Το σύνηθες ερώτημα που περνά από στόμα σε στόμα και αφορά την έξοδο από την κρίση, είναι με ποιον τρόπο κάτι τέτοιο μπορεί να είναι εφικτό σε μια εποχή κατά την οποία κοινωνίες πολύ πιο οργανωμένες και με αρτιότερους μηχανισμούς κοινωνικής προστασίας πλήττονται επίσης.
Η πλευρά που υποστηρίζει ότι η λύση θα δοθεί μέσα από σκληρές θυσίες των απλών πολιτών, είναι αυτή που βρίσκεται επί τους άρματος της νεοφιλελεύθερης πολιτικής.
Με απλά λόγια, οι πολιτικές δυνάμεις που πιστεύουν στον καπιταλισμό και τον υπηρετούν πιστά, αναπτύσσουν τη θεωρία, πως νομοτελειακά κάθε κρίση κάνει τον κύκλο της και στη συνέχεια το σύστημα – του καπιταλισμού – ανασυντάσσεται και δημιουργεί θετικό περιβάλλον για διανομή πλούτου στις κοινωνίες. Και λένε στον κόσμο που δεινοπαθεί, ότι οι κρίσεις είναι αναπόφευκτες γιατί υπάρχουν δυνάμεις ανώτερες των κυβερνήσεων με τις οποίες υποτίθεται ότι διεξάγεται ένας αέναος αγώνας προκειμένου να αποφεύγονται πτωχεύσεις κοινωνιών και καταρρεύσεις κρατών.
Αυτό που δεν λένε στον κόσμο και αρνούνται να αποδεχθούν, είναι πως στις καπιταλιστικές κοινωνίες, όπου δηλαδή εφαρμόζονται οι κανόνες της «ελεύθερης αγοράς», αυτό που στην πραγματικότητα επιδιώκεται δεν είναι παρά η ζωνοποίηση των κοινωνιών για την “ορθολογικότερη” διανομή του πλούτου, σε τρόπο ώστε οριακά να επιτυγχάνεται η διατήρηση των κατώτερων στρωμάτων πάνω από τα όρια της φτώχειας για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο οι “ανώτερες” τάξεις. Και όταν παρά την συμπίεση αυτών των ορίων δεν βγαίνουν ούτε και τα νούμερα, τότε μιλάνε για «διεθνή κρίση» στην οποία οι κοινωνίες πρέπει να ανταπεξέλθουν με θυσίες.
Δεν είναι τυχαίος βέβαια ο όρος «θυσία». Είναι προσεκτικά επιλεγμένος για να μεταφέρεται στους πληβείους που εξαθλιώνονται, η αίσθηση ότι από απλό νούμερο σε στατιστικούς πίνακες, μετατρέπεται ο κάθε ένας ξεχωριστά σε «ηρωικό μαχητή» που θυσιάζεται για να ζήσουν τα παιδιά του καλύτερα.
Σε κάθε περίπτωση το ζητούμενο είναι να μην νιώσει ο πολίτης ότι υπάρχει πραγματικά πεδίο μάχης απέναντι στους πραγματικούς εχθρούς της ζωής του, και όπου μπορεί κι έχει τις δυνάμεις να αγωνιστεί κόντρα στο σύστημα – και αν χρειαστεί να γίνει ήρωας – σε λαϊκούς αγώνες, για τα ζήσουν τα παιδιά του σε έναν καλύτερο κόσμο.
Στις περιόδους των οικονομικών κρίσεων οι κυβερνήσεις, διατυπώνουν και προβάλουν πάντα ως εθνικής σημασίας διακύβευμα την ανάγκη περιστολής των δαπανών για να σωθεί το κράτος! Κρίσιμο θέμα για να περάσουν τα μέτρα με τα οποία υφαρπάζουν από την κοινωνία τον πλούτο για να τον μεταφέρουν προς τα πάνω, είναι να διατηρηθεί η προσοχή της κοινής γνώμης μακριά από πρόσωπα και καταστάσεις που όχι απλά δεν πλήττονται από την κρίση αλλά ευνοούνται τα μέγιστα.
