Αυτό που έγινε τη φετινή 3η Σεπτέμβρη, θα διδάσκεται στο μέλλον στις σχολές Πολιτικής Επιστήμης.
Είχαμε το άρθρο του Τσίπρα για τον Ανδρέα και την ομιλία της Γεννηματά για την επέτειο της ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ.
Οι πάντες ασχολήθηκαν με το άρθρο -θετικά ή αρνητικά.
Ουδείς με την ομιλία.
Την ημέρα λοιπόν που είναι ταυτισμένη με τον Ανδρέα, το πολιτικό γεγονός ήταν ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και όχι η Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ/Συμπαράταξη, κλπ.
Και μάλιστα τη στιγμή που-υποτίθεται- ο μεν Τσίπρας καταρρέει η δε Γεννηματά ηγείται μιας πολιτικής επανάστασης που θα οδηγήσει την «κεντροαριστερά» σε νέους θριάμβους…
Μάθημα Πολιτικής Επιστήμης με τίτλο «η επιμονή της πραγματικότητας να κάνει σκόνη την (τρομάρα της) πολιτική επικοινωνία».
Εδώ βρίσκεται η ουσία.
Το άρθρο του Τσίπρα προκάλεσε ενδιαφέρον στους πολλούς και έφερε πανικό και υστερία στους γνωστούς, γιατί αφορούσε την πραγματικότητα, δηλαδή την Πολιτική.
Επανέφερε καίρια διλήμματα, διατύπωσε κρίσεις από τη σκοπιά του σήμερα και ανέδειξε την ήδη καταγεγραμμένη πρόθεση «συνάντησης» με τον κόσμο του ΠΑΣΟΚ, όχι απλώς στην κάλπη -αυτό άλλωστε συμβαίνει σταθερά μετά το 2012- αλλά και στο επίπεδο της προγραμματικής σύνθεσης.
Το άρθρο του Τσίπρα ήταν διάλογος με τους πολίτες που ανήκουν στον χώρο του δημοκρατικού σοσιαλισμού.
Η ομιλία της Γεννηματά αντιθέτως, ήταν διάλογος με τον μικρόκοσμο και τους «μηχανισμούς» ενός κόμματος που η μόνη σχέση του με το ΠΑΣΟΚ είναι η αντιποίηση ονομασίας και συμβόλων, με την προσθήκη διάφορων ομάδων και μονάδων, που όλες μαζί να φυσήξουν, η ρόδα του Συντάγματος πάλι ακίνητη θα τις περιφρονεί.
Και γι αυτό δεν φταίει η Γεννηματά, η οποία στο κάτω-κάτω της γραφής παρέλαβε μια μη αναστρέψιμη κατάσταση σήψης και… αμφισβητείται κι από πάνω!
«Φταίει» η πραγματικότητα.
Η πραγματικότητα λοιπόν είναι ότι ο προνομιακός συνομιλητής της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών που ταυτίζονται πολιτικά και συναισθηματικά με τον Ανδρέα, είναι ο Τσίπρας.
Όχι προφανώς γιατί είναι ο «νέος Ανδρέας» -δεν είναι.
Κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός και ανεπανάληπτος, όπως και κάθε εποχή.
Αλλά επειδή κατάφερε, όπως και ο Ανδρέας, να πείσει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας ότι η μοιρολατρεία δεν είναι νομοτέλεια της Φύσης και ότι η ξενοκρατία και η κλεπτοκρατία δεν είναι η μοίρα της Ελλάδας.
Και πως γίνεται και εξακολουθεί να πείθει, όταν υπέγραψε-αντί να καταργήσει «με ένα νόμο και ένα άρθρο»-μνημόνιο, όταν ομολόγησε τις «αυταπάτες», και τα λοιπά γνωστά;
Για τον ίδιο ακριβώς λόγο που ο Ανδρέας εξακολούθησε να πείθει, παρά το γεγονός ότι έμεινε στην «ΕΟΚ των μονοπωλίων», έμεινε στο ΝΑΤΟ, εφάρμοσε πολιτική δημοσιονομικής λιτότητας το 1985, κλπ.
Γιατί ο δημοκρατικός κόσμος, αλλά και κάθε στοιχειωδώς νοήμων πολίτης ανεξαρτήτως ιδεολογίας, γνωρίζει ότι στην Πολιτική υπάρχουν τα «θέλω» και υπάρχουν οι συσχετισμοί –διεθνείς και εσωτερικοί- που καθορίζουν τα όριά τους.
