Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Theodor Petrov
Ανεξάρτητος Αρθρογράφος

Το ΣΥΣΤΗΜΑ – Η Ρωσική Εκκλησία αρνείται να αποκαλέσει «Οικουμενικό» το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως

Το ΣΥΣΤΗΜΑ – Η Ρωσική Εκκλησία αρνείται να αποκαλέσει «Οικουμενικό» το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, Ορθόδοξη Εκκλησία, Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία (Πατριαρχείο Μόσχας), Πατριαρχείο Μόσχας, Ρωσία, Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία - Πατριαρχείο Μόσχας - Πατριαρχείο Ρωσίας, Χριστιανισμός, Χριστιανοί,

Il était un petit navire
Il était un petit navire
Qui n’avait ja, ja, jamais navigué
Qui n’avait ja, ja, jamais navigué
Ohé, ohé…
Il était un petit navire (La courte paille)

Ο υπογράφων το παρόν πόνημα ανέκαθεν θεωρούσε ότι στο ερώτημα – «ποίος, τέλος πάντων, είναι ο πραγματικός εχθρός της Εκκλησίας;», η εύκολη απάντηση «οι αιρέσεις και τα σχίσματα» είναι, σύμφωνα με την προσωπική και ως εκ τούτου απολύτως υποκειμενική άποψή του, πέρα για πέρα λανθασμένη.

Ο πραγματικός και μεγαλύτερος εχθρός της Εκκλησίας δεν είναι άλλος από το Σύστημα, το κάθε Σύστημα, στα πλαίσια του οποίου λειτουργούν και αναπτύσσονται όλες οι θρησκευτικές οργανώσεις.

Το Σύστημα, δημοκρατικό ή λιγότερο δημοκρατικό δεν έχει σημασία, αναπτύσσεται αποκλειστικά στην αρχή της μονολιθικότητας, η οποία υπαγορεύει στους εντός αυτού ότι, «ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου, οὐκ ἔσονται σοὶ θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἐμοῦ».

Αυτός είναι ο λόγος που το Σύστημα δεν μπορεί να επιτρέψει στο εσωτερικό του την ύπαρξη κάποιας ανεξάρτητης οργανώσεως, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει μια μελλοντική απειλή, μεταλλασσόμενη σε ένα instauratio in dominans constitutione, δηλαδή σε ένα αυτάρκες κατεστημένο εντός του κυρίαρχου Συστήματος.

Υπό την έννοια αυτή, θέλοντας να αποφύγει τις επικρίσεις των ευαίσθητων περί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων παντός είδους ΜΚΟ ή μη ΜΚΟ, το Σύστημα επινοεί για τις κυρίαρχες θρησκείες ένα ξεχωριστό και φιλικό προς αυτές περιβάλλον, στο οποίο επικρατούν ποικίλες ανέσεις όπως, π.χ., οι οικονομικές διευκολύνσεις και τα ιδιαίτερα προνόμια που με τη σειρά τους δημιουργούν στους θρησκευτικούς ηγέτες την αυταπάτη της συστημικής ιδιαιτερότητας και της συνυπευθυνότητας ακόμα και στην διαχείριση του ίδιου του Συστήματός.

Κάτι δηλαδή σαν τους γονείς που κανονίζουν να πέσει το φλουρί της Βασιλόπιττας στο παιδί για να μην τους χαλάσει την εορταστική βραδιά με το κλάμα του.

Εν τούτοις το Σύστημα παρέχει μεν στις θρησκευτικές οργανώσεις την αυταπάτη της «συμφωνίας» με την κυβερνούσα ελίτ, όμως την ίδια στιγμή καθιστά σε αυτές σαφές όχι μόνο ότι «οὐκ ἐπιθυμήσεις πάντα ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστι», αλλά ταυτόχρονα απαιτεί και το σχετικό «αντίδωρο» για τις προσφερόμενες, ας είμαστε ειλικρινείς, πραγματικά γενναιόδωρες παροχές του.

Στις περισσότερες, ούτως ειπείν, «ορθόδοξες χώρες», εξαιρουμένων των χωρών εκείνων, στις οποίες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες είναι μειοψηφία (π.χ. Πολωνία), οι απαιτήσεις του Συστήματος περιορίζονταν απλά στη διαβεβαίωση των θρησκευτικών οργανώσεων ότι θα παραμείνουν εκτός πολιτικής, εφόσον το πολιτικό κατεστημένο, ιδιαίτερα στα μετασοβιετικά κράτη, αναγνώριζε ότι η θρησκευτική οργάνωση μπορούσε να επηρεάσει τους δυνητικούς ψηφοφόρους υπέρ εκείνου του κόμματος, οι θέσεις του οποίου θα ευρίσκονταν πλησιέστερα των αρχών της, γεγονός που πιθανώς θα έθετε σε κίνδυνο την έκβαση του εκλογικού αποτελέσματος.

