Τελικά τί συνέβη στις εκλογές της 30ης Αυγούστου στο Μαυροβούνιο; Αυτό το, μάλλον, υπαρξιακό ερώτημα έθεσε στα καλά καθούμενα ο καλός Έλληνας φίλος, αναμένοντας μια λογική απάντηση που αφορά μια περιοχή της υδρογείου, η οποία κάθε άλλο παρά διακρίνεται για τις λογικές πολιτικές της επιλογές.
Στην εύλογη απορία του φίλου για την αντικειμενικότητα της απόψεως αυτής, ο γράφων του υπενθύμισε ότι, το αποτέλεσμα των εκλογών, δηλαδή η ήττα του κυβερνώντος κόμματος του Milo Đukanović, επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό και από τις διαμαρτυρίες που διοργάνωσε στο Μαυροβούνιο το Πατριαρχείο Σερβίας μετά την ψήφιση του νόμου περί θρησκευτικής ελευθερίας.
Στα πλαίσια αυτού του νόμου η Μητρόπολη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας κινδύνευε να απωλέσει όλα τα περιουσιακά της στοιχεία, τα οποία απέκτησε «αυτόματα» το 1918 όταν το Μαυροβούνιο εντάχθηκε στο βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων και καταργήθηκε η Ορθόδοξη Εκκλησία Μαυροβουνίου.
Ας σημειώσουμε όμως εδώ ότι στις αρχές του 19ου αιώνα η Εκκλησία Μαυροβουνίου υπό τον τότε επίσκοπο Πέτρο Α΄ (1782-1830) είχε αναγνωριστεί τόσο από το Φανάρι, όσο και από την Εκκλησία της Ρωσίας.
Η πανικός της Μητροπόλεως της Εκκλησίας της Σερβίας στο Μαυροβούνιο που προκάλεσε η ψήφιση του νόμου ήταν αναμενόμενος, εφόσον σύμφωνα με αυτόν όσα κτίσματα ανεγέρθηκαν πριν το 1918 όφειλαν να διαθέτουν τίτλους ιδιοκτησίας διαφορετικά κινδύνευαν να εθνικοποιηθούν.
Αν λάβουμε δε υπόψη ότι, μετά την κατάργηση της Εκκλησίας Μαυροβουνίου η Εκκλησία της Σερβίας οικειοποιήθηκε αυτόματα ναούς, μοναστήρια καθώς και 12.000 στρέμματα γης, που κάποτε ανήκαν στην κατηργημένη Εκκλησία, χωρίς φυσικά να διαθέτει τα απαιτούμενα δικαιώματα κατοχής τους, η έντονη αντίδρασή της ήταν απόλυτα δικαιολογημένη.
Εκτός αυτού η Εκκλησία Σερβίας φοβόταν ότι η πιθανή απώλεια της περιουσίας θα αποτελούσε το πρώτο βήμα για την ίδρυση μιας παράλληλης εκκλησιαστικής δομής ανεξάρτητης από το Βελιγράδι, όπως συνέβη στην Ουκρανία αν και εκεί οι συνθήκες ήταν τελείως διαφορετικές από ότι στο Μαυροβούνιο.
Αλλά όπως λένε: ο φόβος φυλάει τα έρημα…
Η αντίδραση αυτή εκφράστηκε με το κίνημα για την «υπεράσπιση των ιερών και των οσίων» («έωλων δικαιωμάτων», πρόσθεσε ο καλός Έλληνας φίλος) που διοργάνωσε με μεγάλη επιτυχία το Πατριαρχείο Σερβίας και αποτέλεσε έναν από τους παράγοντες που επηρέασαν σημαντικά το εκλογικό αποτέλεσμα της 30ης Αυγούστου.
Σχετικά με το παραπάνω είναι άκρως αποκαλυπτικό το άρθρο της Lidia Kurasinska στο περιοδικό Forbes, στο οποίο μεταξύ άλλων αναφέρει ότι, όπως δήλωσε ο πρόεδρος του Μαυροβουνίου Milo Đukanović, ήταν πρόδηλη η προσπάθεια της Εκκλησίας Σερβίας με την υποστήριξη και της Ρωσίας να αλλοιώσει το αποτέλεσμα των εκλογών, ελπίζοντας ότι η νέα πολιτική ηγεσία θα «ανακρούσει πρύμναν» σε ότι αφορά την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. (Βλ. εδώ)
Σε μια άλλη συνέντευξή του στο πρακτορείο culus News ο Đukanović επαναλαμβάνει την ίδια άποψη, λέγοντας ότι το Πατριαρχείο Σερβίας είναι όργανο όχι μόνο των Σέρβων εθνικιστών, αλλά και των ρωσικών συμφερόντων στα Βαλκάνια (Βλ. εδώ).
