Ας το ξανασκεφτεί ο κύριος Σημίτης. Είναι καλύτερα να ακολουθήσει το παράδειγμα του αείμνηστου Μητσοτάκη. Να αναθέσει σε κάποιο δημοσιογράφο την δημοσιοποίηση του προσωπικού του αφηγήματος μετά την αποδημία του.
Μέχρι τότε ας δούμε τα βασικά πεπραγμένα του στην οικονομία.
Τι πέτυχε στον τομέα της οικονομίας τα οκτώ έτη (18/1/1996- 10/3/2004) της πρωθυπουργίας του;
Είναι χρήσιμο, πριν δούμε τα πεπραγμένα του, να αναφέρουμε λίγα πράγματα για τις συνθήκες μέσα στις οποίες κινήθηκε.
Πρώτον το ΠΑΣΟΚ, όντας στην εξουσία δύο χρόνια, θα υλοποιούσε την δική του πολιτική με δοκιμασμένα στελέχη δίχως το κράτος να πέσει στην περιδίνηση της εναλλαγής στην εξουσία.
Δεύτερον η ήττα του Σεπτεμβρίου οδήγησε την Ν.Δ. σε κρίση.
Τρίτον η διεθνής οικονομική συγκυρία ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή.
Ας δούμε τι έκανε ο κύριος Σημίτης σε τρία κρίσιμα ζητήματα.
Στον περιορισμό του Δημόσιου Χρέους (Δ.Χ.) και των δαπανών, στην παραγωγική ανασυγκρότηση, και τέλος στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Το Δ.Χ. ήταν το 1995 –κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ- 108,7% και το 2003 ήταν 109,9% (Eurostat, 2013a).
Επειδή ορισμένοι θα θεωρήσουν μικρή την αύξηση κατά 1,2% του Δ.Χ. θα πρέπει να γίνουν δύο επισημάνσεις.
Πρώτον ότι κατά το ίδιο διάστημα άλλες χώρες της Ε.Ε. μείωσαν σημαντικά το χρέος τους.
Συγκεκριμένα: το Βέλγιο -31,8%, η Ιταλία -16,9%, η Ιρλανδία -49,1%, η Ολλανδία -24,1%, η Ισπανία -14,9%, η Φινλανδία -12,1%.
Δεύτερον ότι η βοήθεια που προσέφεραν τα κεφάλαια των Κ.Π.Σ. ήταν σημαντικότερη για τις μικρότερες χώρες επειδή το ύψος των ενισχύσεων σε σχέση με το ΑΕΠ ήταν ιδιαίτερα μεγάλο.
Το «δωρεάν χρήμα» ήταν άφθονο και θα έπρεπε να αποτελέσει τον καταλύτη στην μείωση του χρέους.
Η εισροή πολλών δεκάδων δισ. ευρώ από τα Κ.Π.Σ. αν συνδυαζόταν με περιορισμό των πρωτογενών δαπανών, όπως έγινε στις υπόλοιπες χώρες, θα οδηγούσε στη δραστική μείωση του Δ.Χ..
Αντί να γίνει αυτό οι πρωτογενείς δημόσιες δαπάνες –σπατάλη, πελατειακό κράτος, διαφθορά, κ.λπ.- αυξήθηκαν, ως ποσοστό του ΑΕΠ, κατά 5,2% και συγκεκριμένα από 34,5% το 1995 σε 39,7% το 2003 (Eurostat). Στο ίδιο χρονικό διάστημα στις 15 χώρες της Ε.Ε. οι πρωτογενείς δαπάνες μειώθηκαν κατά 2,9%.
Τα έργα υποδομής, που υλοποιήθηκαν αυτήν την περίοδο, αποτελούσαν συνέχεια του προγράμματος που ξεκίνησε η Ν.Δ. το 1990 και χρηματοδοτήθηκαν, στο μεγαλύτερο μέρος, από τα Κ.Π.Σ. όντας έτσι υποχρεωτικά.
Ο καθαρά παραγωγικός τομέας όμως της οικονομίας και ιδιαίτερα ο εξωστρεφής δεν ενισχύθηκε.
Αντίθετα εθνικοί και κοινωνικοί πόροι αποτέλεσαν εύκολη λεία στους «εθνικούς» εργολάβους και προμηθευτές.
Το ίδιο έγινε και με το τεράστιο σκάνδαλο του χρηματιστηρίου.
Αποταμιεύσεις και κρατικά-ασφαλιστικά κεφάλαια αποτέλεσαν βορά, με τις ευλογίες της κυβέρνησης, για τα «τσακάλια» και «ύαινες» της παρασιτικής-μεταπρατικής οικονομίας. Οι Ο.Α. από εργαλείο ανάπτυξης εξελίχθηκαν σε ακριβή φιέστα που ικανοποίησε την εθνική μας ματαιοδοξία.
Αν η κυβέρνηση Σημίτη είχε ακολουθήσει το παράδειγμα της Βαρκελώνης τα έργα θα είχαν αποτελέσει ατμομηχανή ανάπτυξης.
Το παραλιακό μέτωπο θα ήταν ήδη ένας κορυφαίος παγκόσμιος πόλος έλξης επισκεπτών όλο τον χρόνο.
Τέλος, με δεδομένο όλα όσα αναφέρθηκαν -αλλά και το γεγονός ότι ο κύριος Σημίτης δεν έκανε απολύτως τίποτε σε κρίσιμα ζητήματα όπως το ασφαλιστικό- ήταν τραγικό λάθος η παγίδευση της χώρας στο ευρώ.
Όπως πρόσφατα δήλωσε ο Τόμσεν: «η Ελλάδα δεν μπορεί να ευημερήσει εντός της Ευρωζώνης».