Συγκρίνοντας τις συστημικές Εκκλησίες εκείνων των χωρών που συνήθως ονομάζουμε «ορθόδοξες», θα παρατηρήσουμε ότι στις περισσότερες από αυτές το πολιτικό κατεστημένο δεν αναμείχθηκε ιδιαιτέρως στις εσωτερικές τους υποθέσεις, εφόσον, από τη μια πλευρά, αυτές τηρούσαν με ευλάβεια την ισορροπία των σχέσεών τους με το Σύστημα, ενώ, από την άλλη, η ένταξη των χωρών αυτών στο άθρησκο περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Ενώσεως επέβαλε «με το στανιό» την υποταγή στην πολιτισμική πολιτική ορθότητα, ό,τι και αν αυτό σημαίνει.

Εντούτοις, όπως δικαίως θα σχολιάσει ο επιμελής αναγνώστης της ΤΡΙΜΠΟΥΝΑΣ, υπάρχουν και εκείνες οι «μετασοβιετικές» χώρες, οι οποίες παρέμειναν μακριά από τον ευρωπαϊκό πολιτισμικό ολοκληρωτισμό και σε αυτές οι Ορθόδοξες Εκκλησίες, στηριζόμενες σε ένα εξιδανικευμένο ιστορικό παρελθόν, το οποίο, όπως αφελώς πίστευαν, θα συμπλήρωνε το ιδεολογικό κενό της πτώσεως του σοσιαλιστικού ιδεαλισμού, διαμόρφωσαν τις σχέσεις τους με το Σύστημα σε ένα διαφορετικό πλαίσιο.

Εδώ ο υπογράφων το παρόν σχόλιο, σπεύδει ασθμαίνοντας να διευκρινίσει ότι, η διαφορετικότητα των σχέσεων Εκκλησίας-Συστήματος δεν συνίσταται στην απόδοση περισσότερης ανεξαρτησίας (αλίμονο!), αλλά στην απαίτηση του Κατεστημένου για την πλήρη ένταξη της Εκκλησίας στους πολιτικούς του σχεδιασμούς, δηλαδή αυτό που βλέπουμε σήμερα στο παράδειγμα της Εκκλησίας της Ρωσίας και του τμήματος αυτής στη Λευκορωσία και στην Ουκρανία.

Σε αυτό το σημείο ας υπενθυμίσουμε στον υπομονετικό αναγνώστη της ΚΑΘΕΔΡΑΣ ότι, η σύγχρονη ερμηνεία της θεωρίας της «συμφωνίας», δηλαδή της συνέργειας με το εκάστοτε πολιτικό κατεστημένο, αναπτύχθηκε με ιδιαίτερη έμφαση και σπουδή από το Πατριαρχείο Μόσχας τα πρώτα χρόνια μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ στη βάση της προηγούμενης πλούσιας εμπειρίας του, με σκοπό να υποδείξει σε μια γενικώς αδιάφορη θρησκευτική κοινωνία (που παραμένει αδιάφορη μέχρι σήμερα) ότι, όχι μόνο είναι ο κληρονόμος της βυζαντινής προσεγγίσεως της «συμφωνίας» («γ΄ Ρώμη»), αλλά και ότι του είναι απολύτως χρήσιμη ως ένας σημαντικός ενωτικός παράγοντας σε μια πολυθρησκειακή και πολυπολιτισμική κοινωνία!

Όμως, όπως αναφέρουν οι A. Shumilov, A. Moskalev, A. Skovikov στο άρθρο τους «Η συνέργεια Κράτους και Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας σήμερα» (Vzaimodeistviya Gosudarstva I Russkoy Pravoslavnoy Tserkvi Νa Sovremennom Etape), υπάρχουν και εκείνοι οι μελετητές (Kivinen M., Cox T. Russian Modernisation – A New Paradigm // Europe-Asia studies, 2016. Vol. 68, No. 1.), οι οποίοι θεωρούν τις σύγχρονες σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας στη Ρωσία ως προσπάθεια επιστροφής στην καισαροπαπική παράδοση του παρελθόντος. (Βλ. εδώ)

Ας σημειώσουμε ότι, όπως και η κοσμική εξουσία φροντίζει για τη διατήρηση της μονολιθικότητας της πολιτικής ελίτ, έτσι και οι συστημικές Εκκλησίες καταστέλλουν εν τη γενέσει της κάθε σκίρτημα εσωτερικής αντιπολιτεύσεως, εξοστρακίζοντας «στο πυρ το εξώτερον» εκείνους που τολμούν να εκφράσουν μια άποψη, έστω και ελάχιστα, διαφορετική από την επικρατούσα.

