Τα Επιμελητήρια είναι ο κύριος εκφραστής και αρωγός της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας, τόνισε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας Κωνσταντίνος Μίχαλος, μιλώντας στην ανοιχτή κοινή συνεδρίαση που διοργάνωσαν την Κυριακή τα 5 Επιμελητήρια της Στερεάς Ελλάδας με θέμα “Η εφαρμογή της νέας επιμελήτηριακής νομοθεσίας – Πορεία του επιμελητηριακού θεσμού”.
Η Ομιλία του κ. Μίχαλου:
«Η Στερεά Ελλάδα είναι μια περιφέρεια με καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Μια περιφέρεια της οποίας η ίδια η πολυμορφία, δημιουργεί ταυτόχρονα σημαντικά πλεονεκτήματα, αλλά και έντονες περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές πιέσεις.
Μια περιφέρεια που διαθέτει εξαιρετικούς φυσικούς και πολιτιστικούς πόρους. Διαθέτει αξιόλογη παραγωγική βάση, με αιχμή τον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Διαθέτει, σπουδαίες δυνατότητες για περαιτέρω ανάπτυξη του τριτογενή τομέα, ιδιαίτερα στον τουρισμό και στο εμπόριο.
Μια περιφέρεια που, την ίδια στιγμή, χαρακτηρίζεται από μεγάλες ανισότητες και παρουσιάζει ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας στη χώρα.
Μια περιφέρεια που έχει άμεση ανάγκη από επενδύσεις, από νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, από αύξηση της εξωστρέφειας, ώστε να τονωθεί η απασχόληση. Να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και ευκαιρίες για την αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών.
Σε αυτή τη δύσκολη προσπάθεια, πρέπει να επισημάνω, ότι και τα πέντε Επιμελητήρια της Στερεάς Ελλάδας, έχουν αναλάβει και επιτελούν ουσιαστικό ρόλο.
Είναι από τα πιο δραστήρια και παραγωγικά Επιμελητήρια της χώρας, με αξιόλογες πρωτοβουλίες και δράσεις. Με τεκμηριωμένες προτάσεις και διεκδικήσεις. Με συνεχή και αποτελεσματική παρουσία, στο πλευρό των μελών τους.
Η δράση των Επιμελητηρίων της Στερεάς Ελλάδας, επιβεβαιώνει στην πράξη τη σημασία του Επιμελητηριακού Θεσμού, ως κύριου εκφραστή και αρωγού της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας.
Είμαστε ο θεσμός που υπηρετεί για πάνω από 100 χρόνια την ανάπτυξη της οικονομίας. Και που εκπροσωπεί σήμερα περισσότερες από 900.000 επιχειρήσεις, σε όλους τους τομείς και κλάδους της οικονομίας.
Παρ’ όλα αυτά – ίσως όμως και γι’ αυτό το λόγο – τα Επιμελητήρια έχουν βρεθεί τα τελευταία χρόνια στο στόχαστρο εγχώριων και ξένων παραγόντων. Βρέθηκαν στο επίκεντρο «δήθεν» μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων, που είχαν στόχο να αποδυναμώσουν το θεσμό. Να περιορίσουν το ρόλο του. Να τον καταδικάσουν σε θάνατο, δια της οικονομικής ασφυξίας.
Το 2010 χρειάστηκε να δώσουμε αγώνα ενάντια στα σχέδια για επιμελητηριακό «Καλλικράτη», με υποχρεωτικές συνενώσεις και συγχωνεύσεις.
Τη μάχη την κερδίσαμε, αλλά ο πόλεμος συνεχίστηκε. Και φθάσαμε στην κατάργηση της υποχρεωτικής εγγραφής, από το 2015.
Κι αυτό γιατί, οι εκπρόσωποι της τρόικας, θεώρησαν ότι η ετήσια συνδρομή – μια συνδρομή που αντιστοιχεί σε υπηρεσίες πολλαπλάσιας αξίας – αποτελούσε εμπόδιο στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Δεν είναι εμπόδιο η φορολογία και τα συνεχή χαράτσια. Δεν είναι εμπόδιο το ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να πληρώνουν πάνω από το 50% των εσόδων τους σε φόρους και εισφορές.