Για παράδειγμα, στην Ελλάδα κανείς πολιτικός απ όσους έλαβαν κρίσιμες αποφάσεις σε βάρος της κοινωνίας δεν βρέθηκε στην ψάθα, ενώ τα «τζάκια» Αθηνών και περιχώρων που ελέγχουν τον εθνικό πλούτο ως μεγαλοεργολάβοι, μεγαλοεπενδυτές, μεγαλοεφοπλιστές, μεγαλοπρομηθευτές κτλ, όχι απλά δεν γκρεμίζονται αλλά γίνονται ολοένα και πιο κραταιά με τα λεφτά του κράτους. Ενός κράτους που υποτίθεται ότι φταίει για όλα τα δεινά του μέσου πολίτη, γι αυτό πρέπει να το απονευρώσουμε, να το συρρικνώσουμε και επιτέλους να το βάλουμε στην άκρη για να έλθουν στον προσκήνιο οι «εθνικοί εργολάβοι» που έχουν έτοιμες λύσεις για όλα…
Ένα άλλο εργαλείο του συστήματος, είναι η διαχείριση των σκανδάλων.
Γιατί και η “ανώτερη” τάξη έχεις τη δική της διαστρωμάτωση για να αντλούνται από τα “κατώτερα” επίπεδα της ελίτ παραδείγματα διαφθοράς τα οποία προσφέρονται στο λαό ως θέαμα με την υπόσχεση ότι θα ακολουθήσει και ο άρτος… Η “ανώτερη τάξη” ξέρει καλά ότι δεν γίνεται ομελέτα δίχως να σπάσεις αυγά και δεν διστάζει να θυσιάζει κάποια αποπαίδια της όταν οι καταστάσεις το απαιτούν.
Τα παραδείγματα πολλά. Και με την ευκαιρία το πολιτικό σύστημα πετυχαίνει να απομακρύνει από την οπτική του μέσου πολίτη τη διαφθορά, ανεβάζοντας την εκεί που πρέπει… να είναι, δηλαδή ψηλά μακριά από τα αδιάκριτα μάτια της κοινωνίας κι εκεί όπου οι 9 στους 10 πολίτες θεωρούν ότι είναι απολύτως φυσιολογικό να έχει την έδρα της (η οικονομικο-πολιτική διαφθορά).
Αυτά συμβαίνουν την εποχή που ζούμε, κατά την οποία το “ευρωόνειρο” (όπως και το «αμερικάνικο όνειρο») του μέσου πολίτη στην καπιταλιστική μας κοινωνία μετατρέπεται σε αβάστακτο εφιάλτη, ενώ υποτίθεται ότι ο τόπος σώζεται και μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο αύριο.
Δηλαδή, εμείς οι πολλοί, τα εκατομμύρια λαού προσερχόμαστε οικειοθελώς στην διαρκή τελετή ανθρωποθυσίας την οποία εκτελούν οι πολιτικοί μας στο βωμό της διατήρησης του πλούτου μιας ολιγαρχίας οικογενειών, δίχως τη δύναμη των οποίων υποτίθεται ότι οι κοινωνίες δεν έχουν μέλλον!
Υπάρχει κάποιος αυτοματισμός μέσα απ τον οποίο η άρχουσα τάξη έχει το κεφάλι της ήσυχο; Φτάσαμε ήδη στο σημείο να θεωρείται η δυναμική των λαών μηδαμινή;
Όχι!
Απόδειξη είναι η διαρκής λυσσαλέα προσπάθεια όλων των δυνάμεων της οικονομικοπολιτικής ολιγαρχίας να ελέγξει μέσα από τα μμε τα «θέλω» και τα «πρέπει» του λαού. Κι όπου δεν περνά ο λόγος, όταν χρειαστεί πίπτει η ράβδος της εξουσίας που έχει δοθεί σε σώματα πραιτοριανών μιας αστυνομίας που πλέον μόνο το έγκλημα δεν καταπολεμεί.
