Διάβασα το άρθρο του κυρίου Μπίστη με το οποίο το ηγετικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ πανηγυρίζει για την (κατά την ανάλυσή του) κατάρρευση της ελληνικής εθνικής στρατηγικής της τελευταίας δεκαετίας απέναντι στην τουρκική απειλή.
Το πρόβλημα που εγώ εντοπίζω δεν είναι η ανάλυση, αλλά το «διά ταύτα».
Γράφει (και προτείνει): «Το συμπέρασμα από αυτή την περιπέτεια είναι ότι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό δεν υπάρχει άλλη λύση από τον διάλογο, τον συμβιβασμό και στο τέλος Χάγη.
»Ξέρω ότι δεν είναι δημοφιλής αυτή η πρόταση. Τα μεγαλεπίβολα East Med, οι τριμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες βολεύουν καλύτερα το εθνικό θυμικό».
Ο κύριος Μπίστης δεν μας «συστήθηκε» σήμερα με αυτό το άρθρο.
Είναι γνωστές οι απόψεις του εδώ και δεκαετίες.
Είναι ένας από τους κύριους εκφραστές της γραμμής του «κατευνασμού».
Αλλά έχει μια προφανή αδυναμία αυτή η γραμμή.
Συγκρούεται μετωπικά με την πραγματικότητα.
Η πραγματικότητα είναι ότι η «ελληνοτουρκική διαφορά» μετά το 1974 είναι μια: η αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας από την γείτονα.
Καμία διεκδίκηση δεν έχει εγείρει η Ελλάδα.
Ότι εμφανίζεται ως «επίδικο» τίθεται αποκλειστικά από την άλλη πλευρά.
Και τίθεται με όλους τους τρόπους: διπλωματικούς, νομικούς και στρατιωτικούς.
Υπάρχει το casus belli, υπάρχουν οι παραβιάσεις και παραβάσεις του εθνικού (εναέριου και θαλάσσιου) χώρου, υπάρχουν οι συνεχείς απειλές.
Και υπήρξαν, φυσικά, τα Ίμια όπου αυτή η γραμμή δοκιμάστηκε στην πράξη και μας οδήγησε στις «γκρίζες ζώνες» του κυρίου Σημίτη…
Από την δική μας πλευρά υπάρχει μόνο άμυνα. Καμία διεκδίκηση.
Όταν λοιπόν εμφανίζεται ως πρόταση ο «συμβιβασμός»- και χωρίς να προσδιορίζεται καν το «εύρος» του- αυτό σημαίνει άνευ όρων παράδοση.
Προφανώς οι υποστηρικτές αυτής της γραμμής «διαβάζουν» τον γεωπολιτικό συσχετισμό και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή από την άνευ όρων παράδοση.
Προσωπικά θα με άφηνε αδιάφορο αυτή η θέση αν δεν υπήρχε ένα πολιτικό ζήτημα.
Κι αυτό αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, όχι τον κύριο Μπίστη.
Από το 1974 μέχρι σήμερα, όλα τα «κόμματα εξουσίας», χωρίς καμία εξαίρεση, διατυπώνουν την θέση ότι η μοναδική ελληνοτουρκική διαφορά είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.
Αυτή είναι και η θέση του Αλέξη Τσίπρα.
Αυτή η θέση αμφισβητείται από μέρος του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτή η αμφισβήτηση δεν αφορά σε «δευτερεύον» ζήτημα.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπορεί να παριστάνει ότι «δεν άκουσε».
Ο Αλέξης Τσίπρας διεκδικεί την ψήφο μας για να κυβερνήσει ξανά την Ελλάδα.
Είναι προφανές ότι όσο δεν επιλύει το μείζον πολιτικό πρόβλημα του κόμματός του δεν έχει καμία τύχη να ξαναδεί την ψήφο όσων δεν είμαστε «πρόθυμοι» να διακινδυνεύσουμε την συνέργεια στην εθνική μειοδοσία.