Ελεύθερη αφέθηκε η δημοσιογράφος του Ελεύθερου Τύπου Δέσποινα Κονταράκη, η οποία νωρίς το απόγευμα, συνελήφθη με τη διαδικασία του αυτόφωρου, μετά από μήνυση της Ραχήλ Μακρή, η οποία θεώρησε ότι θίγεται από σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας.
Η δημοσιογράφος, οδηγήθηκε συνοδεία αστυνομικών στο ΑΤ του Νέου Ηρακλείου, όπου μετά την απολογία της με απόφαση εισαγγελέα, αφέθηκε ελεύθερη.
Από αστυνομική πηγή έγινε γνωστό ότι η μήνυση που έχει υποβάλει η κ. Μακρή στρέφεται, εκτός από τους δύο δημοσιογράφους και τον εκδότη της εφημερίδας, και κατά του δημοσιογράφου Γιάννη Πρετεντέρη και του εκδότη Σταύρου Ψυχάρη, για ανάλογο δημοσίευμα.
Τα επίμαχα δημοσιεύματα στον σημερινό Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής τα οποία η βουλευτής των ΑΝ.ΕΛ. θεώρησε ότι την θίγουν είναι τα εξής:
Η ΑΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΗ στάση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και η αλήστου μνήμης κραυγή της ανεκδιήγητης Ραχήλ Μακρή των ΑΝ.ΕΛ., «ότι βάζετε αθώους στη φυλακή», είναι το λιγότερο τραγική. Ανερυθρίαστα, ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε την παραίτηση των υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Δικαιοσύνης, συντασσόμενος εγκληματικά με την επιχειρηματολογία της Χρυσής Αυγής ότι η δίωξη των μελών της είναι πολιτική!
Ανερυθρίαστα, η Ραχήλ Μακρή βάφτισε αθώους εκείνους που έδιναν εντολές ή συμμετείχαν στα τάγματα εφόδου, που ξεχύνονταν τις νύχτες στους δρόμους προς αναζήτηση θυμάτων. Εκείνους που έθρεψαν το μίσος και οδήγησαν στις δολοφονίες του Παύλου Φύσσα και του Σάχζαντ Λουγκμάν.
Και το δεύτερο:
Χορεύοντας με τον Μπαλτάκο και τον Κασιδιάρη
Η πρώτη αίσθηση, όταν αποκαλύφθηκε από τον Ηλία Κασιδιάρη η συνομιλία του με τον Τάκη Μπαλτάκο, ήταν σαν το χτύπημα του κεραυνού. Ο απόλυτος αιφνιδιασμός, ακόμη και γι’ αυτούς που γνώριζαν τις απόψεις Μπαλτάκου. Βλέποντας το βίντεο, με τον πρώην γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου καθισμένο κάτω από τις εικόνες να κουβεντιάζει με το χρυσαυγίτη εκπρόσωπο σαν καλός φίλος, που νοιάζεται για την τύχη του αλλά δεν μπορεί να τον βοηθήσει γιατί ο «μεγαλοαστός» πρωθυπουργός δεν τον καταλαβαίνει, ο αιφνιδιασμός έδινε τη θέση του στην αηδία.
Αυτό το αίσθημα, της αηδίας, δύσκολα θα δώσει τη δική του θέση σε οιοδήποτε άλλο. Ισως μόνο η λήθη θα το απαλύνει και τελικά θα το εξαφανίσει… Μέχρι να φτάσουμε στη λήθη, όμως, καλό είναι να αντιληφθούμε σε τι ακριβώς λούκι μπήκαμε από την ώρα που ο Κασιδιάρης αποφάσισε να μας κάνει δώρο αυτή την υψηλού επιπέδου συνομιλία του με τον Μπαλτάκο.
Πρώτον, η δημόσια ζωή μονοπωλείται πλέον από το «υλικό» που είτε διαθέτουν είτε υποστηρίζουν ότι διαθέτουν οι χρυσαυγίτες. Εννοείται ότι πρόκειται για παράνομο «υλικό». Ομως, τι σημασία έχει αυτό σε μια χώρα που έχει μάθει να τρέφεται με θεωρίες συνωμοσίας και να ζει σε περιβάλλον γενικευμένης καχυποψίας;
Δεύτερον, όχι μόνο οι κατηγορούμενοι χρυσαυγίτες, αλλά και πολλά πολιτικά στελέχη άλλων κομμάτων, κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ., αποδέχονται ουσιαστικά την άποψη ότι η κυβέρνηση υπαγόρευσε στη Δικαιοσύνη τη δίωξη της Χρυσής Αυγής! Η Ραχήλ Μακρή, μάλιστα, έβγαλε και δικαστική απόφαση, μιλώντας για «χούντα» (την κυβέρνηση) που θέλει να φυλακίσει «αθώους» (τους χρυσαυγίτες που κατηγορούνται για συγκρότηση, διεύθυνση και συμμετοχή εγκληματικής οργάνωσης). Σαν να μην υπάρχουν δολοφονίες, εγκληματικές πράξεις, αγκυλωτοί σταυροί και όλα τα υπόλοιπα που έχουμε δει και καταγράφονται στη δικογραφία…
Τρίτον, άλλες πολιτικές δυνάμεις, ανάμεσα στις οποίες και στελέχη του συγκυβερνώντος κόμματος (ΠΑΣΟΚ), φθάνουν στο σημείο να υπαινίσσονται ότι ο Σαμαράς, επί των ημερών του οποίου έγινε η σφοδρή πολιτική σύγκρουση με τη Χρυσή Αυγή, είναι «ακροδεξιών τάσεων», άρα το ΠΑΣΟΚ πρέπει να το ξανασκεφτεί αν θα είναι στην κυβέρνησή του ή αν θα τον αποδέχεται ως πρωθυπουργό. Αυτά δεν τα λέει ο Βενιζέλος, αλλά ο Παπανδρέου και ο Ραγκούσης. Αυτοί, δηλαδή, που, έχοντας την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή, πριν από δύο χρόνια, συγκυβερνούσαν όχι μόνο με τη Ν.Δ., αλλά και με τον ΛΑ.Ο.Σ., χωρίς κανένα ιδεολογικό πρόβλημα!
Στο θέμα παρενέβη και η ΕΣΗΕΑ:
Η συνάδελφος, όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση της ΕΣΗΕΑ, οδηγήθηκε στο αστυνομικό τμήμα έπειτα από μήνυση της βουλευτού των «Ανεξάρτητων Ελλήνων» Ραχήλ Μακρή, η οποία στρέφεται ευθέως εναντίον του δικαιώματος του δημοσιογράφου να σχολιάζει την επικαιρότητα και να ενημερώνει τον πολίτη.
«Οι Έλληνες δημοσιογράφοι δεν πτοούνται από μηνύσεις και απειλές. Αντίθετα, διακηρύσσουμε προς όλες τις κατευθύνσεις ότι θα αγωνιστούμε σθεναρά εναντίον εκείνων, οι οποίοι επιχειρούν να φιμώσουν τους δημοσιογράφους με απειλές και μηνύσεις. Οι πρακτικές αυτές είναι απαράδεκτες και θα τις καταγγείλουμε αμέσως στη Διεθνή και την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων».