Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Theodor Petrov
Ανεξάρτητος Αρθρογράφος

Η πολιτικοποιημένη Εκκλησία δεν αρέσει πλέον σε κανένα – Η θεωρία της «γ΄ Ρώμης» και η «ιεροποίηση» της κοσμικής εξουσίας

Η πολιτικοποιημένη Εκκλησία δεν αρέσει πλέον σε κανένα – Η θεωρία της «γ΄ Ρώμης» και η  «ιεροποίηση» της κοσμικής εξουσίας
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για Ορθόδοξη Εκκλησία, Πατριαρχείο Μόσχας, Ρωσία, Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία - Πατριαρχείο Μόσχας - Πατριαρχείο Ρωσίας, Χριστιανισμός, Χριστιανοί,

I dread the events of the future, not in themselves, but in their results.

Edgar Allan Poe, The Fall of the House of Usher

Στο επικό μυθιστόρημα του Β. Ουγκώ «Οι Άθλιοι», ο γνωστός ήρωας Γαυριάς (Gavroche) καθώς μεταφέρει πυρομαχικά στη μάχη των οδοφραγμάτων απαγγέλει ένα λαϊκό ποιηματάκι, το οποίο εκφράζει, ίσως με τον καλύτερο τρόπο, την θέση του εκκλησιαστικού βραχίονα της «γ΄ Ρώμης» για το ποιοι είναι οι ένοχοι όλων των κακών που υπονομεύουν την ενότητα του «ρωσικού κόσμου».

Το ποιηματάκι (στα γαλλικά) έχει ως εξής: Je suis tombé par terre, c’est la faute à Voltaire / Le nez dans le ruisseau, c’est la faute à Rousseau / Je ne suis pas notaire, c’est la faute à Voltaire / Je suis petit oiseau, c’est la faute à Rousseau.

«Υπερβολές!» θα αναφωνήσει ο δύσπιστος αναγνώστης της ΚΑΘΕΔΡΑΣ, εντούτοις ο γράφων σπεύδει να του υπενθυμίσει ότι, όταν ο κυνηγημένος από τους Καλβινιστές της Γενεύης Βολτέρος επιχείρησε να διαφύγει στη Ρωσία της Αικατερίνης Β΄ (της επονομαζόμενης «μεγάλης»), η οποία συνήθιζε να αλληλογραφεί με διακεκριμένους διανοητές της εποχής της, μεταξύ αυτών και ο Βολτέρος, η Ρωσίδα αυτοκράτειρα δεν του επέτρεψε την είσοδο πιεζόμενη από τις έντονες αντιδράσεις της Εκκλησίας, η οποία, τότε όπως και σήμερα, απεχθανόταν τον Διαφωτισμό.

Από την άλλη πλευρά, το 1762 ο Ρουσσώ στο δοκίμιό του «Du contrat social ou Principes du droit politique»‎‎, είχε προτείνει τον όρο religion civile ή πολιτική θρησκεία, ο οποίος, σύμφωνα με την προσωπική και επομένως απολύτως υποκειμενική άποψη του γράφοντος, «ακτινογραφεί» το σύγχρονο ιδεολογικό υπόβαθρο της «αγίας Ρωσίας».

Ο Camille Froidevaux-Metterie Repères (Politique et religion aux États-Unis, Camille Froidevaux-Metterie Repères, 2009 La Découverte) σημειώνει ότι:

«Η έννοια της πολιτικής θρησκείας είναι γαλλική πριν από την αμερικανική, καθώς ο πρώτος ορισμός της ανάγεται στον Ρουσσώ.

»Ήταν πρωτίστως λειτουργική: η πολιτική θρησκεία θα έπρεπε να στηρίζει τη δημοκρατία θεμελιώνοντας την υποχρέωση του πολίτη σε ένα θρησκευτικό συναίσθημα που εξυψώνει τις δημοκρατικές αξίες.

»Με βάση αυτή την πεποίθηση, οι Γάλλοι επαναστάτες επιχείρησαν να καθιερώσουν μια νέα θρησκεία, σχεδιασμένη να φέρει κοντά τους πολίτες και ταυτόχρονα να εδραιώσει την εξουσία του νέου καθεστώτος».

Αλλά, όπως έχει δείξει ο Olivier Ihl (Religion civile : la carrière comparée d’un concept France Etats-Unis. Revue internationale de politique comparée, vol. 7, n° 3, hiver 2000, p. 595-627.), αυτή η δημοκρατική θρησκεία δεν άντεξε στην απροθυμία των πολιτικών στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα να συνδέσουν την πολιτική με τη θρησκεία:

«Η αυξανόμενη προσήλωση στην κοσμικότητα σήμαινε το τέλος κάθε κρατικού προφητισμού», αναφέρει ο Ihl.