Δεν είναι εμπόδιο το κόστος της ενέργειας. Δεν είναι εμπόδιο η γραφειοκρατία και το χάος της Δημόσιας Διοίκησης.
Δεν είναι εμπόδιο ότι το 2018 η Ελλάδα δεν διαθέτει ακόμα ολοκληρωμένο χωροταξικό σχεδιασμό. Δεν είναι η έλλειψη σύγχρονων επιχειρηματικών πάρκων.
Το πρόβλημα ήταν τα 50 και 100 ευρώ που ήταν η συνδρομή στα Επιμελητήρια, για τις περισσότερες επιχειρήσεις. Συνδρομή η οποία αντιστοιχει μάλιστα σε υπηρεσίες πολλαπλάσιας αξίας: πληροφόρηση, συμβουλευτική υποστήριξη, δικτύωση, στήριξη της εξωστρέφειας.
Παρ’ όλα αυτά, θα έλεγα ότι δεν τους κάναμε τη χάρη: τα Επιμελητήρια κατάφεραν να σταθούν στα πόδια τους. Συνέχισαν να στηρίζουν τις ελληνικές επιχειρήσεις. Συνέχισαν να στηρίζουν την προσπάθεια για ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Το μοναδικό, ίσως, σημείο βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος τα τελευταία χρόνια – όπως προκύπτει από τις σχετικές εκθέσεις διεθνών οργανισμών – είναι η λειτουργία του ΓΕΜΗ και της Υπηρεσίας Μιας Στάσης, για την ίδρυση επιχειρήσεων.
Και οι δύο αυτές δομές, οργανώθηκαν και λειτουργούν μέχρι τώρα με επιτυχία, χάρη στα Επιμελητήρια. Χάρη στη γνώση, στην εμπειρία και στην προσπάθεια των ανθρώπων τους.
Τα Επιμελητήρια είναι αυτά που δεν σταματούν να αναλαμβάνουν δράσεις εξωστρέφειας και δικτύωσης. Με προγράμματα διμερούς συνεργασίας, με αποστολές και συμμετοχή σε μεγάλες διοργανώσεις.
Τα Επιμελητήρια είναι αυτά που συνεχίζουν να παρέχουν έγκυρη επιχειρηματική πληροφόρηση, σοβαρή συμβουλευτική υποστήριξη, προγράμματα επιμόρφωσης και κατάρτισης για επιχειρηματίες και στελέχη.
Τα Επιμελητήρια τόλμησαν πρώτα να εφαρμόσουν την ψηφιακή υπογραφή.
Τα Επιμελητήρια είναι που αναπτύσσουν διαρκώς νέες υπηρεσίες και δομές στήριξης της επιχειρηματικότητας: υπηρεσίες διαμεσολάβησης και εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, θερμοκοιτίδες και προγράμματα στήριξης της νεοφυούς επιχειρηματικότητας, δομές για τη δικτύωση και τη χρηματοδότηση καινοτόμων επιχειρηματικών σχεδίων.
Ο λόγος που κανείς δεν έχει μέχρι τώρα καταφέρει να «κουρέψει» τον επιμελητηριακό θεσμό, είναι ότι τα Επιμελητήρια παράγουν έργο. Έργο ποιοτικό, έργο καθημερινό.
Κι αυτό το έργο, είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε. Και να διασφαλίσουμε προϋποθέσεις, ώστε να το συνεχίσουμε και να το αναπτύξουμε, ακόμη περισσότερο.
Στα τέλη του 2017, μετά από διαδοχικές αναβολές, είχαμε τις Επιμελητηριακές Εκλογές. Και είχαμε, επίσης, την ψήφιση του νόμου 4497/2017, ο οποίος δημιουργεί ένα νέο πλαίσιο λειτουργίας του θεσμού.
Τα θετικά στοιχεία είναι αρκετά. Θα αναφερθώ ιδιαίτερα:
– Στην εισαγωγή του θεσμού των Κέντρων Υποστήριξης Επιχειρήσεων, με στόχο η επιτυχημένη ως τώρα Υπηρεσία Μιας Στάσης για την ίδρυση επιχειρήσεων, να επεκταθεί σε όλα τα στάδια του κύκλου ζωής μιας επιχείρησης.
