Κάθε ταξίδι και κάθε επιστροφή στην ελληνική πραγματικότητα, ιδιαίτερα όταν συμπίπτει με κάποια εθνική επέτειο, επιτείνει τη μελαγχολία σε βαθμό επικίνδυνο μα καθαρίζει το μυωπικό βλέμμα.
Το νιώθεις, δεν είναι αληθινή η αγάπη γι’ αυτό τον Τόπο όταν αρκείται σε πανηγυρικούς δεκάρικους και δεν σε κάνει να απελπίζεσαι για την κατάντια του.
Γιατί ανδρεία δεν είναι σήμερα να καμαρώνεις για την ανδρεία των προγόνων σου αλλά να αναζητάς με ειλικρίνεια τις αιτίες της καθυστέρησης.
Να συγκρίνεις τα μικρά, παραδείγματος χάριν τις κεντρικές πλατείες των πόλεων στην Ευρώπη με την αθλιότητα των ημετέρων, του Συντάγματος και της Ομόνοιας και να καταλαβαίνεις γιατί η χυδαιότητα δίνει τον τόνο σε όλα τα κόμματα, σε όλες τις παρατάξεις, σε όλες τις πτυχές του δημόσιου και ιδιωτικού βίου.
Και κυρίως: να μην αντέχεις τη χυδαιότητα που επαίρεται, είτε φορά τη χριστιανική κουκούλα (γιατί λείπει, βλέπετε, η ανδρεία της παρρησίας), είτε τη μάσκα του άθεου (γιατί αντίθεοι είναι λίγο δύσκολο να είμαστε).
Έτσι λοιπόν θα ζήσουμε;
Καταδικασμένοι για πάντα πλάι στην αυτοϊκανοποίηση των γραφικών εθνικοφρόνων από τη μια (που σαν τα γουρουνάκια γρυλλίζουν καθώς κυλιούνται στη λάσπη κάθε που πλημμυρίζει η μπαζωμένη τους πρωτεύουσα) κι από την άλλη πλάι στα αθεράπευτα συμπλέγματα ημιμαθών αεθνιστών, αριστερών, νεοφιλελεύθερων και κατά φαντασίαν κοσμοπολιτών που νομίζουν πως λύνουν το πρόβλημα αρνούμενοι αυτό που είναι;
Φοβάμαι πως ναι.
Γιατί αυτοί που διεκδικούν τις τύχες του Τόπου, κατά βάθος είναι τόσο όμοιοι στην ουσία με τους «αντιπάλους» τους, γνήσια παιδιά κι οι δύο παρατάξεις της οθωμανοκρατίας που μας στέρησε κάθε πηγή ζωής, ανάπτυξης, παιδείας.
Και δεν μιλώ μόνο για την Αναγέννηση που δεν ζήσαμε.
Μιλώ και για τον Μεσαίωνα που δεν τελείωσε με τρόπο φυσιολογικό αφού τον κατέστρεψε η οσμανική πανώλη κι έτσι δεν έχουμε ούτε ναούς μεσαιωνικούς πια, ούτε τάφους βασιλέων όπως οι Δυτικοί (αφού οι τάφοι των δικών μας βασιλέων στη βυζαντινή πρωτεύουσα, ανασκάφηκαν και τα οστά τους πετάχτηκαν στις τριόδους), ούτε αριστοκρατία, ούτε αστούς.
Μονάχα κάποιες εξάρσεις της στιγμής αυτού του λαού έχουμε για να γιορτάζουμε, για να στολίζουμε με “Όχι” κάθε επέτειο, μήπως και ξεχάσουμε πως κάθε μέρα λέμε “Ναι” στην ευτέλεια και την υποτέλεια, στην καθυστέρηση και στη μικροπρέπεια τής πάντα οσμανικής νεοελληνικής πραγματικότητας.