Ήταν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού που η αντίληψη του Ρουσσώ βρήκε νέα πνοή σε ένα μη συγκρουσιακό πολιτικό και θρησκευτικό πλαίσιο.

Η «θρησκεία της Δημοκρατίας», όπως αναπτύχθηκε στη Γαλλία, αντικαταστάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες από μια «θρησκεία στη Δημοκρατία» που φιλοξένησε την κοσμικότητα και, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, ακόμη περισσότερο, απάλλαξε την αμερικανική ιστορία από την ένταση που χαρακτήριζε τις σχέσεις μεταξύ του πνεύματος της θρησκείας και του πνεύματος της κοσμικότητας».

Η αντίληψη της πολιτικής θρησκείας στο σύγχρονο ρωσικό πολιτικό κατεστημένο, αν και σε αυτή μπορούμε να ανακαλύψουμε πολλά κοινά σημεία με την «θρησκεία στη Δημοκρατία» στις ΗΠΑ, εντούτοις προχωράει ακόμα περισσότερο και υιοθετεί, «με το έτσι θέλω», μια εσχατολογική αντίληψη της κρατικής πολιτικής.

Η N. V. Sinitsyna, συγγραφέας μιας από τις πλέον ολοκληρωμένες μελέτες σχετικά με τη θεωρία της «γ΄ Ρώμης» με τίτλο «Τρίτη Ρώμη. Οι πηγές και η εξέλιξη της ρωσικής μεσαιωνικής θεωρίας» (Tretiy Rim. Istoki I Evoliutsiya russkoj srednevekovoj kontseptsii, Izdatelstvo INDRIK, Moskva 1998), παρουσιάζει μια άκρως ενδιαφέρουσα πτυχή αυτής της θεωρίας:

«Αν ο Φιλόθεος είχε σκοπό απλά να επιβεβαιώσει ότι η Ρωσία είναι ο διάδοχος του Βυζαντίου, τότε τί λόγο είχε να αναφερθεί στο φάντασμα της πρώτης Ρώμης;

»Θα ήταν αρκετό να περιοριστεί στις ιδέες του μητροπολίτη Ζωσιμά (σ.σ. Μητροπολίτης Μόσχας και πάσης Ρωσίας, 1490-1494), ο οποίος του 1492 χαρακτήρισε τη Μόσχα “νέα πόλη του Κωνσταντίνου”.

»Όμως επειδή ο Φιλόθεος δεν αναφέρεται μόνο στη δεύτερη, αλλά και στην πρώτη Ρώμη της εποχής της Ενσαρκώσεως του Λόγου (ηγεμονία του αυτοκράτορα Αυγούστου), με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται μια υπέρβαση των ορίων της βυζαντινοκεντρικής αντιλήψεως του κόσμου, εμβαθύνεται η ιστορική προοπτική, η εθνική συνείδηση προσελκύει στην τροχιά της τον ευρωπαϊκό και ανατολικο-μεσογειακό χωρόχρονο.

»Η θεωρία της “Τρίτης Ρώμης”, η οποία εμφανίστηκε ταυτόχρονα με την διαμόρφωση του γενεαλογικού μύθου που συνέδεε τους μοσχοβίτες πρίγκηπες με τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αύγουστο, εκφράζει εκείνη την ανάγκη που αναπτύχθηκε εκείνη την περίοδο στην κοινωνική συνείδηση να διακηρυχθεί και να επιβεβαιωθεί η σχέση της Ρωσίας με τον ευρωπαϊκό και μεσογειακό κόσμο, να ενσωματωθεί στην γενική εξελικτική πορεία της χριστιανικής ιστορίας.

»Η ανακήρυξη της Ρωσίας σε “Τρίτη Ρώμη” (…) αποτελούσε ένα πλαίσιο, με τη βοήθεια του οποίου αυτή διακήρυττε την πίστη της στην πρωτοχριστιανική εποχή και στις Οικουμενικές Συνόδους, όταν διατηρείτο η ενότητα του χριστιανικού κόσμου και ταυτόχρονα προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει τη θέση της στην παγκόσμια ιστορία, τη θέση της Μόσχας μεταξύ των παγκοσμίων ιερών κέντρων και των εκκλησιαστικών θρόνων μετά την καταστροφή του 1453.

»Επρόκειτο δηλαδή για μια αποστολή και όχι για μεσσιανισμό» (σελ. 12-13).

Κατ’ αυτόν τον τρόπο η θεωρία της «γ΄ Ρώμης» διευρύνει την έννοια της «πολιτικής θρησκείας», προσθέτοντας το νέο στοιχείο της ιεροποιήσεως της κοσμικής εξουσίας.

