Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Αίθουσα Σύνταξης
Τμήμα ειδήσεων tribune.gr

Κόλαφος κατά της κυβέρνησης το άρθρο των βιομηχάνων για την “μικρή” ΔΕΗ

Κόλαφος κατά της κυβέρνησης το άρθρο των βιομηχάνων για την “μικρή” ΔΕΗ
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για Αντώνης Κοντολέων, ΔΕΗ,

Κόλαφος για την κυβέρνηση είναι το άρθρο του Αντώνη Κοντολέων, που είναι μέλος του Δ.Σ. της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας, για την μικρή ΔΕΗ.

Στο άρθρο του μιλά για την αποτυχημένη ενεργειακή πολιτική των κυβερνήσεων και τονίζει ότι η μικρή ΔΕΗ δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα ολιγοπώλιο που θα παράγει ενέργεια με κόστος 35 ευρώ και θα το πουλά 80 ευρώ, κερδίζοντας έτσι οι ιδιώτες όλη την υπεραξία από τον εθνικό πλούτο.

Στην ουσία αυτό που επιβεβαιώνει ο Αντώνης Κοντολέων είναι ότι με την μικρή ΔΕΗ δεν θα ωφεληθεί ούτε ο μικρός καταναλωτής ούτε οι βιομηχανίες που προσφέρουν δέσεις εργασίας, αλλά μόνο ο ιδιώτης που θα υπάρχει να εκμεταλλευτεί τον εθνικό πλούτο χωρίς να κερδίσει ούτε καν το κράτος.

Διαβάστε το άρθρο που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στην εφημερίδα Αυγή:

Η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας πλήττεται λόγω του υψηλού ενεργειακού κόστους. Οι τιμές στις ευρωπαϊκές ημερήσιες αγορές ηλεκτρικής ενέργειας (σποτ) είναι κάτω από 40 ευρώ/MWh (Γερμανία 33 ευρώ/MWh), ενώ αντίθετα οι τιμές της ελληνικής υποχρεωτικής ημερήσιας αγοράς είναι 75 ευρώ/MWh. Γι’ αυτή τη στρέβλωση ευθύνονται λάθος πολιτικές αποφάσεις μερικά χρόνια πριν. Ας το πάρουμε από την αρχή.

Οι πολιτικοί μας, πριν από μερικά χρόνια, με πρόσχημα την απελευθέρωση στη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αποφάσισαν την είσοδο και άλλων παικτών που θα ανταγωνίζονταν το κρατικό μονοπώλιο της ΔΕΗ. Μάλιστα μας διαβεβαίωναν ότι έτσι θα μειωθεί η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος για τον καταναλωτή και ταυτόχρονα θα απαλλαχθούμε από τον βρόμικο λιγνίτη.

Γι’ αυτό πρότειναν την εισαγωγή στο ενεργειακό μείγμα της χώρας του καθαρού μεν, αλλά εισαγόμενου και ακριβότερου φυσικού αερίου δε, με το επιπλέον επιχείρημα ότι οι νέες μονάδες θα είναι ευέλικτες και θα στηρίξουν την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ).

Τίποτα από τα ανωτέρω δεν επαληθεύθηκε. Η ζήτηση έπεσε, η τιμή του φυσικού αερίου αυξήθηκε (και λόγω φόρων), η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΑΠΕ) διπλασιάστηκε, με αποτέλεσμα οι μονάδες αυτές με καύσιμο φυσικό αέριο σήμερα να υπολειτουργούν και να επιδοτούνται για να παραμείνουν στη ζωή με πολύ υψηλό κόστος, ποσά που πληρώνει ο καταναλωτής.

Παράλληλα, για να προσελκύσουμε αυτές τις νέες μονάδες επιλέχθηκε ως μοντέλο αγοράς η υποχρεωτική ημερήσια αγορά (pool), που θα τους επέτρεπε να αντέξουν στον ανταγωνισμό της ΔΕΗ, μη υποχρεώνοντάς τις να βρουν αγοραστές μια και μπορούν να πωλούν σε ένα κοινό καλάθι την ενέργεια που παράγουν.

Τελικά δεν αναπτύχθηκε ανταγωνισμός στην αγορά, η ΔΕΗ παραμένει δεσπόζων παίκτης και οι τιμές για τον καταναλωτή αυξήθηκαν. Το δε μοντέλο αγοράς δεν επιτρέπει σήμερα να πέσουν οι τιμές, όπως συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη, παρά την υπερπροσφορά ενέργειας λόγω διπλασιασμού της παραγωγής από ΑΠΕ.