Έτσι, οι διωκόμενοι κληρικοί συνήθως καταφεύγουν στη δικαιοδοσία της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, οι οποία τους δέχεται χωρίς κάποιους ιδιαίτερους όρους. Όμως η οφειλετική υπέρ των διωκόμενων κληρικών διακονία του Οικουμενικού Πατριαρχείου δημιουργεί ορισμένες παρελκόμενες για την συστημική εκκλησιαστική οργάνωση συνέπειες.

Έτσι, ο εκκλησιαστικός βραχίονας της «γ΄ Ρώμης» όφειλε να ορίσει εντός του διορθόδοξου χώρου έναν εχθρό, ένα αντίπαλο δέος, ο οποίος, παράλληλα με τους εχθρούς της κοσμικής εξουσίας, θα απειλούσε την αρραγή ενότητα του «ρωσικού κόσμου».

Όπως σωστά θα μάντεψε ο αναγνώστης της φιλόξενης ΚΑΘΕΔΡΑΣ, «le sort tomba sur… », ο «κλήρος», όπως λέει και το παιδικό τραγουδάκι στην προμετωπίδα του παρόντος σημειώματος, έπεσε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Ίσως κάποιοι από τους αναγνώστες της φιλόξενης ιστοσελίδας θα αναφωνήσουν: «υπερβολές!», για αυτό και ο γράφων το παρόν σημείωμα τους παραπέμπει σε όσα έχει δηλώσει ο επί σειρά ετών υπεύθυνος των εκδόσεων του Πατριαρχείου Μόσχας Serguei Chapnin:

«Ο τίτλος του Πατριάρχη Βαρθολομαίου είναι Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης.

»Είναι σωστό να τον αποκαλούμε Οικουμενικό Πατριάρχη και στις περισσότερες χώρες του κόσμου οι Ορθόδοξοι τον αποκαλούν έτσι.

»Αλλά επειδή έχουμε έναν συνεχή αγώνα με τους Έλληνες για την υπεροχή, εμείς στη Ρωσία, στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία στις περισσότερες περιπτώσεις αρνούμαστε να τον αποκαλέσουμε Οικουμενικό, πιστεύοντας ότι οι τίτλοι της εποχής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας πρέπει να επανεξεταστούν ριζικά.

»Το πρωτείο του Οικουμενικού Πατριάρχη αναγνωρίζεται από τα αρχαία πατριαρχεία: τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων, Αντιοχείας και Αλεξανδρείας, από τις ελληνόφωνες Εκκλησίες, την Εκκλησία της Κύπρου και την Εκκλησία της Ελλάδος, από όλες τις σλαβικές Εκκλησίες, ήτοι Σερβίας, Βουλγαρίας, Πολωνίας, καθώς και από τις Εκκλησίες Ρουμανίας και Γεωργίας.

»Η πιο σοβαρή αντιπαλότητα και οι εκκλήσεις να μην αναγνωριστεί το ειδικό καθεστώς της Κωνσταντινούπολης προέρχονται μόνο από τη Μόσχα». (Βλ. εδώ)

Την σκέψη του Chapnin συμπληρώνει, τρόπον τινά, ο π. Ανδρέας Novikov, μέλος της Συνοδικής Θεολογικής Επιτροπής του Πατριαρχείου Μόσχας δηλώνοντας ότι, «ναι μεν διακόψαμε την κοινωνία με την Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, όμως δεν κάναμε το ίδιο και με εκείνες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες που ευρίσκονται σε κοινωνία με τον Οικουμενικό Πατριαρχείο και αυτό είναι ανακόλουθο» (Βλ. εδώ).

Ο προσδιορισμός του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως «εχθρού νούμερο 1», ικανοποιεί απολύτως έναν από τους όρους που έχει θέσει το πολιτικό Κατεστημένο στην Εκκλησία της Ρωσίας, δηλαδή την εύρεση ενός επιπλέον εχθρού του ρωσικού κόσμου, εφόσον αυτό συνδέεται άμεσα με τις γεωπολιτικές του επιλογές στην Ανατολική Ευρώπη.

