Η φραστική στήριξη στήριξη από τον Ερντογάν των βομβαρδισμών της Συρίας από τις τρεις δυτικές δυνάμεις, έδωσε αφορμή σε κάποιους σχολιαστές να ελπίσουν πως αυτό μπορεί να είναι η έναρξη της απαγκίστρωσης της Τουρκίας από τη Μόσχα του Πούτιν.
Προφανώς, η προσέγγιση αυτή είναι αστεία και η Δύση, ιδιαίτερα η Ουάσιγκτον δυσκολεύονται δραματικά να δεχθούν το αυτονόητο, ότι η Τουρκία του Ερντογάν δεν αποτελεί λειτουργικό τμήμα της Δύσης, αλλά μάλλον εχθρικό.
Η προκήρυξη εκλογών με αφορμή την κατάρρευση της τουρκικής λίρας, πριν δηλαδή φανούν οι επιπτώσεις στην τουρκική αγορά (καύσιμα, φάρμακα, τρόφιμα κλπ) έδωσε στη «σχολή των ψευδαισθήσεων» ότι κάτι μπορεί να συμβεί, κάτι να αλλάξει.
Προφανώς τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα διότι οι προθέσεις του Ερντογάν έχουν μακροχρόνιο σχεδιασμό και στοχεύσεις στη Μέση Ανατολή, στη Μεσόγειο, το Αιγαίο και τα Βαλκάνια.
Ένα κρίσιμο επιχείρημα είναι η απόσυρση από τη FED 28,7 τόνων τουρκικού χρυσού, το σύνολο του οποίου ανέρχεται σε 564,6 τόνους, δηλ. 20 δισ. δολ. (ο ελληνικός χρυσός στο τέλος του 2016 ήταν 149,1 τόνοι αξίας 5,2 δισ. ευρώ).
Αντίθετα, άλλοι αναλυτές βλέπουν ότι η «εγκατάλειψη» της Τουρκίας από τη Δύση σε συνδυασμό με την οικονομική της κρίση και την έκθεσή της στη Μέση Ανατολή μπορεί να διευκολύνει τα δυτικά συμφέροντα, ιδιαίτερα εάν υπάρξει μια γενικότερη συμφωνία με τη Ρωσία για την περιοχή.
Η «εγκατάλειψη» ενδέχεται να γίνει υποχρεωτική δεδομένης της τουρκικής προκλητικότητας στο Αιγαίο, στο Καστελόριζο και στην κυπριακή ΑΟΖ.
Δεν είναι τυχαίος ο φόβος για θερμό επεισόδιο που εξέφρασε ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα Τζέφρι Πράιατ, ούτε το leasing δύο φρεγατών multi-task τύπου FREMM, ισχυρής πυραυλικής ισχύος.
Ο πόλεμος ως coup de theatre
Η χειρουργική επίθεση των ΗΠΑ -Αγγλίας- Γαλλίας στα υποτιθέμενα εργαστήρια παραγωγής χημικών όπλων του Άσαντ στη Συρία, αυτό το τερατώδες τίποτα, στρατηγικά, γεωπολιτικά, στρατιωτικά που μάλλον πόλωσε τις διπλωματικές δυνατότητες, αντί να τις ανοίξει, ήταν κατά κοινή αποδοχή ένα coût de theatre.
Η αθλιότητα της πολιτικής είναι γνωστή και αφομοιωμένη από το «πλήθος» (κατά Hardt και Negri), όπως άλλωστε είναι γνωστό πως πίσω από τον περιβόητο πραγματισμό, έχουν κρυφτεί τα πιο άθλια εγκλήματα της εξουσίας.
Όμως, το χτύπημα των τριών της περασμένης εβδομάδας ήταν ένα χτύπημα για εσωτερική κατανάλωση.
Όχι πως δεν έχει ξαναγίνει αυτό, αλλά εδώ πια έχουμε τρεις κορυφαίες δυνάμεις της Δύσης, τρεις ηγέτες, που βομβαρδίζουν μια ξένη χώρα, χωρίς καμία άδεια από τα Ηνωμένα Έθνη, για να διασκεδάσουν τα διογκούμενα εσωτερικά πολιτικά τους προβλήματα.
Η Μέι που πιθανώς να αναδειχθεί ως πιο μακιαβελική από τον Τραμπ, έχοντας χάσει το παιγνίδι του brexit στις Βρυξέλλες και στο εσωτερικό της Βρετανίας, μετά την φούσκα αντιρωσικής υστερίας για την απόπειρα δολοφονίας του Ρώσου πρώην διπλού πράκτορα Σκρίπαλ, είχε την τύχει να έχει χοντρό πρόβλημα ο Αμερικανός πρόεδρος.
Έτσι, πρόθυμα στοιχήθηκε πίσω του, όπως άλλωστε και ο Εμμανουέλ Μακρόν που βρίσκεται μπροστά σε μια σκληρή αντίδραση για την ιδιωτικοποίηση της σιδηροδρόμων που μπορεί να εξελίχθη σε νέο «Μάη». Τα προβλήματα του Ντόναλντ Τραμπ είναι τόσα πολλά και γνωστά, που έπρεπε να κάνει κάτι για να πάρει μια ανάσα.
Έτσι, έγινε το χτύπημα. Συνεπώς, εδώ έχουμε ένα κρούσμα χρήσης του πολέμου για μικροπολιτικούς λόγους.
Είναι ένα επιπλέον χτύπημα στην δημοκρατία, στην συνταγματικότητα, στη διεθνή νομιμότητα που μοιάζει να καταρρέει.
Η υποκρισία είναι εξουθενωτική, ακόμη και για τους πολίτες σε όλο τον κόσμο που έχουν βαθιά αντίληψη της πολιτικής.
Η παγκόσμια κοινότητα έχει εισέλθει σε μια δραματική φάση που είναι άγνωστο πού οδηγεί.
Αν και συχνά ο λόγος της Ρωσίας και της Κίνας μοιάζουν να μιλάνε τη γλώσσα της λογικής, ο κόσμος δεν μπορεί να τις εμπιστευτεί γιατί ακριβώς τα αυταρχικά τους καθεστώτα δεν παρέχουν τα αναγκαία εχέγγυα.
Έτσι, υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα. Ποιος στον ΟΗΕ θα μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας;
Αν ψάξει κανείς εκτός από την Ινδία και την Αυστραλία, ίσως και την Ιαπωνία ή τον Καναδά, κανείς δεν έχει το βάρος και το κύρος να κρίνει την παρέα του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Άλλωστε, η «ενημέρωση» των Ρώσων από τους τρεις και η «ενημέρωση» του Άσαντ από τους Ρώσους για το χτύπημα, μάλλον επιβεβαιώνει ότι το coût de theatre ήταν μια υπερπαραγωγή.
Παρά τα επιφαινόμενα, συνεννόηση ΗΠΑ-Ρωσίας υπάρχει και είναι «δημιουργική»…