Δυστυχώς ο εφιάλτης για τον καταναλωτή δεν σταματάει εδώ. Τώρα είναι η τρόικα, η οποία με πρόφαση τη δημιουργία πραγματικού ανταγωνισμού στην αγορά αποφάσισε ότι πρέπει να πωληθεί η “μικρή ΔΕΗ” και να δοθεί το management της ΔΕΗ σε ιδιώτες μαζί με το 17% των μετοχών.

Όμως η δημιουργία της «μικρής ΔΕΗ» δεν μπορεί από μόνη της να δημιουργήσει ανταγωνιστική αγορά, καθώς η ύπαρξη δύο ολιγοπωλίων δεν εξασφαλίζει κατ’ ανάγκη ανταγωνισμό, όταν μάλιστα το σημερινό μοντέλο αγοράς θα δίνει το δικαίωμα στον νέο ιδιοκτήτη της ΔΕΗ να πωλεί την λιγνιτική παραγωγή, που του κοστίζει 35 ευρώ/MWH, στην τιμή της αγοράς, που θα είναι 80 ευρώ/MWH, χωρίς να μπορεί κανείς να τον εγκαλέσει για υπέρογκα κέρδη.

Η δε κυβέρνηση δεν θα μπορεί να ασκήσει ούτε την κοινωνική ούτε τη βιομηχανική πολιτική της. Οι υπεραξίες από την εκμετάλλευση του εθνικού πλούτου θα πηγαίνουν στα χέρια ιδιωτών.

Η ευθύνη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας είναι τεράστια, καθώς καθυστερεί τη λήψη μέτρων στην κατεύθυνση μιας ελεύθερης αγοράς επ’ ωφελεία όλων των καταναλωτών. Το άνοιγμα της αγοράς προς όφελος των όποιων επενδυτών δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός.

Το ζητούμενο σήμερα είναι η ασφάλεια εφοδιασμού σε ανταγωνιστικό κόστος, προϋπόθεση για νέες παραγωγικές επενδύσεις, για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, για ανάπτυξη, για την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Τέλος προτεραιότητα πρέπει να είναι η αναθεώρηση του προγράμματος απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων και η χάραξη μιας εθνικής ενεργειακής πολιτικής που να υιοθετεί ένα μείγμα καυσίμου ελάχιστου κόστους που θα εγγυάται τη βιωσιμότητα των υφιστάμενων παραγωγικών μονάδων και θα προσελκύει νέες επενδύσεις.

Η ελληνική βιομηχανία δίνει μια δύσκολη μάχη ανταγωνιζόμενη με άνισους όρους την αντίστοιχη ευρωπαϊκή στις διεθνείς αγορές.

Δυστυχώς, πλην των μειωμένων βιομηχανικών τιμολογίων που αποφάσισε η κυβέρνηση αντιλαμβανόμενη ότι η βιομηχανία έφθασε στην ώρα μηδέν, δεν υπάρχει συνέχεια.
Ως επιβεβαίωση της μη συνέχειας στην πολιτική της κυβέρνησης έρχεται η νέα πρόταση της ΡΑΕ, που αναιρεί την προηγούμενη πρότασή της το 2012 για τη υποχρεωτική διάθεση από τη ΔΕΗ λιγνιτικής παραγωγής στο κόστος. Η νέα πρόταση είναι προφανές ότι, αφού από τον σχεδιασμό της εξαιρεί τη βιομηχανία, δεν έχει σκοπό να δημιουργήσει ανταγωνισμό στην προμήθεια, απλώς να αυξήσει τα έσοδα κάποιων προμηθευτών.
Για τη βιομηχανία υπάρχει ένα ξεκάθαρο αίτημα προς την κυβέρνηση και τη ΡΑΕ.
Ζητούμε το αυτονόητο, ελεύθερη και ανταγωνιστική αγορά ίδια με των Ευρωπαίων ανταγωνιστών μας.
Ως ΕΒΙΚΕΝ επιμένουμε. Το διακύβευμα είναι η ίδια η έξοδος της χώρας από την ύφεση, για την επίτευξη της οποίας η διατήρηση και ενίσχυση του βιομηχανικού ιστού μέσω της μείωσης του ενεργειακού κόστους -και όχι μόνο- αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση.

* Ο Αντώνης Κοντολέων είναι μέλος του Δ.Σ. της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας

Σχετικά άρθρα