Έτσι η Εκκλησία στην «αγία Ρωσία» όχι μόνο ενστερνίζεται τις γεωπολιτικές επιλογές της πολιτικής ηγεσίας, για αυτό άλλωστε υπερασπίζεται και προωθεί την ιδέα του «ρωσικού κόσμου», αλλά και ταυτίζεται απόλυτα με αυτή, αισθανόμενη ότι, η ταύτιση με την κοσμική εξουσία της εξασφαλίζει, τρόπον τινά, την παραμονή της στην πρώτη θέση της θρησκειακής ιεραρχίας της Ρωσίας.*

Ο συγκερασμός των εννοιών της «γ΄ Ρώμης» και του «ρωσικού κόσμου» με την απευθυνόμενη στο δυτικό κόσμο συντηρητική κοινωνική και ηθική πρότασή τους, σε συνδυασμό με την απουσία μιας ευδιάκριτης λαϊκής ιδεολογικής κοσμοαντιλήψεως των ευρωπαϊκών θεσμών και την επιθετική προώθηση εκ μέρους τους της λεγόμενης woke agenda, δημιούργησε μια άκρως ελκυστική εικόνα για τους μεσαίους Ευρωπαίους, στρέφοντάς τους προς τα δεξιότερα της δεξιάς κόμματα, οι πολιτικές προτάσεις των οποίων περιλαμβάνουν ή μάλλον έχουν υιοθετήσει (όχι απαραίτητα συνειδητά!) πολλές από τις αξίες που προτάσσει το σύγχρονο ρωσικό ιδεολογικό κατεστημένο.

Το «δέλεαρ» του συνδυασμού «γ΄ Ρώμης» και «ρωσικού κόσμου» βρίσκει εύφορο έδαφος στις χώρες του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού», ιδιαιτέρως δε στα Βαλκάνια.

Εδώ η Ορθόδοξη Εκκλησία συχνά συνδέεται ιστορικά με τον εθνικισμό, παρ’ ότι η επίσημη διδασκαλία της καταδικάζει τον ρατσισμό.

Ως εκ τούτου, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες των Βαλκανίων συνήθως αποστασιοποιούνται από τα αμιγώς πολιτικά άκρα, υποστηρίζοντας εκ των πραγμάτων μόνο τις συντηρητικές αξίες της δεξιάς και πέραν αυτής, όχι όμως και την υποστήριξη της βίας.

Και αυτός ακριβώς είναι ο συνδετικός κρίκος που ενώνει τις παραδοσιακές κοινωνίες των Βαλκανίων με την σύγχρονη έκφραση της «γ΄ Ρώμης».

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, και την επέκταση της αντιλήψεως για το ποια πρέπει να είναι η θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο: η Εκκλησία αποτελεί έναν από τους υποστηρικτές και σε ορισμένες περιπτώσεις και εκφραστές των γεωπολιτικών επιλογών της κοσμικής εξουσίας, διαμορφώνοντας παράλληλα μια νέα ή ανανεώνοντας μια παλαιότερη πολιτισμική πρόταση (βλ. «γ΄ Ρώμη», «ρωσικός κόσμος»), την οποία η πολιτική ελίτ ενσωματώνει στην εκάστοτε γεωπολιτική της επιλογή.

Με αυτόν τον τρόπο Κράτος και Εκκλησία ταυτίζονται απόλυτα και προτείνουν σε όσους διαφωνούν με το σύγχρονο δυτικό πολιτισμικό μοντέλο έναν διαφορετικού είδους πολιτισμό, ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία του οποίου είναι η εχθρική αντιμετώπιση του διαφορετικού, κάτι που καταδικάζει η προτεινόμενη πολιτισμική εναλλακτική λύση αλλά αφορά στους νομικούς περιορισμούς που επιβάλλει το δυτικό πολιτισμικό μοντέλο σε όσους το αντιπολιτεύονται.

Η αναζήτηση και ο προσδιορισμός των εχθρών του νέου «κρατικό-θρησκευτικού» μοντέλου τοποθετεί την κοσμική εξουσία σε πλεονεκτική θέση απέναντι στην θρησκεία, διότι αυτή αναλαμβάνει την ευθύνη της αντιμετωπίσεως του κάθε «Βολτέρου» ή «Ρουσσώ» που επιβουλεύονται την ακεραιότητα του «νέου, θαυμαστού κόσμου».

