Ασφυκτικά γέμισε το βράδυ της Παρασκευής (17 Απριλίου) η Εξωραϊστική Λέσχη Βόλου, με αφορμή την παρουσίαση του καινούριου βιβλίου του Κωνσταντίνου Λούλη, που αναφέρεται στην συγκυβέρνηση ΝΔ – Συνασπισμού της Αριστεράς το 1989.
Φίλοι, συνεργάτες και συμπολίτες τίμησαν τον γνωστό και επιτυχημένο επιχειρηματία, γόνο πολιτικής οικογένειας (με σημαντική προσφορά στον τόπο), δημιουργώντας μια ζεστή, «οικογενειακή» ατμόσφαιρα και προκαλώντας εμφανή συγκίνηση στον συγγραφέα του βιβλίου.
Το πόνημα ζωής κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «HISTORIA», με τίτλο «Η επιβίωση της Ελλάδος μέσα από διαδοχικά θαύματα – Ψηφίδες Νεοελληνικής ιστορίας – Σελίδες δόξας, ντροπής και υποτέλειας» και αναδεικνύει «Προσωπικά βιώματα και κρυμμένες αλήθειες».
Όπως αναφέρει στο Rizopoulospost, ο δημοσιογράφος Σωτήρης Πολύζος, ο κ. Λούλης σημειώνει μεταξύ άλλων στον πρόλογο:
«Το βιβλίο αυτό είναι μια αναδρομή στους δύο τελευταίους αιώνες της ιστορίας της Ελλάδος, με επιμέρους κεφάλαια, στα οποία γίνεται συνοπτική αναφορά των σημαντικών γεγονότων, των αιτίων και των πρωταγωνιστών τους. Πρωταρχικά, οφείλω μια διευκρινιστική δήλωση, που τη θεωρώ απολύτως αναγκαία: Δεν είμαι επιστήμονας ή κατ’ επάγγελμα ιστορικός. Περισσότερο, ίσως, να μου ταιριάζει η ιδιότητα του ερασιτέχνη, αλλά ακούραστου συλλέκτη ιστορικών στοιχείων και γεγονότων».
Το επίπονο πόνημα του ευπατρίδη αλευροβιομήχανου αφιερώνεται »στους πολλούς, που προδόθηκαν από τους λίγους», αν και αρχικά όπως αποκάλυψε ο ίδιος, η αφιέρωση προορίζονταν για τις μάνες των παιδιών του.
Ο συγγραφέας επισήμανε σχετικά: «Στην έκτη δεκαετία της ζωής μου, ανήκω πλέον στην κατηγορία των Ελλήνων που οραματίστηκαν μια ευημερούσα Ελλάδα, αλλά έχουν πια συνειδητοποιήσει πως δεν θα τη γνωρίσουν ποτέ. Είμαι κι εγώ ένας «χορτασμένος» από υποσχέσεις και οράματα Έλληνας πολίτης. Κατανοώ απόλυτα κάθε έναν που πιστεύει και ελπίζει σε μια ανεξάρτητη εθνικά και ευημερούσα οικονομικά Ελλάδα, γιατί και εγώ κάποτε βίωσα αντίστοιχα συναισθήματα».
Ο κ. Λούλης ξεκαθάρισε (τόσο δια του προλόγου του βιβλίου, όσο και δια του λόγου στη χθεσινή παρουσίαση), μιλώντας και γράφοντας σε πρώτο πρόσωπο:
«Από την έκδοση αυτού του βιβλίου δεν προσδοκώ ούτε να κερδίσω χρήματα και κοινωνική προβολή, αλλά ούτε να γίνει αυτή εφαλτήριο για την ενασχόλησή μου με τα κοινά. Με αυτά τα δεδομένα, σε συνδυασμό με την απόλυτη αποστασιοποίησή μου από κομματικές ταυτότητες και εξαρτήσεις, θεωρώ πως βρίσκομαι σε πλεονεκτική θέση για να γράψω ένα βιβλίο, μακριά από κάθε είδους φιλοδοξία και πολιτικές τοποθετήσεις.
Συνδυάζοντας την κομματική απεξάρτηση με την ωριμότητα της ηλικίας και την καθημερινή γνώση, θεώρησα υποχρέωσή μου να ερευνήσω όλες τις πλευρές της ιστορικής πορείας ορισμένων πρωταγωνιστών της Νεοελληνικής περιόδου. Θεωρώ ότι ορισμένοι κακώς εισήλθαν στο πάνθεο των «αλάνθαστων πολιτικών αθανάτων», ενώ κάποιοι άλλοι αδίκως κατακρημνίστηκαν στα τάρταρα της ιστορίας».
