Η συγκλονιστική γερμανική ταινία «ο Λαβύρινθος της Σιωπής» πραγματεύεται το Ολοκαύτωμα από μια πολύ διαφορετική οπτική γωνία, αυτήν της Γερμανίας στα τέλη της δεκαετίας του 1950.
Μιας Γερμανίας που θέλει να σβήσει το ένοχο παρελθόν, που προτιμά τη σιωπή και την ανάλαφρη κουλτούρα των baby boomers αλλά κάτω από την επιφάνεια υποβόσκει το ηθικό βάρος της ατιμωρησίας των ναζί και τα βαθιά ψυχολογικά τραύματα του πολέμου.
Πέρα από τα πρωτότυπα και πολλαπλά ερωτηματικά που βάζει ο σκηνοθέτης σχετικά με το φαινόμενο του ναζισμού, το γεγονός ότι σχεδόν όλοι ήταν μέλη του κόμματος, το πώς απλοί άνθρωποι μετατράπηκαν σε σαδιστικά κτήνη, το πάθος ενός νεαρού εισαγγελέα να κάνει το σωστό και πώς αυτό το πάθος, αυτή η τόσο ευγενής επιδίωξη του, τον φέρνει τελικά σε σύγκρουση με όλους αλλά και με τον ίδιο του τον εαυτό!
Ένα πραγματικό κινηματογραφικό διαμάντι που δείχνει βέβαια πως υπάρχουν Γερμανοί που μπορούν να δουν το παρελθόν τους με πολύ θάρρος και αυτογνωσία.
Η έρευνα λοιπόν αυτού του νεαρού εισαγγελέα και όσων των στήριξαν και τάραξαν την ενοχική σιωπή, έφτασε στην ολοκλήρωση ενός κατηγορητηρίου που πρώτη φορά απαγγελλόταν στη Γερμανία και τελικά στο περίφημο «Auschwitz Prozess», την ιστορική δίκη 22 κατηγορούμενων – βαθμοφόρων στο στρατόπεδο του Άουσβιτς.
Η δίκη αυτή ξεκίνησε στις 20 Δεκεμβρίου του 1963 και ολοκληρώθηκε στις 19 Αυγούστου του 1965.
Εξετάστηκαν 360 μάρτυρες και διαβάστηκαν χιλιάδες αρχεία του στρατοπέδου που είχαν συλλέξει και διατηρήσει οι Συμμαχικές Δυνάμεις.
Ποιό το ενδιαφέρον όλων αυτών;
Μα η εντυπωσιακή σύγκριση με την ελληνική επικαιρότητα. Η τελευταία είδηση από το ράδιο πριν μπούμε στον Κινηματογράφο και στον κόσμο του «Λαβύρινθου της Σιωπής» ήταν η αποφυλάκιση Ρουπακιά λόγω παρέλευσης των 30 μηνών χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η δίκη.
Η σύγκριση μοιραία και σοκαριστική:
Η Γερμανία του ’50 καταδίκασε 22 Ναζί, εξετάζοντας 360 μάρτυρες μέσα σε 20 μήνες.
Μια δίκη τεράστια σε αντίκτυπο αλλά και σε όγκο, σε σχέση με τα μέσα της εποχής.
Μια δίκη κάτω από τα φώτα της δημοσιότητας, σε κλίμα βαρύ και ιδιαίτερα συγκρουσιακό καθώς οι χιλιάδες πρώην-ναζί στρατιώτες είχαν πια καταλάβει θέσεις σε όλη την ιεραρχία του γερμανικού κράτους και σε όλα τα επαγγέλματα.
Πενήντα χρόνια μετά, η Ελλάδα του σήμερα, η «δημοκρατική και εκσυγχρονισμένη» Ελλάδα, η «Ελλάδα του σκληρού ευρωπαϊκού πυρήνα» -όπως αρέσκονται να υποστηρίζουν κάποιοι πολιτικοί- αδυνατεί να δικάσει έναν θιασώτη του φαντάσματος του φασισμού-ναζισμού, αποδεδειγμένα φονιά, σε μια δίκη πολύ μικρότερων διαστάσεων και προφανούς δημόσιου ενδιαφέροντος.
Ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν έγραψε πως «Η Δικαιοσύνη είναι η Συνείδηση, όμως δεν πρόκειται για την προσωπική συνείδηση του καθενός αλλά μάλλον για τη συνείδηση ολόκληρης της κοινωνίας…».
Κατά συνέπεια η Πολιτεία που καθυστερεί προκλητικά την απονομή της δικαιοσύνης δηλητηριάζει τη Συλλογική της Συνείδηση.
Σκοπιμότητα ή παράπλευρη απώλεια;