Με την επέκταση του προγράμματος νομισματικής τόνωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε όλα τα επίπεδα την Πέμπτη, ο πρόεδρος Μάριο Ντράγκι και οι συνάδελφοι του ξεπέρασαν τις προσδοκίες των αγορών που ήταν ήδη αισιόδοξες, αναφέρουν σε σημερινό τους δημοσίευμα οι Financial Times.
Σημειώνουν ότι το πιο σημαντικό είναι πως νίκησαν την μοιρολατρία που χαρακτηρίζει τελευταία τους φορείς άσκησης πολιτικής αλλά και τις επιχειρήσεις. Το νέο πακέτο τόνωσης της ΕΚΤ πηγαίνει λίγο πιο πέρα από όσα ήδη εφαρμόζονται – και σε ορισμένες περιπτώσεις αρκετά πιο πέρα.
Aποφασίστηκε μικρή μείωση σε όλα τα επιτόκια. Η μηνιαία αγορά στοιχείων ενεργητικού, και ως εκ τούτου και η δημιουργία χρήματος, ενισχύθηκε κατά ένα τρίτο και η Φρανκφούρτη θα είναι πλέον σε θέση να αγοράζει εταιρικά ομόλογα. Η πιο καινοτόμα κίνηση ήταν η προσφορά νέων μακροπρόθεσμων δανείων στις τράπεζες (TLTRO), για τα οποία μπορεί να πληρωθούν (σ.σ. αρνητικό επιτόκιο) αν αυξήσουν την χορήγηση δανείων.
Οι κινήσεις αυτές δεν πρέπει να μας προκαλούν έκπληξη. Η έκπληξη θα ήταν αν η ΕΚΤ είχε μείνει άπραγη, δεδομένων των χειρότερων οικονομικών στοιχείων των τελευταίων μηνών. Εκτός από τις προοπτικές για την ανάπτυξη έχει επιδεινωθεί και το outlook για την πληθωρισμό. Αυτός είναι ο λόγος που τα περισσότερα από τα μέτρα που ανακοίνωσε η ΕΚΤ ήταν αναμενόμενα, όχι βέβαια σε όλη τους την έκταση, από τις αγορές. Αυτός είναι ο λόγος που πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε ως βαθμιαία μέτρα.
Αυτή ωστόσο δεν θα ήταν η εικόνα που θα είχε κανείς αν άκουγε τις δηλώσεις αξιωματούχων τις ημέρες πριν από την συνέντευξη τύπου του κ. Ντράγκι. Επιτέθηκαν σε μια περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής ως αντιπαραγωγική και επιβλαβή. Ανώτατα τραπεζικά στελέχη εξέφρασαν δημόσια ανησυχίες για τα αρνητικά επιτόκια, λέγοντας πως πλήττουν όχι μόνο τις τράπεζες τους, αλλά και την οικονομία.
Δεδομένου ότι οι τραπεζικές μετοχές εκτινάχτηκαν μετά τα νέα για τις αποφάσεις της ΕΚΤ (και υποχώρησαν κάπως όταν ο κ. Ντράγκι είπε πως δεν έχει σχέδια για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων), είναι προφανές ότι έχουν διαφορετική άποψη οι ιδιοκτήτες των τραπεζών. Ίσως θα ήθελαν να πουν δυο λόγια με τα στελέχη που τους εκπροσωπούν.
Ακόμα μεγαλύτερη εντύπωση προκαλούν οι ισχυρισμοί ότι οι κεντρικές τράπεζες δεν έχουν άλλα πυρομαχικά είτε γιατί είναι αδύνατο να κάνουν παραπάνω εξαιτίας του υποτιθέμενου «μηδενικού κατώτατου ορίου» στα επιτόκια ή γιατί επιπρόσθετα μέτρα θα έχουν αρνητικά αποτελέσματα.
Ο κ. Ντράγκι και οι συνάδελφοι του διέψευσαν τους επικριτές με δύο τρόπους.
Πρώτον, δείχνοντας ότι τα μέτρα τους φέρνουν αποτελέσματα – οι πιστωτικές συνθήκες έχουν αναμφίβολα βελτιωθεί στην ευρωζώνη τους τελευταίους 18 μήνες – και ότι κατά συνέπεια θα πρέπει να τα ενισχύσουν για να φέρουν ακόμα μεγαλύτερα αποτελέσματα.
Δεύτερον, αποδεικνύοντας πως είναι απολύτως εφικτό να πάνε ακόμα πιο μακριά αυτό που ήδη εφαρμόζουν. Ακόμα και τα βαθμιαία μέτρα μπορεί να αποδειχθούν εξαιρετικά σημαντικά όταν αποδεικνύουν πως τα όρια, που πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι έχει ήδη φτάσει, δεν υπάρχουν.
Οπότε τα χθεσινά μέτρα είναι σημαντικά για δύο λόγους. Θα δώσουν από μόνα τους ώθηση στην ανάπτυξη της ευρωζώνης και στον πληθωρισμό. Επιπλέον θα δείξουν ότι η σταδιακή προσέγγιση της Φρανκφούρτης μπορεί να συνεχιστεί αν το επιτρέπουν οι συνθήκες.
Δεν έχουμε δει ακόμα το τέλος του κύκλου χαλάρωσης και αν επιδεινωθεί η παγκόσμια επιβράδυνσης, μπορεί να ακολουθήσουν και άλλες τράπεζες τα βήματα της ΕΚΤ.
Η ανάληψη ηγετικού ρόλου κατά της μακροπρόθεσμης οικονομικής στασιμότητας είναι μια σημαντική μεταστροφή για μια κεντρική τράπεζα που για τόσα χρόνια ερχόταν τελευταία και καταϊδρωμένη.