«Ο Ομπάμα μίλησε τη γλώσσα της ευθύνης και της αλήθειας, σε μια εποχή λαϊκισμού και ανευθυνότητας», δήλωσε ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και τη δημοσιογράφο Νίνα Μελισόβα, εκφράζοντας παράλληλα αμφιβολίες, αν η κυβέρνηση λάβει αυτό το μήνυμα.
Για το θέμα του χρέους που απασχολεί την Ελλάδα, λέει ότι «ο Ομπάμα λίγα πράγματα μπορεί να κάνει», όπως εξάλλου φάνηκε και από προηγούμενες παρεμβάσεις των ΗΠΑ στη Γερμανία από το 2012.
Για την Ευρώπη, μετά την εκλογή Τραμπ, το Brexit και την άνοδο της ακροδεξιάς, τονίζει ότι «χρειάζεται περισσότερο από ποτέ η συνεννόηση μεταξύ των φίλων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης», με τους οποίους «η Ελλάδα πρέπει να κάνει τις κατάλληλες συμμαχίες», καθώς το ευρωπαϊκό περιβάλλον που θα διαμορφωθεί δεν θα είναι ευνοϊκό για την αλληλεγγύη που η χώρα μας χρειάζεται.
Για τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, ο κ. Ανδρουλάκης σημειώνει ότι «ήδη οι ενταξιακές συνομιλίες βρίσκονται στην κατάψυξη» και καθώς το κράτος δικαίου ακυρώνεται από το καθεστώς Ερντογάν, πρέπει να αρχίσει να συζητείται το ενδεχόμενο «ενός καθεστώτος ειδικής σχέσης».
Ακολουθεί η συνέντευξη:
Ερ: Πώς αξιολογείτε την επίσκεψη Ομπάμα στην Αθήνα και τη Γερμανία;
Η επίσκεψη Ομπάμα φυσικά και έχει την σημασία της και τον συμβολισμό της με δεδομένα μάλιστα τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου Προέδρου και την προσωπικότητα του. Η ομιλία που εκφώνησε κατά την διάρκεια της επίσκεψης του αποτελεί ύμνο προς την Δημοκρατία και τις αξίες της.
Σε μια εποχή όπου επικρατεί ο λαϊκισμός, η ανευθυνότητα και το ψέμα ο κ. Ομπάμα μίλησε για την αξία του αντικειμενικού πολιτικού λόγου, της υπευθυνότητας, της ευθύνης και της αλήθειας. Δυστυχώς, υποπτεύομαι ότι, το μήνυμα δεν πρόκειται να αποτελέσει στοιχείο προβληματισμού για την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με βάση τα όσα παράλογα και αντιφατικά επικοινώνησε προς τον ελληνικό λαό μόνο και μόνο για να επικρατήσει προεκλογικά.
Όσον αφορά τα ζητήματα που απασχολούν την Ελλάδα σήμερα, και ειδικά στο ζήτημα του χρέους, λίγα μπορεί να προσφέρει ο κ. Ομπάμα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ήδη από το 2012 πιέσει την Γερμανία, χωρίς να υπάρχει σημαντικό αποτέλεσμα. Φυσικά, περαιτέρω διευκολύνσεις στο χρέος είναι επιθυμητές και χρήσιμες χωρίς βέβαια να αποκρύπτει η κυβέρνηση από τον Ελληνικό λαό ότι αυτό πιθανότατα θα συνοδεύεται από νέες δεσμεύσεις.
Ερ: Τι επιπτώσεις διαβλέπετε στις σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρώπη στις υπό το φως της εκλογής Τραμπ, του Brexit και της ανόδου των ακροδεξιών δυνάμεων;
Προφανώς όλα αυτά αποτελούν αρνητικές εξελίξεις και παράγοντες ανησυχίας για μια παραδοσιακά φιλοευρωπαϊκή χώρα όπως η Ελλάδα. Μια συσσώρευση αρνητικών εκλογικών εκπλήξεων είναι σημείο προβληματισμού αφού σηματοδοτεί μια τάση μεταστροφής της κοινής γνώμης προς δυνάμεις αντιδραστικές προς κάθε μορφή αλληλεγγύης.
