Λένε, λένε, λένε, μέχρι και τους νεκρούς βγάλανε απ΄τα κιβούρια τους. Και τον Θεό τον ίδιο.
Κι όμως. Θα ήταν τόσο απλό. Ένας να ‘βγαινε να πει την αλήθεια. Ακριβώς όπως είναι η αλήθεια. Από τι -ακόμα- κινδυνεύουμε. Πώς πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Και πώς δεν πρέπει. Την αλήθεια. Χωρίς περιτύλιγμα ιδεολογικό. Χωρίς συμφέρον. Χωρίς μανία για εξουσία. Χωρίς ανάγκη για προβολή. Χωρίς επιρροή. Την αλήθεια. Ένας να ‘βγαινε να την πει. Κι ύστερα ας χανότανε.
Ας έλεγε: “εγώ σας τα ‘πα, τώρα θέλετε με κρατάτε, θέλετε με διώχνετε, το ίδιο μου κάνει, εμένα έτσι κι αλλιώς βάρος μου είναι το διευθυντιλίκι”.
Απλά την αλήθεια.
Όχι πως δεν την ξέρουμε. Μέσες άκρες όλοι την ψιλοξέρουμε. Από παλιά. Από τότε που ξανα-γεννηθήκαμε σαν μικρό Ελλαδάκι με την συνενοχή των Δυτικών. Και ξανα-ματα-ριζώσαμε σαν μικρή χωρούλα, με τη συνδρομή των ιδίων. Από τότε βαμμένη την είχαμε. Απλώς μας δίνονταν συνεχείς παρατάσεις. Τώρα που φτάσαμε στο “αμήν” και βάλαμε, τρομάρα μας, και τον ίδιο το Θεό στο χορό της πολιτικής, ας βγει επιτέλους κάποιος άνθρωπος να μας πει ότι αυτό που όλοι ξέρουμε είναι αλήθεια. Και ότι πράγματι την έχουμε βαμμένη. Και ότι θα το προσπαθήσουμε όλοι μαζί να την ξεβάψουμε.
Όχι σαν αριστεροί ή δεξιοί ή ενοχικοί κεντρώοι. Αλλά σαν Έλληνες. Σαν άνθρωποι που καίγεται -ολονών-το σπίτι μας. Πώς θα την βγάλουμε καθαρή, πώς θα γλιτώσουμε προς το παρόν. Ή πώς θα χαθούμε για πάντα. Αυτό που πραγματικά ζητάμε είναι αυτή η έρημη, η δύστυχη, η ξεχασμένη αλήθεια. Τη ζητάμε τρελά. Σαν το νερό στην έρημο…
Την αλήθεια.
Ας μας την πει επιτέλους, κάποιος, βρε αδερφέ, κι ας πεθάνουμε…