Η ιστορικός Χρύσα Μαλτέζου, πρώην διευθύντρια του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας, σε συνέντευξή της στο LIFO υποστήριξε ότι, «Για τον Θεό, δεν ρέει το αίμα του Περικλή στις φλέβες μας». Στον αντιεπιστημονικό και αλαζονικό ισχυρισμό της ότι δεν είμαστε απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων της απάντησε συντριπτικά το Tribune: Η ιστορικός Χρύσα Μαλτέζου αντιεπιστημονικά διαβεβαίωσε ότι δεν είμαστε απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων.
Η κα. Μαλτέζου όμως δεν περιορίστηκε μόνο σε ζητήματα καταγωγής.
Άνοιξε και τον «ασκό του Αιόλου» της θητείας της στο Ελληνικό Ινστιτούτο Βενετίας, υποστηρίζοντας ότι:
«Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με υπουργό Εξωτερικών τον Νίκο Κοτζιά, τον οποίο μάλιστα επηρέαζε ένας ανεκδιήγητος σύμβουλος και πρώην πρόξενος στη Βενετία, είχε αποφασίσει να φέρει ένα νομοσχέδιο με βασικό σκοπό φυσικά την πλήρη άλωση του διεθνώς αναγνωρισμένου Ινστιτούτου της Βενετίας καθώς και τη μετατροπή του διευθυντή του σε υποχείριο του εκάστοτε πρέσβη.
»Μου ζητούσαν απογραφές ενώ είχαν ήδη γίνει και επιδίωκαν με διάφορους τρόπους να δημιουργήσουν σκάνδαλα εξαιτίας διαφόρων σκοπιμοτήτων είτε της Εκκλησίας είτε της πολιτείας.
»Ουσιαστικά, όλα αυτά έγιναν επειδή το Ινστιτούτο Βενετίας είναι ιδιοκτήτης μιας σημαντικής περιουσίας, την οποία απέκτησε από δωρεά της Ελληνικής Κοινότητος Βενετίας.
»Επομένως, όλοι αυτοί απέβλεπαν στα περίπου 50 ακίνητα, μεταξύ αυτών αρχιτεκτονικά μνημεία ιδιαίτερης πολιτιστικής σημασίας, όπως ο ναός του Αγίου Γεωργίου, το Μουσείο του Ινστιτούτου και η Φλαγγίνειος Σχολή, στις 300 εικόνες, τα 250 αντικείμενα και σκεύη λατρείας, στο Αρχείο του Ελληνισμού Βενετίας (1498-1953) και στη συλλογή χειρογράφων.
»Το ανελέητο αυτό κυνήγι αποτελεί ένα ακόμη σύμπτωμα της παρακμής της μεταπολιτευτικής Ελλάδας».
Αυτά υποστήριξε η Χρύσα Μαλτέζου.
Το διπλωματικό ρεπορτάζ όμως δεν «συμμερίζεται» τους ισχυρισμούς της.
Ας το ξετυλίξουμε λοιπόν…
Το Ελληνικό Ινστιτούτο Βενετίας από την ίδρυση του το 1953 διοικείται και εποπτεύεται από τα δύο συναρμόδια υπουργεία Εξωτερικών και Παιδείας, όπως προέβλεπε ο ιδρυτικός του νόμος 1766 του 1951.
Το όργανο εποπτείας του ήταν ένα Τριμελές Εποπτικό Συμβούλιο το οποίο αποτελούνταν από έναν ανώτατο υπάλληλο του υπουργείου Εξωτερικών έναν ανώτατο υπάλληλο του υπουργείου Παιδείας και ένα μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Η επιλογή του διευθυντού του Ινστιτούτου γινόταν από τους συναρμόδιους υπουργούς Εξωτερικών και Παιδείας μετά από εισήγηση της Ακαδημίας Αθηνών.
Οι έλεγχοι που πραγματοποιήθηκαν από τη γενική επιθεώρηση του υπουργείου Εξωτερικών, πριν ακόμα την ψήφιση του νόμου 4505 / 2017 διαπίστωσαν πληθώρα οικονομικών παρατυπιών σε σχέση με τα όσα πρέπει να διέπουν ένα νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου του ελληνικού κράτους.