Αυτά τα «ρωσικά συμφέροντα» εκφράστηκαν με την σκληρή κριτική που άσκησε εναντίον του Đukanović, ποιος άλλος!, το Πατριαρχείο Μόσχας δια στόματος του μητροπολίτη Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνα, ο οποίος κατηγόρησε τον πρόεδρο του Μαυροβουνίου ότι, εκφράζοντας την επιθυμία για την δημιουργία μιας αυτοκεφάλου ορθοδόξου εκκλησίας ουσιαστικά στρέφεται εναντίον του λαού του:
«Ο πρόεδρος του Μαυροβουνίου στράφηκε εναντίον του λαού του και το γεγονός ότι πολεμά ανοικτά την Εκκλησία, προσπαθεί να ιδρύσει κάποια νέα οργάνωση, μαρτυράει ότι δεν καταλαβαίνει, πρώτον, το τί σημαίνει Εκκλησία και, δεύτερον, δεν καταλαβαίνει τον ίδιο του τον λαό.
»Η Ορθόδοξη Εκκλησία Σερβίας στο Μαυροβούνιο δεν είναι κάποια ξένη οργάνωση, είναι η Εκκλησία του λαού του Μαυροβουνίου.
»Και αν ο κύριος Đukanović, ο οποίος από ότι γνωρίζω είναι αβάπτιστος και άθεος, προσπαθεί να δημιουργήσει μια δική του Εκκλησία, θα διαπράξει ένα τεράστιο λάθος» (Βλ. εδώ).
Και «ὢ τοῦ παραδόξου θαύματος» το ΥΠΕΞ της Ρωσίας εξέφρασε «την σοβαρή του ανησυχία για την έξαρση της εντάσεως στο Μαυροβουνίου, η οποία συνοδεύεται από τις απροκάλυπτες βίαιες ενέργειες των αρχών εναντίον της Ορθοδόξου Εκκλησίας Σερβίας και των μελών της» και προειδοποίησε ότι «η Ουάσιγκτον προσεγγίζει τα εκκλησιαστικά ζητήματα καθαρά μέσα από το πρίσμα της γεωπολιτικής.
»Έτσι βλέπουμε την απροκάλυπτη επιδίωξη των ΗΠΑ να δημιουργήσουν σχίσματα στον ορθόδοξο κόσμο, να καταστρέψουν την ακεραιότητα του πνευματικού χώρου στα Βαλκάνια» (Βλ. εδώ).
Πραγματικά είναι άξια θαυμασμού και σεβασμού αυτή η απόλυτη ταύτιση απόψεων μεταξύ ενός εκκλησιαστικού και ενός κοσμικού θεσμού!
Θα ήταν βεβαίως περιττό να αναφέρουμε ότι το Πατριαρχείο Μόσχας είναι αυτό που μεριμνά για την πνευματική ενότητα των Βαλκανίων, προσφέροντας στις Εκκλησίες που το στηρίζουν πανάκριβα δώρα, όπως, π.χ., τα ψηφιδωτά στον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Αγίου Σάββα στο Βελιγράδι, συνολικής εκτάσεως 15.000 τ.μ. που κατασκεύασαν και τοποθέτησαν Ρώσοι τεχνίτες.
Για δε την κατασκευή των ψηφιδωτών η εταιρεία Gazprom συνέβαλε με το ποσό των 4.000.000 ΕΥΡΩ, ενώ κατά την επίσκεψή του στο Βελιγράδι τον Μάρτιο του 2019 ο Ρώσος πρόεδρος υποσχέθηκε επιπλέον 5.000.000 ΕΥΡΩ! (Βλ. εδώ)
Μετά το αδιέξοδο των συνομιλιών σχετικά με το καθεστώς της εκκλησιαστικής περιουσίας, ο μητροπολίτης Αμφιλόχιος κάλεσε τους κατοίκους του Μαυροβουνίου να «μαυρίσουν» το κόμμα του Đukanović, υπογραμμίζοντας ότι υπάρχει ιστορικό προηγούμενο στις επεμβάσεις της Εκκλησίας στην πολιτική, υπενθυμίζοντας ότι το 1948 η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία υποστήριξε ανοικτά τους Χριστιανοδημοκράτες εναντίον της συμμαχίας των αριστερών κομμάτων.
Έτσι, αν και σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις τα ποσοστά συμμετοχής κυμαίνονταν μεταξύ 66-68% στις εκλογές της 30ης Αυγούστου το ποσοστό συμμετοχής εκτινάχθηκε στο 76%! (Πηγή: The National Interest).