– Στη θέσπιση του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου, ώστε οι αναπτυξιακές δράσεις των Επιμελητηρίων να συντονίζονται στο πλαίσιο του ευρύτερου αναπτυξιακού σχεδιασμού για μέγιστη απόδοση.
– Στις ρυθμίσεις για την ανάπτυξη συνεργασιών μεταξύ των Επιμελητηρίων και για τις δυνατότητες ενίσχυσης του προσωπικού τους, χωρίς επιβάρυνση ούτε των Επιμελητηρίων, ούτε του κρατικού προϋπολογισμού.
– Στην καθιέρωση των Διμερών Επιμελητηρίων, τα οποία λειτουργούν ως σύμμαχος της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων.
Υπάρχουν, ωστόσο, και τα σημεία προσοχής στα οποία πρέπει επίσης να εστιάσουμε. Έχω ήδη λάβει και μελετήσει τις παρατηρήσεις των Επιμελητηρίων και θα συζητήσουμε στη συνέχεια διεξοδικά για όλα τα θέματα που έχουν τεθεί.
Είναι βασικό ζητούμενο να αποσαφηνίσουμε ποια έσοδα των Επιμελητηρίων αποτελούν, σύμφωνα με το νόμο, τακτικά έσοδα, επί των οποίων υπολογίζονται ποσοστά επιχορηγήσεων και δαπανών.
Σημαντικό είναι να υιοθετήσουμε ως Ένωση μια ενιαία στάση και μεθοδολογία, σε μια σειρά από διοικητικά θέματα, θέματα προσωπικού κ.ά. που δημιουργούνται με το νέο νόμο.
Επίσης, θα πρέπει να δούμε συνολικά το θέμα του ύψους των συνδρομών, έναντι ανταποδοτικών υπηρεσιών, αλλά και τον τρόπο είσπραξης, ώστε να διευκολύνονται τα μέλη μας και ταυτόχρονα να διασφαλίζεται η οικονομική βιωσιμότητα των Επιμελητηρίων.
Στόχος μας, στόχος κοινός, εξακολουθεί να είναι η δημιουργία ενός σύγχρονου πλαισίου λειτουργίας του Επιμελητηριακού Θεσμού. Ενός πλαισίου που θα μας επιτρέψει να λειτουργούμε στα πρότυπα των προηγμένων ευρωπαϊκών Επιμελητηρίων – με τα οποία βρισκόμαστε σε επαφή και ήδη αντλούμε εμπειρία και καλές πρακτικές.
Συνεχίζουμε, με επιμονή, να ζητούμε από την Πολιτεία την αξιοποίηση των δομών, της εμπειρίας και της γνώσης που διαθέτουν τα Επιμελητήρια της χώρας. Έχουμε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις για τον ενεργό ρόλο που μπορούν να αναλάβουν τα Επιμελητήρια, σε θέματα όπως είναι η υλοποίηση προγραμμάτων του ΕΣΠΑ, η διαχείριση του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, η εξωστρέφεια και η τουριστική προβολή, η επαγγελματική κατάρτιση και η προώθηση της απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο.
Συνεχίζουμε να εμπλουτίζουμε τις υπηρεσίες προς τα μέλη μας.
Συνεχίζουμε να διεκδικούμε, με συνεχείς παρεμβάσεις και προτάσεις, ένα ευνοϊκότερο επιχειρηματικό περιβάλλον: με λιγότερους φόρους, με αποτελεσματικότερη διοίκηση, με σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, με κίνητρα για την προσέλκυση επενδύσεων και την ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Όσο κι αν αυτό σε κάποιους δεν αρέσει, τα Επιμελητήρια είναι και θα είναι η φωνή εκατοντάδων χιλιάδων ελληνικών επιχειρήσεων, σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, που παλεύουν όλα αυτά τα χρόνια για επιβίωση και ανάπτυξη.
Απέναντι σε αυτές τις επιχειρήσεις, έχουμε ευθύνη και χρέος να υπερασπιστούμε το ρόλο μας.
Έχουμε χρέος να διατηρήσουμε τα Επιμελητήρια ισχυρά, δραστήρια και αποτελεσματικά».