Το ενδιαφέρον του κοινού, κατά τη χθεσινή βραδιά, κέρδισε η εξιστόρηση από τον ίδιο τον συγγραφέα (και υπό τη σχετική πίεση του παρόντα δημοσιογράφου, Σωτήρη Πολύζου) του παρασκηνίου για τη συγκυβέρνηση της ΝΔ-ΚΚΕ το 1989, στο οποίο η συμβολή του -εκ των γεγονότων- ήταν καταλυτική.
Πριν την παράθεση ιστορικών αναφορών, έτσι όπως ειπώθηκαν από τον Κωνσταντίνο Λούλη και καταγράφονται στο βιβλίο του, κρίνεται σκόπιμη η σημείωση ότι ο δαιμόνιος επιχειρηματίας, θέλοντας να ακολουθήσει την οικογενειακή πολιτική, παράδοση, έθεσε βουλευτική υποψηφιότητα χωρίς να εκλεγεί.
Επιπρόσθετα και πέραν της επιχειρηματικής του δραστηριότητας στον χώρο της αλευροβιομηχανίας, ο κ. Λούλης διετέλεσε και εκδότης, αγοράζοντας την εφημερίδα της Μαγνησίας «Θεσσαλία».
Το 1990, δε, επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη έγινε διοικητής του Αγίου Ορους, λόγω των άριστων σχέσεών του με τον τότε πρωθυπουργό.
Και ήταν αυτή η σχέση Μητσοτάκη – Λούλη, που ώθησε τον τελευταίο να συλλάβει και να οργανώσει τη συνάντηση Μητσοτάκη-Φλωράκη το 1989, όταν «δεν έβγαιναν τα κουκιά για τον σχηματισμό κυβέρνησης και ενόσω, πολλοί στη ΝΔ τότε -όπως ο Έβερτ και ο Βαρβιτσιώτης- σφετερίζονταν τη θέση του αρχηγού της ΝΔ».
Ο συγγραφέας λοιπόν, με την ιδιότητα του επιστήθιου φίλου, αλλά και την κομματική θέση του υπεύθυνου μηχανογράφησης της ΝΔ, είχε τη δυνατότητα της καθημερινής, στενής επαφής με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Έτσι, μια μέρα, τον επισκέφθηκε στο γραφείο του (ενώ πριν έβγαινε απ΄αυτό η ανήσυχη Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Ευάγγελος Αβέρωφ) και του πρότεινε να συναντηθεί με τον αρχηγό του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου (ΚΚΕ και ΕΑΡ), Χαρίλαο Φλωράκη, ενώ ανέλαβε ο ίδιος την ομολογουμένως δύσκολη οργάνωση αυτής της συνάντησης
Για την ημέρα αυτή, ο κ. Λούλης γράφει στο βιβλίο του:
«Από τις αξέχαστες εμπειρίες της ζωής μου, ήταν η γνωριμία μου με τον Χαρίλαο Φλωράκη, όταν πήγαμε με -τον μοναδικό φίλο που απέκτησα στον χώρο της πολιτικής- τον αείμνηστο Θεόδωρο Αναγνωστόπουλο, οι δυο μας μετά τα μεσάνυχτα των εκλογών του Ιουνίου 1989, με απόλυτη μυστικότητα, εκτελώντας αποστολή από τον Κ. Μητσοτάκη, για να βολιδοσκοπήσουμε το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας Ν.Δ. – Κ.Κ.Ε. Το ραντεβού μας το έκλεισε την τελευταία στιγμή, ο Βολιώτης δημοσιογράφος Θανάσης Σαμαράς.
Μετά από μια εξάωρη κοπιαστική συζήτηση, όπου θαύμασα τα χαρίσματα του φίλου μου ως συνομιλητή, όταν ξημέρωσε, η κυβέρνηση συνεργασίας δεξιάς και αριστεράς προς έκπληξη πολλών όλων των Ελλήνων, ήταν γεγονός!
Η συντροφιά και οι συζητήσεις μου με τον Θεόδ. Αναγνωστόπουλο, που έβλεπε την πολιτική με απόλυτο ρεαλισμό και με τη σύζυγό του Θάλεια Κορυζή, κυριολεκτικά πλούτισαν τις γνώσεις μου για τη νεότερη πολιτική ιστορία του τόπου μας».
Κατά τη διάρκεια της χθεσινής παρουσίας, ο συγγραφέας πρόσθεσε κάποιες λεπτομέρειες στην καταγραφή του αυτή. Όπως για παράδειγμα, ότι ο Θεόδωρος Αναγνωστόπουλος είχε οικειότητα με τον Χαρίλαο Φλωράκη, γιατί ο πατέρας του (Αναγνωστόπουλου) είχε διορίσει τον Φλωράκη στο Ταμιευτήριο και γνωρίζοντας τη λεπτομέρεια αυτή ο Κ. Λούλης, θεώρησε ότι θα ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να μεσολαβήσει για μια (φιλική και ανεπίσημη) συνάντηση με τον ακριβοθόρυτο εκείνες τις μέρες Φλωράκη.
Ο τελευταίος, όμως, την περίοδο εκείνη, είχε χάσει τη γυναίκα του και επέλεγε να ζει στην αδελφή του στο Παγκράτι και όχι στο σπίτι του, με αποτέλεσμα να αναζητείται από τους πολιτικούς άνδρες.
Η αποστολή να ανακαλύψει που διέμενε ο Φλωράκης ανατέθηκε από τον Κ. Λούλη στον (παρόντα και ομιλούντα στη χθεσινή βιβλιοπαρουσίαση) δημοσιογράφο Θανάση Σαμαρά, ο οποίος και βρήκε το τηλέφωνο της οικείας της ξαδέλφης Φλωράκη.
Το πρόσχημα για να επισκεφθεί ο Θ. Αναγνωστόπουλος και ο Κ. Λούλης τον Θ. Φλωράκη στην οικεία της αδελφής του, ήταν πάλι εμπνεύσεως του πολυμήχανου Λούλη. Ένα «θέμα» (ευφάνταστο ψέμα στην πραγματικότητα) που παρουσιάστηκε στην καταμέτρηση των ψήφων μετά τις εκλογές του Ιουνίου του ’89, ήταν ο «δούρειος ίππος» για την (αδιανόητη ως τότε) προσέγγιση Φλωράκη.
Χαρακτηριστική είναι η σχετική κατάθεση του Κ. Λούλη, στον πρόλογο του βιβλίου του:
Πιστεύω ότι, στα μέτρα των δυνατοτήτων μου, έχω επιτελέσει το καθήκον μου απέναντι στην πατρίδα, με τη θητεία μου στη διοίκηση του Αγίου Όρους, αλλά κυρίως με τη συμβολή μου το 1990 στη δημιουργία κυβέρνησης συνεργασίας μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας.
Οι λίγες ώρες που μεσολάβησαν από την πρότασή μου, την υιοθέτησή της από τον αρχηγό της Ν.Δ. Κων. Μητσοτάκη, την ολονύκτια συζήτηση που είχαμε και τις διαπραγματεύσεις στο γραφείο του Χαρίλαου Φλωράκη στον Περισσό, μαζί με τον Θεόδωρο Αναγνωστόπουλο και κανέναν άλλο, μέχρι την τελική συμφωνία,παραμένουν ανεξίτηλες στις αναμνήσεις μου.
Η συμμετοχή μου στο γεφύρωμα ενός 50χρονου,εθνικά τραγικού χάσματος, μου έδωσαν την αίσθηση της ωριμότητας στη ζωή μου, την ικανοποίηση της προσφοράς στην πατρίδα μου και την πεποίθηση πως δραπέτευσαν από τα πλαίσια του κομματικού διχασμού, διατηρώντας πάντοτε αμετάβλητα τα προσωπικά μου «πιστεύω»
Την επόμενη ημέρα της ορκωμοσίας της κυβέρνησης συνεργασίας, αισθάνθηκα την ανάγκη να βρεθώ στις πλαγιές του Γράμμου, για να τιμήσω, μαζί με έναν ιερέα, τη μνήμη των νεκρών του εμφυλίου.
Εκείνες τις ώρες βίωσα μία από τις μεγαλύτερες συναισθηματικές φορτίσεις της ζωής μου. Από τότε, νοιώθω τη συνείδησή μου απαλλαγμένη από διχόνοιες του παρελθόντος, που σκίαζαν και επηρέαζαν τις εκτιμήσεις μου».
Όποιος άλλος επίλογος, πέραν της ανεπιφύλακτης πρότασης ανάγνωσης του ενδιαφέροντος βιβλίου του Κ. Λούλη, θα αδικούσε την αξία των όσων μεταφέρονται στη παρούσα δημοσίευση και στα περισσότερα και εξίσου, σημαντικά καταγράφονται στην παρακαταθήκη ενός άνδρα που «δικαιούται δια να ομιλεί»…