Όπως ήταν αναμενόμενο μετά την ανακοίνωση του εκλογικού αποτελέσματος η Μητρόπολη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας προσήλθε στο «ταμείο» για να εισπράξει τα οφέλη της… «θυσιαστικής» της συμβολής.
Όμως από ότι φαίνεται θα πρέπει να περιμένει, εφόσον ο νικητής των εκλογών δεν είναι ένα κόμμα, αλλά μια συμμαχία κομμάτων το κάθε ένα από τα οποία έχει τις δικές του απόψεις σχετικά με το ποιες πρέπει να είναι η άμεσες μετεκλογικές προτεραιότητες.
Ο Zdravko Krivokapić, ο πρόεδρος του συνασπισμού «Για το μέλλον του Μαυροβουνίου» (Za budućnost Crne Gore) ομολόγησε ότι ασχολήθηκε με την πολιτική μετά την ψήφιση του νόμου για τη θρησκευτική ελευθερία και ότι την επομένη των εκλογών συναντήθηκε με τον μητροπολίτη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας Αμφιλόχιο για να τον διαβεβαιώσει ότι, το ζήτημα της μεταρρύθμισης του συγκεκριμένου νόμου δεν προκαλεί κάποιες αρνητικές αντιδράσεις εκ μέρους των μελών του συνασπισμού και θα αλλάξει μέσα από τον διάλογο όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων.
Όμως στο κείμενο της συμφωνίας των κομμάτων δεν γίνεται αναφορά στην Εκκλησία (Βλ. εδώ το κείμενο της Συμφωνίας).
Ένα άλλο ζήτημα που δεν πρόκειται να ευχαριστήσει το Πατριαρχείο Σερβίας είναι η αναγνώριση του Κοσσυφοπέδιου, την οποία ο συνασπισμός δεν προτίθεται να ακυρώσει.
Ο αλβανικής καταγωγής ηγέτης του μπλοκ «Crno na Bijelo» (Μαύρο – Άσπρο) Dritan Abazović (Περί του Abazović βλ. εδώ) δήλωσε ότι, σε περίπτωση αναθεωρήσεως του συγκεκριμένου όρου της συμφωνίας θα άρει την υποστήριξή του προς τον συνασπισμό.
Δεδομένης της ευαισθησίας που επιδεικνύει το Πατριαρχείο Σερβίας στο θέμα του Κοσσυφοπέδιου, τα διάφορα φιλοσερβικά ΜΜΕ έσπευσαν να κατηγορήσουν τον Krivokapić και τον μητροπολίτη Αμφιλόχιο ότι λησμόνησαν το Κόσοβο.
Όμως για να είμαστε δίκαιοι, ο Αμφιλόχιος έπρεπε να επιλέξει ανάμεσα σε μια φιλικά προσκείμενη προς την μητρόπολή του κυβέρνηση και την προοπτική αλλαγής του περιβόητου νόμου και το Κοσσυφοπέδιο, επιλέγοντας τελικά το πρώτο, παρά το γεγονός ότι ο Αμφιλόχιος είχε ευθέως κατηγορήσει τον πρόεδρο της Σερβίας Aleksandar Vučić για ενδοτισμό στο ζήτημα του Κόσοβο.
Για εκείνους τους αναγνώστες της ΚΑΘΕΔΡΑΣ που το Μοντενέγκρο δεν συμπεριλαμβάνεται στις ενημερωτικές τους προτεραιότητες, ο γράφων θα ήθελε να τους πληροφορήσει ότι, στις εκλογές του 1997 η Μητρόπολη Μαυροβουνίου είχε στηρίξει τον φιλοδυτικό Đukanović εναντίον του protège του Slobodan Milošević Momir Bulatović.
Εκτός αυτού, στο δημοψήφισμα του 2006 για την ανεξαρτησία του Μαυροβουνίου ο μητροπολίτης Αμφιλόχιος, οπαδός της διατηρήσεως της ενώσεως με την Σερβία, υιοθέτησε μια ουδέτερη στάση και δεν επενέβη.
Εκτός αυτού, δεν πρόβαλε κάποιες αντιρρήσεις σε ότι αφορά στον φιλοευρωπαϊκό και φιλονατοϊκό προσανατολισμό της νέας κυβερνητικής συμμαχίας, επιδεικνύοντας έναν αξιοθαύμαστο πολιτικό ρεαλισμό που δεν συναντάς συχνά μεταξύ των βαλκάνιων επισκόπων.
