Η δεύτερη εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ τον Σεπτέμβριο του 2015 πιστοποίησε την διευρυμένη διείσδυση του στον χώρο της κεντροαριστεράς.
Αυτό «ανάγκασε» το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ αλλά και τα νεόκοπα πολιτικά σχήματα του χώρου που δημιουργήθηκαν εν μέσω οικονομικής κρίσης, να επαναπροσδιορίσουν την πολιτική τους στρατηγική.
Για σχεδόν δυο χρόνια, υπήρξαν διαβουλεύσεις ανάμεσα στους πολιτικούς σχηματισμούς του κεντρώου χώρου, ώστε να βρεθεί η χρυσή τομή για τη δημιουργία ενός νέου φορέα που θα επανέφερε τους χαμένους ψηφοφόρους.
Με αρκετές δυσκολίες και με το φάσμα μιας νέας αποτυχίας, το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε τις περισσότερες πρωτοβουλίες για την συσπείρωση του χώρου.
Τελικά συμφωνήθηκε, με αρκετές διαφωνίες, να γίνει πρώτα η εκλογή του νέου ηγέτη του χώρου και στη συνέχεια η δημιουργία του ενιαίου φορέα της κεντροαριστεράς. Κάτι πρωτόγνωρο, που όμως έχει λογική βάση.
Προφανώς η εκλογή αρχηγού, μετά την ίδρυση του νέου φορέα, θα μπορούσε για διάφορους λόγους να προκαλέσει αποσχιστικές τάσεις, φέρνοντας εν τη γενέσει προβλήματα επιβίωσης στο νέο σχηματισμό.
Με την εκλογή αρχηγού πρώτα και μετά τη διαδικασία της δημιουργίας του νέου πολιτικού σχηματισμού, αποφεύγονται τα ενδεχόμενα προβλήματα.
Κάτι που φάνηκε λίγες ώρες μετά την διαδικασία, όταν στελέχη του Ποταμιού, αμφισβήτησαν την συνεργασία και προτείνουν αυτόνομη κάθοδο του κόμματος, μετά από την σύγκλιση Συνεδρίου.
Το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου της εκλογικής διαδικασίας για την ανάδειξη του νέου αρχηγού και η επικράτηση της Φώφης Γεννηματά και του Νίκου Ανδρουλάκη, φαντάζει φυσιολογικό.
Οι λόγοι της επικράτησης τους δεν ήταν ιδεολογικοί αλλά καθαρά πρακτικοί.
Το ΠΑΣΟΚ, ως κυρίαρχος κομματικός εταίρος αλλά και παλαιότερος στον υπό διαμόρφωση χώρο της κεντροαριστεράς, έχει διαμορφώσει τους μηχανισμούς κινητοποίησης αλλά και συστράτευσης των μελών του.
Κάτι που φάνηκε ξεκάθαρα και στη διασπορά των ψήφων.
Από την άλλη τόσο η Φώφη Γεννηματά όσο και ο Νίκος Ανδρουλάκης, έχουν πρόσβαση στον καλά στημένο αυτό μηχανισμό, ως Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ η Γεννηματά και ως πρώην Γραμματέας του κόμματος ο Ανδρουλάκης.
Ο καταποντισμός των άλλων υποψηφίων στην εκλογική διαδικασία της Κυριακής, από τη μια δείχνει ότι στον υπό δημιουργία κεντροαριστερό χώρο κυριαρχεί ο παλιός σκληρός πυρήνας του ΠΑΣΟΚ. Από την άλλη, την αδυναμία ανοίγματος του νέου χώρου προς την μεγάλη δεξαμενή των ψηφοφόρων της ευρύτερης δημοκρατικής παράταξης, της λεγόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας.
Παρότι ενθουσίασε τα στελέχη του νέου φορέα η «μεγάλη» συμμετοχή ψηφοφόρων, οι λίγο πάνω από 200 χιλιάδες που ψήφισαν στην διαδικασία δεν ενισχύουν αυτόν τον ενθουσιασμό.
Το 2015 σε περίπου 300 κάλπες για αρχηγό στο ΠΑΣΟΚ ψήφισαν λίγο παραπάνω από 50 χιλιάδες. Το 2017 σε 1000 κάλπες με περισσότερα από 4 κόμματα να συμμετέχουν ψήφισαν λίγο περισσότερο από 200 χιλιάδες. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι και θα πρέπει να τους αποκρυπτογραφήσουν πολύ σοβαρά για να καθορίσουν το μέλλον τους.
Η επόμενη Κυριακή, όπου θα εκλεγεί ο νέος αρχηγός του υπό δημιουργία νέου κεντροαριστερού χώρου, θα αποσαφηνίσει ακόμα περισσότερο το μέλλον του.
Η ΠΑΣΟΚοποίηση, που φαίνεται να κυριαρχεί στον υπό ίδρυση νέο φορέα προφανώς δεν θα βοηθήσει για το άνοιγμα που επιθυμούν προς τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους του προοδευτικού χώρου που ενδεχομένως έχουν απογοητευτεί από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η διαδικασία για την ίδρυση του ενιαίου φορέα της κεντροαριστεράς ήταν μεγάλη ευκαιρία για ανανέωση στο χώρο. Όχι μόνο σε πρόσωπα αλλά και σε ιδέες και προτάσεις. Η ανακύκλωση του παλιού ΠΑΣΟΚ, ισχυροποιεί περισσότερο τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ.