Ως μέλος της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, παρακολουθώ εκ του σύνεγγυς την προσπάθεια της Ευρώπης να διαχειριστεί την προσφυγική κρίση, ζήτημα που κλυδωνίζει συθέμελα την ευρωπαϊκή οικογένεια των 28 κρατών μελών.
Δυστυχώς, η Ευρωπαϊκή Ένωση καθυστέρησε να αντιληφθεί ότι το προσφυγικό δεν είναι μόνο πρόβλημα του Νότου, της Ελλάδας, της Ιταλίας ή της Μάλτας, αλλά ένα πρόβλημα ευρωπαϊκό και τώρα πια διεθνές.
Το κλειδί για την επίλυσή του, δεν είναι άλλο από τη διαχείριση των αθρόων προσφυγικών ροών μέσω της συνεργασίας της ΕΕ με τις χώρες προέλευσης και διέλευσης των ανθρώπων αυτών και ιδιαίτερα με την Τουρκία.
Είναι αναγκαίο η Ευρώπη να ασκήσει ουσιαστικές πιέσεις προς την Τουρκία, ως υποψήφια προς ένταξη χώρα, ώστε να συνδράμει αποφασιστικά και χωρίς ανταλλάγματα στην αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης, αφού βλέπει ότι το πρόβλημα την έχει ξεπεράσει κατά πολύ σε επίπεδο όγκου μεταναστευτικών ροών, που καταφθάνουν στα εδάφη της.
Η αποκλειστική δημιουργία κέντρων ταυτοποίησης μεταναστών (hot spots) στα παράλια της Τουρκίας αποτελεί σημαντικό βήμα, για να θέσουμε καταρχάς υπό έλεγχο το διαχωρισμό μεταναστών από πρόσφυγες.
Μετά την καταγραφή τους σε αυτά τα κέντρα, οι πρόσφυγες θα μπορούν να επανεγκατασταθούν στις χώρες μέλη της ΕΕ με αναλογική κατανομή και οι μετανάστες να επαναπροωθούνται με ασφάλεια στις χώρες από τις οποίες προέρχονται.
Επιπροσθέτως, μόνο με αυτόν τον τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος, είναι δυνατόν να ελεγχθεί αποτελεσματικά το δίκτυο των διακινητών, που οδηγούν καθημερινά στο θάνατο εκατοντάδες ανθρώπους κερδοσκοπώντας ασύστολα.
Η Τουρκία δεν πρέπει να ξεχνά επίσης, ότι για το προσφυγικό χρηματοδοτείται γερά από την Ένωση, αγνοώντας ωστόσο τις συμφωνίες επανεισδοχής που έχει υπογράψει με την ΕΕ και την Ελλάδα.
Στο πλαίσιο αυτό, εκτιμώ ότι μια τέτοια πρόταση θα πρέπει να υποστηριχθεί σθεναρά και από την ελληνική κυβέρνηση τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διπλωματικό επίπεδο. Δεν αποτελούν κατόρθωμα τα αποτελέσματα της πρόσφατης συνόδου κορυφής, όπως η ίδια η κυβέρνηση παρουσιάζει, σύμφωνα με τα οποία θα δεχθεί η χώρα μας επιπλέον 50000 πρόσφυγες, εκ των οποίων οι 20000 με επιδότηση ενοικίου.
Αυτό κατά τη γνώμη μου ελλοχεύει τον εξής κίνδυνο: πρώτον, η επιδότηση ενοικίου δεν αρκεί, γιατί η Ελλάδα, που βρίσκεται για έκτη συνεχόμενη χρονιά σε ύφεση, ούτε τροφή, ούτε ένδυση, ούτε περίθαλψη είναι δυνατόν να παράσχει επαρκώς στους ανθρώπους αυτούς μέχρι να μετεγκατασταθούν.
Και δεύτερον, η απόφαση αυτή φαλκιδεύει -αν δεν ακυρώνει στην πράξη- την απόφαση για τη μετεγκατάσταση από τη χώρα μας προς τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη 64.400 προσφύγων, που αποφασίστηκε μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο, αφού άλλωστε δεν υπάρχει χρονικός προσδιορισμός παραμονής τους στη χώρα μας.
Όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι το μεταναστευτικό/προσφυγικό δεν είναι απλή υπόθεση και, όπως επανειλημμένως έχω υπογραμμίσει, κινδυνεύει να αποδειχτεί μια ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αν όλοι, η ΕΕ ως σύνολό αλλά και τα κράτη μέλη το καθένα χωριστά, βασιζόμενοι στις αξίες και τα ιδεώδη της ευρωπαϊκής οικογένειας, δεν αναλάβουν τις ευθύνες τους και δεν μπορέσουν να συνεργαστούν, δεν θα καταφέρουμε να δώσουμε τη λύση σε ένα πρόβλημα, που πρωτίστως και κυρίως έχει επίκεντρο τον άνθρωπο και την επιβίωσή του.