Η πολιτική κρίση στην οποία περιέρχεται η Γαλλία αποτελεί, απλώς, την (καθυστερημένη) αντίδραση κάποιων που διαισθάνονται το “τέλος της Ευρώπης”.
Ο Γάλλος υπ. Οικονομικών Μοντεμπούρ περιέγραψε την κατάσταση με πολιτικούς όρους: “Η Γαλλία δεν μπορεί να άγεται και να φέρεται”, είπε και εξήγησε: «σήμερα δυστυχώς οι ιέρακες του πληθωρισμού, οι οποίοι πολεμούν τον πληθωρισμό όταν αυτός εξαφανίζεται ξεχνώντας να πολεμήσουν το ουσιαστικό, τη μαζική ανεργία, υπερεκπροσωπούνται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα».
«Έχουμε δύο προβλήματα: την ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική, με τη συσσώρευση σχεδίων λιτότητας σε όλες τις χώρες της Ένωσης, και τη νομισματική πολιτική, η οποία είναι υπερβολικά κλειστή. Τα διδάγματα της δεκαετίας του 1930 θα πρέπει να μας κάνουν να καταλάβουμε ότι η ανεργία είναι αυτή που προκαλεί σκλήρυνση και μια άνοδο της βίας στις ευρωπαϊκές κοινωνίες», συνόψισε ο Αρνό Μοντεμπούρ.
Επί τέσσερα χρόνια αρκετοί στην Ευρώπη και την Ελλάδα μιλούν/άμε για την “Γερμανική Ευρώπη” που έχουν οικοδομήσει ο εμμονικός και τιμωρητικός πολιτικός προτεσταντισμός του Βερολίνου με την ανοχή, αν όχι τη συνηγορία, αφελών και επικίνδυνων ηγετών της Ευρώπης.
Τα ελληνικά μνημόνια και οι ανάλογες πολιτικές στην ευρωπαϊκό νότο δεν ήταν μια εστιασμένη στρατηγική. Ήταν και είναι μια πολιτική φιλοσοφία που αργά ή γρήγορα θα έφερνε μια υφεσιακή ευρωζώνη, με εκατομμύρια (27 παρακαλώ…) ανέργους, με βαθιές, δομικές ανισότητες και με μια ευρωπαϊκή κοινωνία στα όρια της έκρηξης.
Αυτό ακριβώς είπε ο Μοντεμπούρ. Και ο Ολάντ, εξαιρετικά μικρός και ασήμαντος για τα δεδομένα των καιρών, ζήτησε την παραίτηση της κυβέρνησης και έδωσε εντολή στον πρωθυπουργό Μανουέλ Βαλ να σχηματίσει άλλη -προφανώς “γερμανικών προδιαγραφών”.
Η αποτυχία του ελληνικού μοντέλου (την οποία η χώρα μας πλήρωσε με μια πρωτοφανή οικονομική και ανθρωπιστική κρίση) μεταφέρεται τώρα στο “μεδούλι” της ευρωζώνης ως μια κρίση ευρωπαϊκού μοντέλου και ευρωπαϊκού προσανατολισμού.
Όλοι το ομολογούν. Από τους νομπελίστες οικονομολόγους μέχρι τους διεθνείς οίκους. Από τους σώφρωνες πολιτικούς μέχρι τα διεθνή ινστιτούτα (π.χ Bruegel).
Ίσως, τώρα, είναι η στιγμή για μια ουσιαστική επαναδιαπραγμάτευση. Θα συνταχθεί η Ελλάδα στο πλευρό των προβληματισμένων και ανησυχούντων Ευρωπαίων ή θα παραμείνει προσδεδεμένη στο άρμα της γερμανικής εμμονής;
Τώρα είναι η ώρα για ηγετικές πρωτοβουλίες. Εθνικές πρωτοβουλίες…