Κυβερνητικός σεισμός έχει προκληθεί από το βίντεο στο οποίο εμφανίζεται ο γραμματέας της κυβέρνησης και δεξί χέρι του Αντώνη Σαμαρά, Τάκης Μπαλτάκος να συνομιλεί με τον Ηλία Κασιδιάρη για τις συλλήψεις μελών και βουλευτών της Χρυσής Αυγής.
Το βίντεο – προϊόν υποκλοπής αποτελεί όπως και να έχει ένα συγκλονιστικό ντοκουμέντο. Έχει ιδιαίτερη σημασία ωστόσο να δει κανείς αντικειμενικά τα συμπεράσματα που εξάγονται από το εν λόγω βίντεο.
Εν αρχή ην ο Τάκης Μπαλτάκος, ο οποίος επιβεβαιώνει με τον πλέον εκκωφαντικό τρόπο τις όποιες κατηγορίες έχει κατά καιρούς δεχθεί, χαρακτηριζόμενος ως ακροδεξιός.
Ο γραμματέας της κυβέρνησης Σαμαρά αποδεικνύεται μέσα από το βίντεο ότι είναι το «μακρύ χέρι» της Χρυσής Αυγής μέσα στην καρδιά της κυβέρνησης, εκπροσωπώντας τεχνηέντως τα συμφέροντα του ναζιστικού κόμματος.
Ο υμνητής της σπαρτιατικής «Κρυπτείας», όπως είχε αποκαλύψει στο παρελθόν ο Ιός της Εφημερίδας των Συντακτών, πλέον δεν μπορεί να καλυφθεί ούτε από την προστατευτική φτερούγα του Αντώνη Σαμαρά, καθώς στο βίντεο τον εκθέτει ανεπανόρθωτα. Ο γνωστός δικηγόρος θα μετατραπεί από δεξί χέρι του πρωθυπουργού σε «μεμονωμένη περίπτωση που δεν απηχεί τις απόψεις της κυβέρνησης».
Πώς όμως φτάσαμε στο επίμαχο βίντεο και ποιοι είναι οι κερδισμένοι από αυτό.
Η απάντηση στο ερώτημα είναι αρκετά σύνθετη και πολύπλοκη.
Ο Ηλίας Κασιδιάρης, υποψήφιος για το δήμο Αθηναίων, εκμεταλλευόμενος το μακρύ χέρι του κόμματος στην κυβέρνηση, οπλίστηκε με ένα άλλοθι ικανό να μετατραπεί σε κολυμβήθρα του Σιλωάμ για όλους τους χρυσαυγίτες.
Μέσα από μία κίνηση εντυπωσιασμού, ασχέτως αν είναι προϊόν υποκλοπής, ο Κασιδιάρης μπορεί πλέον να θυματοποιεί ολόκληρο το νεοναζιστικό μόρφωμα και καθιστά τους υποτιθέμενους επικριτές του υπόλογους στην κοινή γνώμη.
Η κίνησή του ενέχει στοιχεία επίδοξου ηγέτη της οργάνωσης, πράγμα το οποίο φυσικά δεν έχει κρύψει, ενώ την ίδια ώρα στρέφει όλα τα φώτα της δημοσιότητας επάνω του, ανακτώντας ενδεχομένως την ψήφο των εν θερμώ σκεπτόμενων ψηφοφόρων.
Η Χρυσή Αυγή δεν είναι πλέον το κόμμα που εκπροσωπεί τα συμφέροντα των εφοπλιστών και των τραπεζών στη Βουλή, όποτε έρχονται «κρίσιμα» νομοσχέδια.
Δεν είναι το κόμμα που όπως αποδεικνύεται από τις ηχογραφημένες συνομιλίες και εκατοντάδες μαρτυρίες προβαίνει σε επιχειρήσεις «εκκαθάρισης» στον Άγιο Παντελεήμονα.
Δεν είναι το κόμμα στελέχη του οποίου έσφαξαν και δολοφόνησαν τον Παύλο Φύσσα.
Η Χρυσή Αυγή αντιθέτως αποκτά ξανά το αντισυστημικό προφίλ που με κόπο και επιμονή έχτιζαν οι ίδιοι από κοινού με τα «φιλικά» τους ΜΜΕ.
Ποιος όμως όπλισε το χέρι του Ηλία Κασιδιάρη με το καθαρτήριο βίντεο;
Ποιος είναι αυτός που επανέφερε τον ναζιστικό κίνδυνο στο προσκήνιο, πιο υπαρκτό και πιο στιβαρό από ποτέ;
Ο πρωθυπουργός της χώρας, ο Αντώνης Σαμαράς του 1993, ο Σαμαράς του Συμπιλίδη και του Μακεδονικού, ο Σαμαράς της ακροδεξιάς ατζέντας που μετέτρεψε τη ΝΔ σε ΠΟΛΑΝ, κατάφερε για μία ακόμη φορά το ακατόρθωτο.
Λειτουργώντας παρασκηνιακά, σκάβοντας το λάκκο της ΧΑ με κυπατζίδικες μεθόδους για προσωπικά μικροκομματικά και ψηφοθηρικά οφέλη, κατάφερε να δώσει στο νεοναζιστικό μόρφωμα το ικανότερο άλλοθι.
Μέσα από την κυβερνητική καμαρίλα και τις μακιαβελικής αντίληψης μηχανορραφίες που σκαρώνει από κοινού με τους συμβούλους του κατάφερε λίγους μήνες μετά τους κομπασμούς του στην Αμερική για την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής, να την νεκραναστήσει.
Τέλος, μέσα από τον ορυμαγδό των εξελίξεων και των συμπερασμάτων γύρω από τη Χρυσή Αυγή, μένει μία αντικειμενική αλήθεια, την οποία όσοι στον απόηχο των συλλήψεων επικαλούνταν ήταν γραφικοί.
Τα νεοναζιστικά μορφώματα και οι οπαδοί τους μπορούν να εξαλειφθούν μόνο μέσα από κοινωνική πολιτική.
Η ιδεολογία του μίσους μπορεί να εκλείψει μόνο μέσα από την εξάλειψη των γενεσιουργών αιτίων της.
Τα υπόλοιπα είναι χαριεντίσματα με τη Χρυσή Αυγή και παιχνίδια με τη φωτιά. Και δυστυχώς, παίξε παίξε, θα το κάψει πάλι το μαγαζί.