Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είναι ένα “παιδί του λαού”.
Είναι γόνος μιας ισχυρής πολιτικής οικογένειας, ενός “πολιτικού τζακιού”, είναι ο γιος ενός πολιτικού, το πρόσωπο του οποίου αυλακωμένο από το άροτρο του μη αργυρώνητου χρόνου, φωτίζεται σχεδόν επτά δεκαετίες από τα φώτα της πολιτικής ράμπας πάνω στην οποία, μετακινούμενο για χρόνια από τις σκηνοθετικές ανάγκες της εκάστοτε κυβερνητικής ή αντικυβερνητικής παράστασης, συμπλήρωσε τον επαγγελματικό θίασο του θεάτρου της νεοελληνικής πολιτικής τέχνης…
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι όμως ένας πολιτικός με σταθερό φιλελεύθερο προσανατολισμό, με συνέπεια στις πολιτικές του θέσεις, γαλουχημένος με την αστική αισθητική και εξοπλισμένος με τις απαραίτητες γνώσεις, για μια αξιοπρεπή παρουσία στο πολιτικό γίγνεσθαι κι εκτός ελληνικών συνόρων, ανεξάρτητα αν διαφωνεί κανείς μαζί του ή όχι.
Ένας πολιτικός “ζυμωμένος” όχι μόνο με το πνεύμα μιας ανάπηρης πολιτικής υπεροψίας, που για χρόνια χαρακτηρίζει την πολιτική ζωή του τόπου, με τους πολιτικούς να λησμονούν σχεδόν πάντα ότι η δόξα συνοδεύεται από το ψέμα της φύσης της, αλλά κι ένας πολιτικός που είναι σε θέση να διαχειριστεί την επιθυμία του πολιτικού υπερχορτασμού ή έτσι τουλάχιστον δείχνει…
Αλλωστε, έζησε πολλά και εύγλωττα παραδείγματα πολιτικής απληστίας. Και ίσως έχει συνειδητοποιήσει, λέω ίσως, πως εκεί που πρώτα κάθε δόξα με τους όποιους πανηγυρισμούς, φαίνεται σαν μια μεταθετή ματαιότητα, όπως όλα τα ανθρώπινα, ξαφνικά η αποφατική αυτή άρνηση γίνεται καταφατική επιδίωξη και με τον καιρό μεταμορφώνεται σε μια ακαταμάχητη “δοξοφαγία”.
Το σύμπλεγμα του επιγόνου, ωστόσο, φαίνεται πως δεν ταλανίζει τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο της ΝΔ, ο οποίος κατόρθωσε να κόψει το λώρο που τον έδενε με ό,τι στην πολιτική επιφάνεια είχε οικοδομήσει το όνομα της οικογένειάς του.
Κατόρθωσε, κόντρα στα προγνωστικά, τις “στημένες” ή μη δημοσκοπήσεις, κόντρα στην ενορχηστρωμένη πολεμική από τους εσωκομματικούς του αντιπάλους, κάποιοι μάλιστα με εμφανή εχθρική διάθεση ή και με ρεβανσισμό και συμπλεγματικές αγκυλώσεις, να “νικήσει” το βαρύφορτο από την οικογενειακή παράδοση όνομά του.
Και ταυτόχρονα να “βγάλει τη γλώσσα” του στην ηγεμονική λογική και στη ματαιόδοξη αντίληψη που διατρέχουν ένα μεγάλο μέρος του κόμματος, που απομακρύνθηκε από τις αρχές του φιλελευθερισμού και μετατράπηκε σε “εντευκτήριο” ανούσιων ενίοτε ιδεολογικών συζητήσεων και παρωχημένων πολιτικών ιδεών και πρακτικών, με έναν εσμό κομματικών διαδρομιστών, διάφορες καρικατούρες της πολιτικής να διεκδικούν πολιτικό φωτοστέφανο…
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης νίκησε με άνεση τον συνυποψήφιό του για την αρχηγία της ΝΔ. Πρόταξε επί της ουσίας την “καθαρότητα” των απόψεών του και κατόρθωσε να διαχύσει τις ιδέες του στο εκλογικό σώμα, όσο κι αν θα τεθούν οσονούπω στην κρίση του πετροκαταλύτη χρόνου και στο αμόνι της αλήθειας των προθέσεών του. Κι όσες “θαυματουργικές” ιδιότητες κι αν έχει, αν και κανείς στο πολιτικό στερέωμα δεν έχει, δεν θα μπορέσει μόνος του να αντιμετωπίσει αυτό το λεφούσι της πολιτικής ανικανότητας, που ανατρέπει στο πέρασμά του ό,τι βρει μπροστά του.
