Η πανδημία της COVID-19 μας δίδαξε πολλά πράγματα. Από το πόσο εύκολο είναι να δουλεύεις εξ αποστάσεως μέχρι το πόσο γρήγορα μπορούν να γίνουν τα εμβόλια και από το πόσος χρόνος χρειάζεται για να βρεθεί μια θεραπεία, μέχρι το γιατί κάποιοι άνθρωποι φαίνεται να έχουν ανοσία στον κορωνοϊό.
Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι ορισμένα άτομα εμφανίζουν «υπεράνθρωπες» αντιδράσεις στην ασθένεια.
Τα άτομα αυτά όχι μόνο έχουν υψηλά επίπεδα αντισωμάτων κατά του ιού, αλλά παρουσιάζουν και ένα φάσμα αντισωμάτων που μπορούν να εξουδετερώσουν και διαφορετικές παραλλαγές.
Μια μελέτη που δεν έχει αξιολογηθεί ακόμη από ομότιμους, ισχυρίζεται ότι βρήκε τον λόγο για αυτή την ικανότητα.
Πολλές χώρες στη Δύση κατάφεραν να εμβολιάσουν γρήγορα τον πληθυσμό κατά της COVID-19.
Ωστόσο, νεότερες παραλλαγές του ιού, όπως η «Δέλτα», κατάφεραν να διαπεράσουν, ακόμη και σε εμβολιασμένα άτομα, εγείροντας ανησυχίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα του εμβολίου έναντι του εξελισσόμενου ιού και την ανάγκη εισαγωγής αναμνηστικών δόσεων.
Η μελέτη ατόμων που μπορούν να αντιμετωπίσουν ένα ευρύ φάσμα παραλλαγών του ιού μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη περαιτέρω στρατηγικών για τον περιορισμό της νόσου.
Η μελέτη που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο Ροκφέλερ στις ΗΠΑ διαπίστωσε ότι τα άτομα που εμφάνιζαν αυτά τα χαρακτηριστικά είχαν ένα κοινό στοιχείο.
Πρώτα μολύνθηκαν από τον ιό και στη συνέχεια εμβολιάστηκαν όταν έγιναν διαθέσιμα τα εμβόλια.
Τα αντισώματα που παρήγαγαν αυτά τα άτομα προσέφεραν ένα είδος «υβριδικής ανοσίας» που δεν ήταν αποτελεσματική μόνο έναντι έξι παραλλαγών του SARS-CoV-2 αλλά και του προκατόχου του, του SARS-CoV-1, και άλλων ιών που βρίσκονται σε νυχτερίδες ή παγκολίνους, που θα μπορούσαν δυνητικά να γίνουν μολυσματικοί και στον άνθρωπο, αναφέρει το NPR.
Σύμφωνα με την ελληνικής καταγωγής Θεοδώρα Χατζηιωάννου, μία από τους συγγραφείς της μελέτης, ο SARS-CoV-1 είναι πολύ διαφορετικός από τον ιό που προκαλεί τον COVID-19, και όμως τα αντισώματα αυτά λειτούργησαν εναντίον του.
Πιθανώς η απόλυτη δοκιμή αυτών των αντισωμάτων ήταν ένας τροποποιημένος ιός που έφερε 20 μεταλλάξεις που είναι γνωστό ότι βοηθούν τον ιό να αποφύγει το ανοσοποιητικό σύστημα.
Ενώ αυτός ο τροποποιημένος ιός κατάφερε να επιβιώσει έναντι των αντισωμάτων ανθρώπων που είχαν μόνο μολυνθεί ή μόνο εμβολιαστεί, δεν μπόρεσε να επιβιώσει έναντι αντισωμάτων ανθρώπων που είχαν «υβριδική ανοσία».
Μήπως αυτό σημαίνει ότι ο καλύτερος τρόπος για να αποκτήσει κανείς ανοσία στον ιό, είναι να μολυνθεί πρώτα και μετά να εμβολιαστεί;
Οι συγγραφείς της μελέτης, σίγουρα δεν το συμβουλεύουν αυτό.
Επιπλέον, στη μελέτη συμμετείχαν μόλις 14 άτομα και δεν θα ήταν σκόπιμο να εξαχθούν κατευθυντήριες γραμμές για τον γενικό πληθυσμό με βάση έναν τόσο μικρό αριθμό.
Μια άλλη προδημοσίευση που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα, έδειξε ότι τα άτομα που δεν είχαν μολυνθεί από τον ιό SARS στο παρελθόν επέδειξαν κάποια ευελιξία μετά τη λήψη δύο δόσεων του εμβολίου κατά της COVID.
Η κ. Χατζηιωάννου δήλωσε στο NPR ότι αναμένει ότι τα αντισώματα στα άτομα που λαμβάνουν αναμνηστική (τρίτη) δόση θα παρουσιάσουν ευρύτερη ανταπόκριση, αν όχι «υπεράνθρωπη».