Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η γραφή του κριτικού στοχαστή George Steiner είναι απολαυστική και σε παρασύρει εύκολα στην «παγίδα» των συλλογισμών του.
Ομολογώ ότι η χειμαρρώδης και ενίοτε ειρωνική γραφή του με παρέσυρε κατά την πρώτη ανάγνωση του βιβλίου του «Νοσταλγία του Απόλυτου» (Άγρα, 2007).
Η δεύτερη όμως ανάγνωση με βρήκε απέναντι στον Στάινερ, τον οποίο πλέον τοποθετώ -όπως άλλωστε και τον Roger Scruton που επίσης απολαμβάνω- στους θεμελιωτές ενός σύγχρονου αποδομητικού συντηρητισμού, πολιτικά ιδιαίτερα επικίνδυνου.
Ο Στάινερ ξεκινά αυτό το βιβλίο με τη γενικής αποδοχής διαπίστωση ότι η παρακμή των χριστιανικών δογμάτων στη Δύση που είχαν «διαμορφώσει την ταυτότητα του ανθρώπου και τη θέση μας στον κόσμο»… «έχασαν την κυριαρχία τους πάνω στο συναίσθημα και στην καθημερινή ύπαρξη», με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί «κενό» και να στεγνώσει ο «πυρήνας της ηθικής και πνευματικής υπόστασης του ανθρώπου».
Έτσι, κατά τον Στάινερ, προς πλήρωση του «κενού» δημιουργήθηκαν νέες «μυθολογίες» και σημειώθηκε μια σταδιακή επιστροφή στον ανορθολογισμό.
Υπό αυτή την οπτική, στήνει στον τοίχο τον Φρόιντ (ψυχανάλυση), τον Μαρξ (δικτατορία του προλεταριάτου), τον Λεβί-Στρος (γλωσσολογική δομή της ανθρωπολογίας), ενώ όσους τους ακολούθησαν τους καταγγέλλει ως νοσταλγούς του απόλυτου, υπονοώντας ευθέως ότι κατά κάποιο τρόπο «θρησκεύονται» με τα νέα κοσμικά δόγματα.
Μια αρχική ένσταση. Ο «πυρήνας της ηθικής και πνευματικής υπόστασης του ανθρώπου» προϋπήρχε του χριστιανισμού, της εθνικής θρησκείας και ενδεχομένως να ανάγεται στον Κρο Μανιόν έστω και με την πρωταρχική έννοια της συνείδησης του είδους.
Τούτου λεχθέντος, νομίζω ότι τα αποδομητικά επιχειρήματα του Στάινερ είναι ενδιαφέροντα ως λογοτεχνικές ασκήσεις ευφυΐας και ενίοτε μοιάζουν ισχυρά, όμως έχουν από πίσω τους τον πέτρινο τοίχο του συντηρητισμού αλλά και μια ύποπτη οπτική που – κατά την άποψή μας – είναι αυτή που οδηγεί στους μεταμοντέρνους φασισμούς υπό την λεοντή της δημοκρατικότητας.
Είναι αυτή η υπεροπτική ματιά των σύγχρονων συντηρητικών που κάνουν κακή και αθέμιτη χρήση -ή μάλλον κατάχρηση- του ορθολογισμού διαχειριζόμενοι τα «ακλόνητα» δόγματα των δυτικών αξιών και της δημοκρατίας, ρίχνοντας το φταίξιμο για την παρακμή, την στρέβλωση, την υποκρισία και τη βία του δυτικού συστήματος στους δημαγωγούς και τους λαϊκιστές και σε όσους δεν υποτάσσονται στον λεγόμενο πολιτικό καθωσπρεπισμό (politically correct) τους.
Είναι οι συντηρητικοί που δεν θέλουν τίποτε να αλλάξει στον κόσμο, γιατί κάθε αλλαγή είναι εις βάρος των συμφερόντων τους και της υποκρισίας τους.
Επειδή λοιπόν δεν μπορούν να υπερασπιστούν τις εξουσιαστικές αξίες του παρελθόντος αποδομούν τις δυναμικές, επιστημονικές-ιδεολογικές-πολιτικές-οικονομικές του παρόντος, αδιαφορώντας για το πως λειτουργεί η ιστορία και η εξέλιξη.
Κι όταν όλα αυτά καταρρέουν, οι θεωρητικοί του συντηρητισμού μιλάνε για τον θυμό των πρωτοπόρων και την οργή των άξεστων μαζών, υπονοώντας κάποια ψυχοπαθολογία.
Παραβλέπουν βέβαια πως ο θυμός και η οργή είναι από τα ισχυρά καύσιμα της ιστορίας, η οποία βεβαίως δεν εκτυλίσσεται εν τόπω χλοερώ, αλλά στα βραχώδη όρη των αγώνων.
Ο Στάινερ σ΄ αυτό το βιβλίο που είναι η απογραφή πέντε ραδιοφωνικών διαλέξεων, διδάσκει πώς να πετάς τη μπάλα στην κερκίδα.
Για την παρακμή της χριστιανική θρησκείας λέει πως φταίνε η άνοδος του επιστημονικού ορθολογισμού την περίοδο της Αναγέννησης, οι ανεπάρκειες του Διαφωτισμού και ο Δαρβίνος!
Ξεχνάει τις πραγματικές κοινωνικές και πνευματικές αιτίες, την απόλυτη και προκλητικά αιματηρή εξουσία του Πάπα, την απόλυτη εξουσία των βασιλιάδων ελέω Θεού, την Ιερά Εξέταση, τη Μεταρρύθμιση, τους θρησκευτικούς πολέμους στην Ευρώπη και το μακελειό στο Νέο Κόσμο, τα αίσχη της παιδοφιλίας των παπάδων κ.ο.κ.
Για να αποδομήσει τις νέες «μυθολογίες» ο Στάινερ δημιουργεί κριτήρια, την καθολικότητα, την διαγνωστική ενόραση και την οικεία γλώσσα (εικόνες και σύμβολα) για να προσδώσει κύρος και επιστημοσύνη στα επιχειρήματά του και τελικά κάνει λόγο για ένα είδος «θεολογίας της υποκατάστασης».
Πρόκειται για ιδεαλιστικές ασυναρτησίες του σαλονιού, διότι απλά τίποτε από όσα ισχυρίζεται δεν έγινε για να υποκαταστήσει την θρησκεία και δει τον χριστιανισμό, ούτε ο Δαρβίνος, ούτε ο Λεβί-Στρος και φυσικά ούτε ο Μαρξ έδρασαν γι΄ αυτό το λόγο.
Όλη η θεωρία της υποκατάστασης είναι μια λεκτική κατασκευή.
Το «κενό» υπήρχε πάντα και το κάλυπτε ο φόβος της τιμωρίας.
Τώρα με την πληροφορία ο φόβος έχει υποχωρήσει.
Το «κενό» είναι ο χώρος που εκκολάπτεται το καινούργιο.
Η αποσιώπηση, η στρέβλωση και το ψέμα είναι οι μεγάλες τέχνες του νεοσυντηρητισμού, που εκφράστηκε στην πολιτική έντονα με τους Μπους και του νεοφιλελευθερισμού (σ.σ: αυτός κι αν είναι θρήσκευμα) των Θάτσερ-Ρήγκαν που στήριξαν -αν δεν τον απογείωσαν- τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.
Η ιστορία όμως έχει ανεξέλεγκτους παράγοντες και ένας από αυτούς είναι η πληροφορία και το διαδίκτυο, που -παρά τα fake news τα οποία παράγουν τα οργανωμένα συμφέροντα-, δημιουργεί νέες κοινωνικές αντιλήψεις.
Η σαπίλα του «παλιού καθεστώτος» είναι πλέον αντιληπτή στους πάντες, εξ ου και οι απέλπιδες προσπάθειες για δημοκρατική αλλαγή.
Μόνο που οι αλλαγές, παρά την επιτάχυνση του ιστορικού χρόνου, παραμένουν αργές για τις ανάγκες του κόσμου. Αυτό όμως είναι κανονικό. Οι αλλαγές θέλουν το χρόνο τους.
Στη μόνη αυθεντική επανάσταση, τη γαλλική, πήρε ογδόντα χρόνια για να ισορροπήσει σε μια αστική δημοκρατία και πέρασε από αυτοκράτορες, βασιλιάδες και πανευρωπαϊκούς πολέμους για να πετύχει το σκοπό της…
Οι νεοσυντηρητικοί λένε «μα δεν βλέπετε πόσο καταστροφικές είναι οι επιλογές του Τραμπ, του Φάραντζ, του Brexit;…» και όταν αντιμετωπίζουν δυσπιστία, λένε μα στην ουσία «δικοί μας είναι, του συστήματος, τη δουλειά μας θα κάνουν που δεν μπορούσαμε να φέρουμε εις πέρας εμείς»…
«Λέτε ο Μακρόν να μας βγει Λένιν;»… Άλλωστε, όπως είπε και η κα Αρβελέρ «Όταν κυβερνούν ανίκανοι ένοχοι είναι οι ικανοί».
Αυτή είναι μια επικοινωνιακή γραμμή για την διασπορά της σύγχυσης χωρίς όμως ουσιαστικό βάρος.
Διότι υπάρχει διαφορά μεταξύ Τραμπ και Μακρόν, έστω αισθητική, ίσως μεσοπρόθεσμα να αποδειχθεί και στρατηγική.
Αλλ΄ ούτε εκεί είναι η ουσία. Η ουσία είναι στην κίνηση!… Διότι κίνηση σημαίνει προσαρμογή και προσαρμογή σημαίνει εξέλιξη και εξέλιξη ζωή.
Είναι η αλλαγή που απεύχονται οι Νοσταλγοί του Παρελθόντος, καθώς δεν μπορούν να δουν ότι ο Άγγελος της Ιστορίας πετάει μόνο προς τα μπρος, ακόμη κι αν κάνει μερικούς γύρους πάνω από τα θύματά του.-