Όμως, όπως γράφει ο Aldous Huxley στο μνημειώδες μυθιστόρημά του Brave New World: «…reality, however utopian, is something from which people feel the need of taking pretty frequent holidays…» και η ταύτιση της Εκκλησίας με τις κάθε είδους πολιτικές διαθέσεις του κράτους μπορεί μεν να οδηγεί στην έξαρση του πατριωτισμού, όμως, από την άλλη, ανεξάρτητα από το πώς προσεγγίζουμε αυτή τη σχέση, επιταχύνει την παρακμή του θρησκευτικού αισθήματος, εφόσον το ιεροποιημένο πλέον Κράτος υποκαθιστά την Εκκλησία.

Άλλωστε αυτό αποδεικνύει η μαζική λαϊκή συμμετοχή στις μεγάλες κρατικές εορτές, π.χ. η 9η Μαΐου Ημέρα της Νίκης, και η μεγάλη αποχή από τις εκκλησιαστικές ακολουθίες.

Ο εκκλησιαστικός βραχίονας του «ρωσικού κόσμου» έχει αποδείξει στη μακραίωνη πορεία του ότι είναι ανίκανος ή ότι δεν διαθέτει τα απαραίτητα αντανακλαστικά για να φανταστεί ένα μέλλον μακριά από την κρατική κηδεμονία, σε αντίθεση από ότι συμβαίνει με την μουσουλμανική και τις άλλες θρησκευτικές κοινότητες.

Η βεβαιότητα της πολιτικής σταθερότητας, στην οποία δικαίως προσβλέπει λόγω των ιστορικών ιδιαιτεροτήτων του ρωσικού κράτους, μπορεί μεν να του χαρίζει μια ευνοούμενη αντιμετώπιση ενώπιον των άλλων θρησκειών, όμως κάθε άλλο παρά μπορεί να εξασφαλίσει στην Εκκλησία την τόσο ποθούμενη μαζική προσέλευση των πιστών στους ναούς.

Η πολιτικοποιημένη Εκκλησία δεν αρέσει πλέον σε κανένα!

*Σχετικά με το παραπάνω αξίζει να σημειώσουμε ότι, πέρυσι στην Αγ. Πετρούπολη και στις γύρω περιοχές με πληθυσμό 2 εκατομμυρίων, πάνω από 300 χιλιάδες μουσουλμάνοι συμμετείχαν στην προσευχή στο τέλος του Ραμαζανιού, ενώ στις εορτές των Χριστουγέννων ο αριθμός των χριστιανών ήταν μόλις 77 χιλιάδες.

Την δε Πασχαλινή περίοδο η συμμετοχή, π.χ. στη Μόσχα των 15 εκατομμυρίων, δεν υπερέβη το 4%, ενώ σε άλλες πόλεις το ποσοστό κινήθηκε από 0,5% έως 3,5%.

  • Ο Χάφταρ είναι φίλος της Ελλάδας – Η βλακεία ΔΕΝ ήταν ποτέ φίλη της Ελλάδας
    Αρθρογράφος, Συγγραφέας
    Και ξαφνικά τα μέχρι πρότινος «ταπεινά χαμομηλάκια» της δημοσιογραφίας, που ούτε ήξεραν κατά που πέφτει η Λιβύη και πόσες κυβερνήσεις έχει, οι ίδιοι λειτουργικά αναλφάβητοι (ή functional illiterate) που ούτε γνωρίζουν πώς λέγεται η θάλασσα νότια της Κρήτης...
  • Σκεύος Ἐκλογῆς: Η σιωπηλή αποστολή μας σε καιρό κρίσης
    Νομικός, Ύπατος Μεγάλος Ταξιάρχης του Υπάτου Συμβουλίου του 33° του ΑΑΣΤ για την Ελλάδα
    Σε μια εποχή όπου τα σύννεφα πολέμου πυκνώνουν ξανά πάνω από τη Μέση Ανατολή, όπου η αστάθεια, ο φανατισμός και η ανθρώπινη οδύνη απειλούν να παρασύρουν ολόκληρες περιοχές στο σκοτάδι, ο Τέκτονας δεν σιωπά από αδιαφορία. Σιωπά για να ακούσει....
  • Σουρεαλισμός και θέατρο του παραλόγου η Εκκλησία του Ονούφριου στην Ουκρανία που παριστάνει την αυτοκέφαλη με «αφεντικό» τη Μόσχα
    Ανεξάρτητος Αρθρογράφος
    Cuius regio, eius religio (Συνθήκη της Αυγούστας, 25.ΙΧ.1555) Συνήθως ο όρος υπερρεαλισμός ή σουρεαλισμός χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα έργο τέχνης, το οποίο ευρίσκεται «πάνω ή πέρα από την πραγματικότητα». Αν και, όπως υπονοεί η ερμηνεία του όρου, τις περισσότερες φορές αυτό...