Από την στιγμή που οι εχθροί της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης πολλαπλασιάζονται και οι ΗΠΑ εισέρχονται σε μια περίοδο αβεβαιότητας, γίνεται περισσότερο αναγκαία από ποτέ η συνεννόηση μεταξύ των φίλων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η Ελλάδα, ως παραδοσιακά φιλοευρωπαϊκή χώρα, οφείλει να εκμεταλλευθεί την συγκυρία για να προωθήσει τις προτεραιότητές της κτίζοντας τις κατάλληλες συμμαχίες με όσα Κ-Μ έχουν παραπλήσιες θέσεις.
Ερ: Ποια στάση πρέπει να κρατήσει η Ευρώπη έναντι της Τουρκίας. Είστε υπέρ ή κατά της διακοπής των ενταξιακών διαπραγματεύσεων;
Η Ελλάδα από την δεκαετία του ’90 και έπειτα έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ενσωμάτωση της Τουρκίας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς εξυπηρετεί εθνικούς στόχους μια και το συγκεκριμένο πλαίσιο αποτελεί προνομιακό πεδίο για την χώρα μας. Όπως εξάλλου αποδείχτηκε στις διαδικασίες ένταξης της Κύπρου.
Σήμερα, είναι προφανές ότι αυτό δεν ισχύει στο ίδιο βαθμό μια και, η ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας φαίνεται να μην οδηγεί πουθενά. Άρα, πρέπει ως Ελλάδα, να εξετάσουμε το κατά πόσον, η προηγουμένη θεώρηση των πραγμάτων εξακολουθεί να είναι επίκαιρη και εξυπηρετεί τις εθνικές προτεραιότητες. Αυτό δεν είναι ένα ερώτημα που μπορεί να απαντηθεί εύκολα, προϋποθέτει μια συνολική αντίληψη και εξέταση των δεδομένων καθώς και μια σοβαρή συζήτηση, με τη συμμετοχή του πολιτικού κόσμου της χώρας μας.
Από την πλευρά του S&D υπάρχει πράγματι προβληματισμός Μια άποψη είναι ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις πρέπει να διακοπούν. Η Τουρκία όχι μόνο δεν εκπληρώνει τα κριτήρια ένταξης, αλλά υπάρχουν σημαντικά βήματα οπισθοχώρησης τα τελευταία χρόνια, ειδικά σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοκρατίας.
Σε κάθε περίπτωση, ο στόχος του κ. Ερντογάν φαίνεται να είναι η σχέση να μετατραπεί από πολιτική σε καθαρά οικονομική. Η Τουρκία είναι ήδη δέκτης σημαντικής οικονομικής βοήθειας για το προσφυγικό και απαιτεί συνεχώς και επιπρόσθετα ποσά. Ταυτόχρονα, πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θέλουν να δείχνουν ότι επηρεάζουν την Τουρκία στο θέμα του προσφυγικού.
Η θέση μου είναι ότι η Ευρώπη είναι οι αξίες της, και όχι ένας κουμπαράς για λύτρα όπως ορισμένοι θέλουν. Ας είμαστε ειλικρινείς, όσοι σήμερα υπερθεματίζουν προς την κατεύθυνση του παγώματος των ενταξιακών συνομιλιών ξεχνούν ότι αυτές βρίσκονται ήδη στην κατάψυξη. Όσο ο κ. Ερντογάν προχωρά στην ακύρωση κάθε μορφής κράτους δικαίου είναι μονόδρομος να αποτελέσει παρελθόν κάθε προοπτική για την Ευρωπαϊκή ένταξη της Τουρκίας και να ανοίξει παράλληλα η συζήτηση για ένα καθεστώς ειδικής σχέσης.