Μιας αστυνομίας η οποία θα έπρεπε να είναι στους δρόμους μόνο για να προστατεύει τους πολίτες από τους εγκληματίες, αλλά είναι στους δρόμους για να τιμωρεί όσους τολμούν να σηκώσουν κεφάλι σε μια διαμαρτυρία
Το όλο πλαίσιο απονεύρωσης της κοινωνίας ολοκληρώνεται με νομοθετήματα περί πάταξης της τρομοκρατίας, του χουλιγκανισμού και όπως αλλιώς βαπτίζουν τον εφιάλτη (τους) μιας λαϊκής εξέγερσης.
Συμπληρώνεται δε, με σοφιστίες όπως αυτή περί των “δύο άκρων” από χειραγωγημένους δημοσιογράφους που φυσικά ζούνε πλουσιοπάροχα. Κι όταν σφίγγουν τα πράγματα, μπορούν να εμφανίζουν μαγικές απολιτικές προτάσεις για το αύριο μέσα από ανύπαρκτα κομματικά μορφώματα στα οποία δίνουν δημοσκοπική δυναμική με ταχύτητες που ανατρέπουν την θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν.
Με απλά λόγια, οι κυβερνήσεις και τα αφεντικά τους, δεν φοβούνται τίποτα περισσότερο από την πιθανότητα, η οργή του λαού να μετουσιωθεί σε πραγματικό και σκληρό αγώνα ανατροπής τους. Και γι αυτό καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια με κάθε διαθέσιμο μέσον για να κρατήσουν τον πολίτη στον καναπέ του. Με το καλό ή με το κακό.
Αυτό που συμβαίνει δηλαδή, είναι πως κάποιοι λιγοστοί κάνουν κουμάντο τους πάρα πολλούς. Και μας πείθουν π.χ., πως το κράτος δεν μπορεί να αξιοποιήσει προς όφελος των πολιτών του, τον ορυκτό του πλούτο, τα ενεργειακά του αποθέματα, το νερό του, τα δάση του, τα νησιά του κτλ. Θεωρούμε εντελώς φυσιολογικό, το να έχουν εκχωρηθεί οι εθνικές συχνότητες ΔΩΡΕΑΝ στους εργολάβους για να μας κάνουν πλύση εγκεφάλου με τα τηλεοπτικά κανάλια τους. Θεωρούμε εντελώς φυσιολογικό να παραδίδεται η ηλεκτροδότηση της χώρας σε ιδιώτες.
Θέλουν να μας πείσουν ότι είναι αδήριτη ανάγκη να δοθεί η διαχείριση των νερών στους μεγαλονταβατζήδες. Κοντεύουμε να πιστέψουμε πως δεν πρέπει να διαχειριστούν οι Δήμοι ΜΑΣ τα απορρίμματα μας, αλλά πως αν το κάνουν ο «Χ» ή ο «Ψ» μεγαλοεργολάβος όλα θα πάνε πρίμα. Μάθαμε να οδηγούμε πληρώνοντας αδρά στο εθνικό οδικό δίκτυο που εκχωρήθηκε σε 2-3 εθνικούς νταβατζήδες και το θεωρούμε εντελώς φυσιολογικό γιατί “συμβαίνει και εις τα ευρώπας”.
Το χειρότερο όμως είναι ότι έχουμε πιστέψει πως οι λαοί δεν μπορούν να πάρουν τις τύχες τους στα χέρια τους. Και τείνουμε να πεισθούμε πως όσο περισσότερη ισχύ αποκτήσουν τα 10-20 τζάκια της πλουτοκρατίας, εμείς θα έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο.
Πρόκειται για τη μεγάλη νίκη του καπιταλισμού σε μια μάχη στην οποία ποτέ δεν πήραμε μέρος γιατί φοβηθήκαμε τις οδύνες…
Συνεχίζεται…