Την εξαίρεση των επιχειρήσεων της Β. Αττικής και των εργαζομένων σε αυτές από την επικείμενη καταβολή διοδίων στους κόμβους της Βαρυμπόμπης και του Αγίου Στεφάνου ζήτησε από τον αρμόδιο υπουργό Υποδομών και Μεταφορών κ. Χρ. Σπίρτζη με επιστολή του ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος.
Αναλυτικά στην επιστολή του ο κ. Μίχαλος αναφέρει:
«Η επικείμενη εγκατάσταση ηλεκτρονικών διοδίων στους κόμβους της Βαρυμπόμπης και του Αγίου Στεφάνου, πρόκειται να επηρεάσει αρνητικά εκατοντάδες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην περιοχή, καθώς και τους εργαζομένους σε αυτές.
Όπως γνωρίζετε, η Βόρεια Αττική αποτελεί σημαντικό κέντρο επιχειρηματικής και βιομηχανικής δραστηριότητας, με περισσότερες από 600 επιχειρήσεις οι οποίες εκτελούν καθημερινά δρομολόγια με εταιρικά φορτηγά και άλλα οχήματα. Η υποχρέωση καταβολής διοδίων στις μετακινήσεις των οχημάτων αυτών, θα δημιουργήσει ένα σημαντικό επιπλέον κόστος για τις επιχειρήσεις, σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία.
Επιπλέον, θα επιβαρυνθούν οικονομικά περισσότεροι από 7.000 εργαζόμενοι, οι οποίοι χρησιμοποιούν καθημερινά τον αυτοκινητόδρομο για να μετακινηθούν από και προς το χώρο εργασίας τους. Λόγω δε και της απουσίας επαρκούς παράπλευρου οδικού δικτύου, η μόνη εναλλακτική επιλογή για τη μη πληρωμή διοδίων είναι η κίνηση εντός του οικιστικού ιστού της ευρύτερης περιοχής, κάτι που θα προκαλέσει σοβαρές κυκλοφοριακές και περιβαλλοντικές συνέπειες.
Για τους λόγους αυτούς, θεωρούμε απαραίτητη τη θέσπιση ειδικής ρύθμισης για τα οχήματα των επιχειρήσεων και των εργαζομένων της περιοχής, ανάλογης με αυτή που θα ισχύσει για τους κατοίκους. Ειδικότερα, στο πλαίσιο του ηλεκτρονικού αναλογικού συστήματος διοδίων, ζητούμε να εξαιρεθούν της χρέωσης τα εταιρικά οχήματα των επιχειρήσεων που εδρεύουν στη Βόρειο Αττική, καθώς και τα ιδιωτικά οχήματα των εργαζομένων σε αυτές, με σχέση εξαρτημένης εργασίας. Η ρύθμιση αυτή μπορεί να ισχύσει στη βάση σχετικών καταλόγων και δικαιολογητικών που θα υποβάλουν οι επιχειρήσεις στο υπουργείο.
Σε μια περίοδο όπου η εξασφάλιση της βιωσιμότητας και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της εγχώριας παραγωγικής βάσης, αποτελούν κρίσιμα ζητούμενα για την ανάκαμψη της ελληνικής, θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη παρέμβαση θα αποτελέσει ένα μήνυμα έμπρακτης στήριξης στην προσπάθεια των επιχειρήσεων και των ανθρώπων τους».