Και αναγνωρίζει στον Αλέξη, όπως αναγωρίζει διαχρονικά στον Ανδρέα, ότι οι υποχωρήσεις, ακόμα και τα λάθη, δεν είναι αποτέλεσμα ιδεολογικού συμβιβασμού ή ηθικής εξαχρείωσης, αλλά τα όρια που θέτουν οι συσχετισμοί.
Αυτό που απαιτεί από τον Τσίπρα αυτός ο κόσμος, είναι να συνεχίσει να παλεύει για να ανατραπούν οι δυσμενείς συσχετισμοί, όπως ακριβώς το έκανε μέχρι το τέλος ο Ανδρέας.
Να ανατραπεί οριστικά στο εσωτερικό η θανάσιμη κυριαρχία της ολιγαρχίας, της διαπλοκής και της ανομίας -αυτό είναι κυρίως στο δικό μας χέρι.
Και να συμβάλλει, μαζί με τις δυνάμεις στην Ευρώπη και παντού στον κόσμο που έχουν αυτό τον προσανατολισμό, στην αλλαγή των συνθηκών –οικονομικών, γεωπολιτικών και θεσμικών- που έχει επιβάλλει ο νεοφιλελευθερισμός εδώ και δύο δεκαετίες.
Ο Τσίπρας πείθει και σήμερα -και δικαίως- ότι είναι ο μόνος από τους πολιτικούς ηγέτες της χώρας που βρίσκεται με όρους πολιτικού ρεαλισμού και όχι μεταφυσικής, στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, παλεύοντας για το καλό των πολλών και όχι υπηρετώντας τα συμφέροντα των λίγων.
Και όσο περισσότερο πασχίζουν οι υπηρέτες των λίγων να τον εξοντώσουν επικοινωνιακά, τόσο περισσότερο τον ισχυροποιούν.
Όπως ακριβώς ισχυροποίησαν τον Ανδρέα, όταν συμμάχησαν εναντίον του με σκοπό την πολιτική εξόντωση του ίδιου και του τότε ΠΑΣΟΚ.
Αυτή την πραγματικότητα ανέδειξε και πάλι η φετινή 3η Σεπτέμβρη.
Τώρα η προσοχή στρέφεται στην ομιλία του Τσίπρα στην ΔΕΘ.
Και το «στοίχημα» για τον Πρωθυπουργό είναι ένα: να περιγράψει ένα μέλλον στο οποίο η «ευημερία των αριθμών» που αποτυπώνεται ήδη στους βασικούς δείκτες της Οικονομίας,θα μετουσιωθεί και σε «ευημερία των ανθρώπων».
Αναμένουμε.
Υστερόγραφο: Επειδή ακούστηκαν πάλι και ιστορίες από το βρώμικο ΄89 και τον άθλιο πράγματι ρόλο της πλειοψηφίας της τότε ηγεσίας του ενιαίου Συνασπισμού, μια συμβουλή:
Μην προκαλείτε.
Θυμόμαστε ποιοι μιλούσαν ανοιχτά για την ανάγκη αλλαγής ηγεσίας, θυμόμαστε ποιοι υπονόμευαν την επαναληπτική εκλογή στη Β΄Αθήνας και είχαν έτοιμα μέχρι και… διαγγέλματα εκείνο το βράδυ.
Όπως θυμόμαστε που ήμασταν εμείς τη νύχτα της απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου και που δεν ήταν κάποιοι άλλοι που ήλπιζαν να ακουστεί το «ένοχος».
Όσο για την πλειοψηφία της τότε ηγεσίας της παραδοσιακής Αριστεράς, την απάντηση την έδωσε ΤΟΤΕ ο ίδιος ο Ανδρέας: παρά την δίωξη, παρά την παραπομπή, παρά την προσπάθεια πολιτικής εξόντωσής του, κράτησε σταθερά το χέρι του απλωμένο προς την παραδοσιακή Αριστερά και επέμεινε στην Δημοκρατική Συμπαράταξη.
Ακόμα και από την εντατική του Γενικού Κρατικού, έκανε πρόταση συνεργασίας στον Φλωράκη και στον Κύρκο, για αλλαγή του εκλογικού νόμου, εφαρμογή της απλής αναλογικής και συγκυβέρνηση των προοδευτικών δυνάμεων.
Και μέχρι το τέλος της ζωής του, διακήρυξε ότι ο ιδεολογικός και πολιτικός αντίπαλος της Δημοκρατικής Παράταξης είναι η δεξιά και μόνο η δεξιά.