«Δεν αμφισβητώ την πρόθεση κανενός, ότι αυτή η Συμφωνία (σ.σ. των Πρεσπών) επιτεύχθηκε για καλό σκοπό, για να ενισχύσει τη σταθερότητα στην περιοχή, για να ενισχύσει τις γεωπολιτικές σταθερές της περιοχής, έτσι ώστε να μην υπάρξουν ανατροπές», δήλωσε την Τετάρτη στο συνέδριο του Economist ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος.
Παρατήρησε ωστόσο ότι «για να σταθεί αυτή η Συνθήκη και να παράξει θετικά αποτελέσματα, θα πρέπει και τα δύο μέρη να σταθούν με προσήλωση στην τήρηση των ουσιωδών όρων αυτής.
»Αυτή είναι και η θέση μου, αν θέλετε ως νομικού».
Τόνισε δε, ότι «αν αυτή εφαρμοστεί με απαρέγκλιτη τήρηση όλων των ουσιωδών όρων της, τότε, νομίζω, ότι θα μπορούμε να πάμε σε ένα καλύτερο μέλλον».
Επανέλαβε δε, ότι «επιζητούμε και θα συνεχίσουμε να επιζητούμε σχέσεις καλής γειτονίας στον βαλκανικό περίγυρό μας.
»Τα Βαλκάνια είναι επιτακτική ανάγκη να μετατραπούν σε περιοχή παραγωγής σταθερότητας και όχι αστάθειας, όπως ήταν διαχρονικά, με μοιραία αποτελέσματα, βέβαια, για την Ευρώπη και τον κόσμο».
Αναφερόμενος στην τουρκική προκλητικότητα, είπε ότι «μας ανησυχεί, αλλά δεν μας φοβίζει η αναθεωρητική, ολίγον ανεξέλεγκτη, τουλάχιστον από τις μέχρι πρότινος δυτικές επιρροές της, Τουρκία, η οποία, αν μη τι άλλο, εκτός από το συνηθισμένο “μενού”, τώρα τελευταία επανέρχεται με μία εξαιρετικά επιθετική ρητορική από κορυφαίους αξιωματούχους της».
Πρόσθεσε δε, ότι «δεν μας αρέσει ως χώρα να προκαλούμαστε, το έχω ξαναπεί, όσο δεν μας αρέσει να προκαλούμε.
»Όταν όμως προκαλούμαστε, οφείλουμε να δομούμε την αντίδρασή μας με όρους ψυχραιμίας, νηφαλιότητας, αλλά συνάμα και σθένους και αποφασιστικότητας.
»Αυτό άλλωστε είναι ένα πραγματικό αποτρεπτικό δόγμα».
«Ενισχύουμε, σαν στρατιωτική επιλογή, ή προσπαθούμε να ενισχύσουμε την αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεών μας.
»Η δουλειά μας στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας είναι να εξασφαλίσουμε ότι τα μαχητικά αεροσκάφη θα πετάνε, τα πολεμικά πλοία θα πλέουν, τα στρατιωτικά οχήματα θα κινούνται, πλήρως λειτουργικά και επιχειρησιακά έτοιμα, έτσι ώστε να προσφέρουν στη χώρα μια “ομπρέλα” ασφαλείας και την αποτρεπτική ισχύ που αυτή χρειάζεται έναντι πάντων», διεμήνυσε προς πάσα κατεύθυνση.
Στην ομιλία του ο κ. Παναγιωτόπουλος αναφέρθηκε στο σημερινό παγκόσμιο περιβάλλον, το οποίο χαρακτηρίζεται από «μία τάση αυξανόμενης αστάθειας», «εξάλειψη του διπολικού γεωπολιτικού συστήματος έχει οδηγήσει σε ανακατατάξεις, ανατροπές και κάποιες αυξανόμενες αβεβαιότητες, καθώς και στην εξέλιξη παλαιών απειλών, όπως και στην εμφάνιση νέων» παρατήρησε.
Οι προκλήσεις ασφαλείας
Ως προκλήσεις ασφαλείας ο υπουργός Εθνικής Άμυνας ανέφερε:
– την τρομοκρατία, ιδίως αυτή που προέρχεται από στοιχεία θρησκευτικού φονταμενταλισμού,
– τη μετακίνηση πληθυσμών, στις χώρες του δυτικού κόσμου και κυρίως στην Ευρώπη λόγω αδυναμίας επιβίωσης στις χώρες τους ή λόγω της ανισομερούς κατανομής πλούτου,
– την κλιματική αλλαγή που αποτελεί μια ειδική ασύμμετρη απειλή. «πολύ φοβούμαι, είπε, ότι το ακραίο και το έκτακτο γίνεται πλέον τακτικό, λόγω της κλιματικής αλλαγής, και ανάλογη πρέπει να είναι και η πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι αρμόδιες αρχές της χώρας, που εδώ και αρκετό καιρό, εν μέσω καλοκαιριού, είναι σε κατάσταση συναγερμού»,
– Τη γήρανση του ευρωπαϊκού πληθυσμού , την παράνομη διακίνηση ανθρώπων και το οργανωμένο έγκλημα και την πολύ σημαντική, γεωπολιτικά, παράμετρο της αξιοποίησης πλουτοπαραγωγικών πηγών, είτε όσον αφορά στην εξόρυξη υδρογονανθράκων είτε όσον αφορά στη διακίνηση αυτών, που όπως είπε επηρεάζουν ζητήματα ασφαλείας,.
– την κυβερνοαπειλή
– τις μεταναστευτικές ροές σε μεγάλους αριθμούς τα τελευταία χρόνια προς τον ηπειρωτικό χώρο της Ευρώπης. Όπως είπε, «η Ελλάδα δεν μπορεί να αλλάξει τη γεωγραφική της μοίρα και επομένως θα είναι το πρώτο σημείο υποδοχής αυτών των μεταναστευτικών ροών».
«Τα προβλήματα ασφαλείας και οι προκλήσεις από αυτή την κατάσταση στην περιοχή, προφανώς θα πηγάζουν από τα αντικρουόμενα συμφέροντα των χωρών στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και από φαινόμενα ανάδειξης ή ανάδυσης αναθεωρητισμού σε κάποιες χώρες, όπως και νέων ριζοσπαστικών πηγών θρησκευτικού και εθνικού φονταμενταλισμού», σχολίασε, και
– το Μεσανατολικό ζήτημα, αλλά και τη διαιώνιση του Κυπριακού ζητήματος
Βασικές προκλήσεις μας, παρατήρησε, είναι «η αξιοποίηση στη διαμετακομιδή των ενεργειακών πόρων, η αντιμετώπιση ριζοσπαστικού θρησκευτικού φονταμενταλισμού, η αντιμετώπιση φαινομένων εθνοτικών και θρησκευτικών εντάσεων, φαινόμενα εθνικού αναθεωρητισμού και κάποιου “μείγματος” εθνικά εγωιστικής πολιτικής, ανάμεσα και σε Ευρωπαίους εταίρους μας».
«Ανησυχούμε για την προστασία χριστιανικών μειονοτήτων και μειονοτικών πληθυσμών στην περιοχή. Ανησυχούμε για τη Λιβύη, ανησυχούμε για την κατάσταση στα Βαλκάνια, αλλά είμαστε ψύχραιμοι», πρόσθεσε ο ΥΕΘΑ, επισημαίνοντας την ανάγκη να επικρατήσει η ψυχραιμία, η νηφαλιότητα και η προσήλωση τόσο στις αξίες όσο και στους κανόνες του διεθνούς δικαίου στη χάραξη της εθνικής στρατηγικής και των επιμέρους πολιτικών.
Όσον αφορά ειδικά στη χώρα μας μεταναστευτικές ροές, κυβερνοεπιθέσεις, είναι σύμφωνα με τον κ. Παναγιωτόπουλο οι βασικές προκλήσεις ασφαλείας που πρέπει να αντιμετωπίσουμε «διότι θεωρούμε τη χώρα μας – και αγωνιζόμαστε για να την καταστήσουμε – χώρα κλειδί του περιφερειακού συστήματος ασφαλείας, σταθεροποιητικό παράγοντα της περιοχής, τελικό πάροχο ασφαλείας στην περιοχή», όπως είπε.
«Στηριζόμαστε στην αταλάντευτη πολιτική αρχών και θέσεων που βασίζεται, πάνω απ’ όλα, στο απαραβίαστο των συνόρων, στην περιφερειακή συνεργασία σαφώς, ιδίως με τις γείτονες χώρες, στο ισότιμο των διμερών σχέσεων και βέβαια στην προσήλωση στους κανόνες του διεθνούς δικαίου».
Κλείνοντας την ομιλία του, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας διαβεβαίωσε ότι «θα εργαστώ με κάθε προσήλωση, με κάθε ικμάδα των δυνάμεών μου, εγώ και η υπόλοιπη πολιτική ηγεσία, σε αγαστή συνεργασία με τα εκλεκτά στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και βεβαίως, προπαντός, με τη στρατιωτική ηγεσία, για να έχουμε Ένοπλες Δυνάμεις οι οποίες θα παρέχουν ασφάλεια στην περιοχή, θα καταστήσουν την Ελλάδα ασφαλή χώρα, αλλά θα βοηθήσουν τις Ελληνίδες και τους Έλληνες να αισθάνονται ασφαλείς σε αυτή τη χώρα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
»Αυτός είναι ο στόχος μας, αυτό είναι και το πολύ σημαντικό μας καθήκον».