Γι’ αυτό το λόγο και κλήθηκαν ορκωτοί λογιστές για να ελέγξουν τα οικονομικά του Ινστιτούτου.
Πράγματι διαπίστωσαν αρκετές ασυμβατότητες στην μισθοδοσία της τότε διευθύντριας κυρίας Μαλτέζου.
Ακόμη και σήμερα τα αχρεωστήτως καταβληθέντα στην κυρία Μαλτέζου (περίπου 77.000 ευρώ) από 01/06/1998 έως 31/12/2012, παρότι έχει επέμβει η εθνική αρχή διαφάνειας και η γενική επιθεώρηση του υπουργείου Εξωτερικών και της έχει κοινοποιηθεί εξώδικη πρόσκληση να τα καταβάλει στο Ινστιτούτο (3/2/2022), δεν έχουν τακτοποιηθεί, με τον κίνδυνο να παραγράφουν και να ζημιωθεί το Δημόσιο.
Μέχρι και την ψήφιση του νόμου υπήρχε αρκετή ασάφεια ως προς την κινητή και Ακίνητη περιουσία του Ινστιτούτου.
Η κυρία Μαλτέζου ουδέποτε παρέδωσε, ως όφειλε, στον διάδοχό της κύριο Πλουμίδη, καταγεγραμμένη και με λεπτομέρεια περιγεγραμμένη την περιουσία που διέθετε το ΝΠΔΔ του Ελληνικού κράτους.
Γι’ αυτό και με το νέο νόμο προβλέφτηκε ο νέος πρόεδρος να κάνει καταγράφει λεπτομερή της κινητής και ακίνητης περιουσίας, έτσι για πρώτη φορά καταγράφηκε το σύνολο της ακίνητης και κινητής περιουσίας του Ινστιτούτου και δημιουργήθηκε το Μητρώο Παγίων.
Κατά τη διάρκεια της καταγραφής, ανακαλύφθηκε πλήθος παλαιτύπων, εικόνων, δώρων υψηλών προσκεκλημένων και εκκλησιαστικών λειτουργικών σκευών και αντικειμένων, τα οποία συμπεριλήφθηκαν για πρώτη φορά στην περιουσία του Ινστιτούτου.
Επίσης ο νέος νόμος προέβλεψε τον πλήρη εκσυγχρονισμό της λειτουργίας του Ινστιτούτου με Ακαδημαϊκά κριτήρια και την αναβάθμιση του εποπτικού οργάνου του, το οποίο πλέον αποτελείται από τρεις καθηγητές πανεπιστημίου και δύο έμπειρους διπλωμάτες του ΥΠΕΞ.
Μάλιστα οι δύο καθηγητές αποτελούν πρόταση του συναρμόδιου υπουργού Παιδείας και τρίτος επιλέγεται μετά από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος από τους δυο συναρμόδιους Υπουργούς.
Η εκλογή του προέδρου του Ινστιτούτου γίνεται με βάση διεθνείς πρακτικές και με εισήγηση της εποπτικής επιτροπής στους δύο αρμόδιους υπουργούς.
Το Ινστιτούτο επιστημονικά επανήλθε σταδιακά τους ιδρυτικούς του σκοπούς, που ήταν η ανάπτυξη των Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών σπουδών και όχι η ανάδειξη της Ιστορίας της Βενετοκρατίας.
Ο νέος νόμος πράγματι έδωσε νέα ώθηση στις βυζαντινές επιστήμες και πλέον η υπότροφοι του Ινστιτούτου επιλέγονται όχι με βάση τους ερευνητικούς σχεδιασμούς τους για την εποχή της Βενετοκρατίας, αλλά με κριτήρια την ανάδειξη των διαφόρων πτυχών του ελληνικού πολιτισμού κατά τη διάρκεια του Βυζαντίου αλλά και της μεταβυζαντινής περιόδου.
Για τα πεπραγμένα της κυρίας Μαλτέζου θα αποφανθεί η ελληνική Δικαιοσύνη, καθώς οι φάκελοι για την διαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων βρίσκονται στον εισαγγελέα.