις τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με την κλινική δοκιμή της Οξφόρδης/ AstraZeneca.
Τι δείχνουν τα δημοσιευμένα στοιχεία;
Αρχικά η κλινική δοκιμή είχε προγραμματιστεί με δοσολογία της μίας δόσης, αλλά προστέθηκε μια αναμνηστική δόση όταν οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι αυτό πιθανότατα θα ενισχύσει την αποτελεσματικότητα.
Κάποιοι εθελοντές έλαβαν λοιπόν την δεύτερη δόση μήνες μετά την έναρξη της δοκιμής, και το μεσοδιάστημα ήταν διαφορετικό ανάλογα το ηλικιακό γκρουπ, ενώ υπήρξε και το ζήτημα της διαφορετικής δοσολογίας.
Τα αποτελέσματα αποτελεσματικότητας που αναφέρονται υποδηλώνουν αποτελεσματικότητα ~ 60% για την ομάδα που έλαβε 2 τυπικές δόσεις και ~ 90% για την ομάδα που έλαβε αρχικά τη μισή και στη συνέχεια την τυπική δόση του εμβολίου. Αυτό που είναι λιγότερο σαφές είναι αν αυτές οι διαφορές οφείλονται στη χαμηλότερη πρώτη δόση, στους νεότερους συμμετέχοντες ή στα μεγαλύτερα κενά μεταξύ των δόσεων.
Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου μεταξύ των ηλικιών 18-55 ετών ήταν 59% για το σχήμα με τις 2 τυπικές δόσεις, έναντι του 90% για όσους έλαβαν μισή και μετά τυπική δόση.
Οι διαφορές στα μεσοδιαστήματα δεν φαίνεται να επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα σε αυτήν την ανάλυση. Αυτό άραγε οφείλεται στη δοσολογία ή στη χρονική διαφορά μεταξύ των δυο δόσεων;
Δεν το γνωρίζουμε ακόμα.
Τι σημαίνουν αυτά;
Και μετά τη δεύτερη δόση ένα μικρό ποσοστό των εμβολιασθέντων δεν θα έχει ανοσοπροστασία.
Θα πρέπει όμως να προσέχουμε και στο μεσοδιάστημα των δυο δόσεων και για κάποιο διάστημα μετά.