Όμως αυτό που πιθανώς δεν υπολόγισε ο πνευματικός ηγέτης της «αγίας Ρωσίας», αλλά επεσήμανε ο Chapnin, είναι ότι «οι περισσότερες Ορθόδοξες Εκκλησίες θεωρούν πως η σύγκρουση αυτή είναι καθαρά διμερής και δεν πρόκειται να εμπλακούν σε αυτήν.

»Πιστεύω», επισημαίνει ο Chapnin, «ότι σχεδόν όλες οι Εκκλησίες είναι έτοιμες να προσυπογράψουν την απόφαση της Κωνσταντινουπόλεως και έτσι η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία θα παραμείνει μειοψηφία, αν όχι σε απομόνωση».

Υπό αυτή την έννοια, το Σύστημα εκμεταλλεύεται μεν τις εκκλησιαστικές οργανώσεις κατά το δοκούν, υποσχόμενο συγκεκριμένα προνόμια, όμως στην πράξη αποδεικνύεται ότι στο τέλος της ημέρας οι μεγάλοι χαμένοι από αυτή την, ούτως ειπείν, «συμφωνία» είναι οι ίδιες οι Εκκλησίες, οι οποίες, παραμένοντας όμηροι της κοσμικής πολιτικής ελίτ, αδυνατούν να ανταποκριθούν στις αντικομφορμιστικές απαιτήσεις των νέων γενεών.

Ίσως εν τέλει αυτή να είναι η μοναδική αιτία που οι νέοι απομακρύνονται από την Εκκλησία, εφόσον ενστικτωδώς αισθάνονται ότι οι συστημικές Εκκλησίες, εξ αιτίας του εναγκαλισμού τους με το κατεστημένο, έχουν απορρίψει μετά βδελυγμίας ακόμα και την ελάχιστη υπόνοια οποιασδήποτε αντισυστημικής καινοτομίας.

Όπως ομολογεί ο Adolph, ένας από τους πρωταγωνιστές των «Δανειστών» του Αυγούστου Στρίντμπεργκ, και ταιριάζει απόλυτα στο αδιέξοδο που δημιουργούν στις Εκκλησίες οι ορέξεις του Κατεστημένου:

«…κάθε ίχνος ψευδαίσθησης είχε χαθεί και δεν ήταν παρά κηλίδες μπογιάς, έτρεμα δε στη σκέψη ότι όχι μόνο πίστεψα, αλλά και ότι έκανα τους άλλους να πιστέψουν, ότι ένας ζωγραφισμένος καμβάς θα μπορούσε να είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από ένας ζωγραφισμένος καμβάς.

»Το πέπλο είχε πέσει από τα μάτια μου και πια μου ήταν εξίσου αδύνατο να ζωγραφίσω, όπως μου ήταν αδύνατο να ξαναγίνω παιδί».

  • Ο Τασούλας, ο Αβέρωφ και ο Ενεπεκίδης…
    Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, Μαθηματικός
    Η υποψηφιότητα του Κωνσταντίνου Τασούλα ανέδειξε διάφορες πλευρές του ανδρός. Μια από αυτές ήταν ότι προέρχεται από τον κύκλο του μετσοβίτη Ευάγγελου Αβέρωφ, υπουργού εξωτερικών τα κρίσιμα χρόνια του Κυπριακού και των Συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου. Η δική μου άποψη είναι...
  • Από το σκότος στο φως
    Επίσκοπος Μελιτηνής
    Στο λυκαυγές της ανθρώπινης ιστορίας, η πορεία του Ιησού προς την περιφρονημένη Γαλιλαία των εθνών, όπως μας την παρουσιάζει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος (4, 12-17), σηματοδοτεί όχι απλώς μια νέα αυγή, αλλά την απαρχή μιας ολόκληρης κοσμογονίας. Δεν είναι η ήπια ανατολή...
  • Καθοριστικός ο ρόλος της Ελλάδας στη διαμόρφωση ευρωπαϊκής πολιτικής για τη Συρία
    Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος
    Η πτώση του καθεστώτος Άσαντ διαμόρφωσε μια νέα πραγματικότητα στο ήδη ασταθές και έντονα συγκρουσιακό περιβάλλον ασφάλειας της Μέσης Ανατολής και Βορείου Αφρικής. Ο ρόλος επίσης, που φιλοδοξεί να διαδραματίσει η Τουρκία ως ρυθμιστής των εξελίξεων στη μετά Άσαντ εποχή, καθώς...