Βεβαίως αν και επισήμως το Πατριαρχείο Σερβίας επιμένει στο δόγμα «Το Κόσοβο είναι Σερβία», εντούτοις κατανοεί ότι δεν μπορεί να προκαλέσει κάποιες αλλαγές και αρκείται απλά στη στενή παρακολούθηση των εξελίξεων στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Όμως δεν είναι σίγουρο ότι η ακύρωση ή αλλαγή του περιβόητου νόμου περί θρησκευτικής ελευθερίας θα αποφέρει κάποια σημαντικά οφέλη στη μητρόπολη Μαυροβουνίου, εφόσον είναι πιθανόν ο Krivokapić να προτείνει για τις σχέσεις κράτους και θρησκευτικών οργανώσεων το γερμανικό μοντέλο «Körperschaft des öffentlichen Rechts», δηλαδή μιας εταιρικής σχέσεως δημοσίου δικαίου.
Στα πλαίσια αυτού του μοντέλου ναι μεν το κράτος θα φορολογεί τις θρησκευτικές οργανώσεις, όμως, από την άλλη πλευρά, υπό αυτό το καθεστώς οι οργανώσεις θα έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν κρατικές επιχορηγήσεις, φορολογικές και οικονομικές διευκολύνσεις, βεβαίως με την προϋπόθεση ότι η θρησκευτική οργάνωση θα καταχωρηθεί ως νομικό πρόσωπο.
Εντούτοις, η μητρόπολη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας, αρνείται επιμόνως να ρυθμίσει το νομικό της καθεστώς, προβάλλοντας ως δικαιολογία το γεγονός ότι ευρίσκεται στη χώρα πριν ακόμα την ίδρυση του κράτους του Montenegro.
Η εμμονή του Αμφιλόχιου ως ένα σημείο είναι δικαιολογημένη, εφόσον οι πολιτικές συμμαχίες εύκολα διαλύονται και το κενό εξουσίας που συνήθως δημιουργείται μετά τη διάλυσή τους μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια μεγάλου μέρους της περιουσίας.
Βλέπουμε λοιπόν ότι, παρ’ όλο τον πολιτικό ρεαλισμό του μητροπολίτου Αμφιλόχιου, το Πατριαρχείο Σερβίας κάθε άλλο παρά μπορεί να ελπίζει σε μια γρήγορη επίλυση των προβλημάτων του σε αυτή τη χώρα.
Ακόμα και αν αναγνωρισθεί το δικαίωμα ιδιοκτησίας, η Εκκλησία θα πρέπει να αποδείξει όπως και οι υπόλοιπες θρησκευτικές οργανώσεις τη νομιμότητα των πολυάριθμων κτισμάτων, αυθαιρέτων όπως λένε οι κακές γλώσσες, που εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια (Βλ. εδώ).
Από την άλλη πλευρά, η προοπτική ιδρύσεως μιας νέας Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Μοντενέγκρο είναι λίαν ομιχλώδης.
Σχολιάζοντας στην γερμανική Die Welt το εκκλησιαστικό ζήτημα ο Zdravko Krivokapić δήλωσε ότι είναι εναντίον αυτής της ιδέας, εφόσον το Πατριαρχείο Σερβίας βρίσκεται σε αυτή την περιοχή 800 και πλέον χρόνια και δεν είθισται στην Ορθόδοξη Εκκλησία παράλληλα με την ίδρυση νέων κρατών να δημιουργούνται αυτοκέφαλες Εκκλησίες.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η κατάσταση στο Μαυροβούνιο είναι άκρως περίπλοκη και δύσκολα μπορούμε να προβλέψουμε ποιες είναι οι μελλοντικές προθέσεις της νέας συμμαχικής κυβερνήσεως.
Η ανοικτή ανάμειξη του Πατριαρχείου Σερβίας στην τελευταία πολιτική αναμέτρηση ουσιαστικά του αφαίρεσε τη δυνατότητα μιας νέας επεμβάσεως στην περίπτωση που η κυβέρνηση θα επιμείνει, έστω και σε ηπιότερη μορφή, στην εφαρμογή του νόμου περί θρησκευτικών οργανώσεων.
Όποιες όμως και να είναι εξελίξεις είναι βέβαιο ότι, δεδομένου και του φιλοευρωπαϊκού και φιλονατοϊκού προσανατολισμού της νέας κυβερνήσεως, μοναδικός πλέον σύμμαχος της Ρωσίας στα Βαλκάνια απέμεινε η Σερβία.
Σε αυτά τα πλαίσια είναι βέβαιο ότι και το Πατριαρχείο Σερβίας θα κληθεί να συνεισφέρει με τον δικό του τρόπο στην εκπλήρωση των γεωπολιτικών οραμάτων του «ξανθού γένους».
Όμως ας μη λησμονεί ότι οι συνέπειες από τη συμμετοχή στα «παιχνίδια» των «μεγάλων» μπορεί να είναι άκρως οδυνηρές…