Δεν φτάνει η ηλικία του, αν και δεν συγκαταλέγεται πλέον στους νέους ηλικιακά πολιτικούς έχοντας δρασκελίσει τα 47 χρόνια του, για να αντιπαραταθεί στον πεφυσημένο ασκό και αδαήμονα, με αποφύσεις και προσφύσεις λαϊκισμού, που ακούσει στο όνομα Αλέξης Τσίπρας.
Δεν φτάνει η συνθηματολογία, ούτε φτάνουν οι καλές προθέσεις για να κατατροπωθεί ο πολιτικός αντίπαλος, όταν μάλιστα ο αντίπαλος υπερτερεί σε λαϊκίστικη μαεστρία, λειτουργεί εντελώς ανορθόδοξα, χρησιμοποιώντας την τακτική ενός άτακτου πολέμου φθοράς, που δεν γίνεται με τους καθιερωμένους κανόνες του παιχνιδιού.
Οταν για χρόνια ο άρτος ο επιούσιος των πολλών Ρωμιών γίνεται άρτος πλούσιος που μουχλιάζει στις ψωμιέρες των ολίγων καρεκλοπόδαρων της εξουσίας, πολιτικής και οικονομικής, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μια μόνο επιλογή διαθέτει: Να μην αποζητά το μέγιστο, αγνοώντας το ελάχιστο που τιμά και μεγαλύνει τους άρχοντες.
Στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα, ακόμη και οι λέξεις έπαψαν να έχουν ευχαριστιακό και αντιυπεροπτικό χαρακτήρα!..
Ολοι ξέρουν ότι ο ήχος ήταν το πρώτο λεξιλόγιο της γης και ότι η γλώσσα είναι η προφητεία για την ενανθρώπιση. Κι ενώ δεν υπάρχουν θεμιτά και αθέμιτα μεγέθη στις λέξεις που εκφράζουν πρώτιστα πολιτικές αισθητικές αντιλήψεις και ποτέ δεν υπογράφεται η ληξιαρχική πράξη του θανάτου τους από κανέναν, δυστυχώς συχνά βιάζονται βάναυσα και εκθέτουν αυτούς που τις βιάζουν.
Να μια πρακτική που υποχρεούται ο Κυριάκος Μητσοτάκης, από την πρώτη μέρα που θα εγκατασταθεί στο γραφείο του προέδρου της ΝΔ, να την αποφύγει μετά βδελυγμίας, συνειδητοποιώντας πως οι βαρύγδουποι βερμπαλισμοί δεν προσδίδουν πολιτικό κύρος.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είναι ούτε πολύπλαγκτος, ούτε πολύπειρος από τα τσακίσματα των καιρών και την αγωνία της επιβίωσης.
Εχει δείξει όμως ότι είναι οργανωτικός και μεθοδικός με πολιτκή αντίληψη και πολιτικό πείσμα, που ίσως αποδειχθεί ότι μπορεί να ανανεώσει το κόμμα της ΝΔ και να του προσδώσει μια νέα “φυσιογνωμία”, ώστε να μη μοιάζει με σκουριασμένο αραμπά της δεκαετίας του ’70.
Κι αν η εξουσία στα μάτια του δεν λειτουργήσει ως ήλιος εκτυφλωτικός, που δεν θα του επιτρέψει να δει τη μακροβιότητα ενός συστήματος χωρίς σύστημα, αν επιτρέψει στον εαυτό του να γίνει “εντολοδόχος” της συνέχειας της πολιτικής ανικανότητας, αν μέσα από τα ιδεολογικά θρύψαλα της ΝΔ και “τοις κείνων ρήμασι πειθόμενος” εξακολουθήσει να τραγουδά τους “καημούς” της ολιγαρχίας, γραμμένους στο πεντάγραμμο της αδηφαγίας τους, τότε θα μεταμορφωθεί σε μια ακόμη “μούμια” της πολιτικής, σε μουσειακό αρχέτυπο, αντικείμενο σπουδής των μυουμένων στην αγαλματολογία της πολιτικής απάτης…
Αν…Τόσα “αν” συνοδεύουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη καθώς δρασκελίζει σήμερα το κατώφλι των γραφείων της ΝΔ και αναλαμβάνει την προεδρία της σε περίοδο κρίσης και ευθύνης.
Αν λοιπόν δεν αυτοπροδοθεί ως χαρακτήρας που απλώς κυνηγάει την εντύπωση και τη ματαιοδοξία, έχει ελάχιστο χρόνο να απολαύσει τους πανηγυρισμούς της νίκης του, για να αντιπαραταθεί με την αδυσώπητη πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, που ως ηχηρή μαρτυρία δεν αντιμετωπίζεται απλώς με δόκιμους ή αδόκιμους πολιτικούς ακροβολισμούς και με διάθεση “πανηγυριώτικη” ή εντυπωσιασμού…