Αν γινόταν μια παγκόσμια δημοσκόπηση με το ερώτημα «ποιά είναι η πρώτη λέξη που σας έρχεται στο μυαλό όταν σας μιλούν για την Ελλάδα», είμαι σίγουρος ότι ανάμεσα στις πρώτες επιλογές δεν θα βρίσκονταν όροι όπως «πρωτογενές πλεόνασμα», «μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής» ή «μνημόνια».
Αντιθέτως, η λέξη «πολιτισμός» θα ήταν μία από τις κορυφαίες επιλογές. Γι’ αυτό και με μεγάλη θλίψη γράφω πως οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων κάνουν ό,τι μπορούν για να τον «σκοτώσουν»…
Ως επικεφαλής των εκδόσεων Λιβάνη από το 1980 είμαι σε θέση να γνωρίζω το χώρο του βιβλίου πολύ καλύτερα από τους διάφορους «μαθητευόμενους μάγους» που έχουν περάσει κατά καιρούς από υπεύθυνες θέσεις. Δίχως υπερβολή, αυτό που βιώνουμε από το 2010 μέχρι και σήμερα είναι πρωτοφανές.
Τα τελευταία έξι χρόνια έχουν βάλει λουκέτο περισσότερα από 450 βιβλιοπωλεία, κάποια ιστορικά και κάποια άλλα της γειτονιάς που συντελούσαν τα μέγιστα στην προώθηση των βιβλίων με την καλύτερη από όλες τις διαφημίσεις, την από στόμα σε στόμα.
Οι βιβλιόφιλοι, εξάλλου, δεν διαθέτουν πλέον την οικονομική πολυτέλεια να αγοράζουν πολλά βιβλία, το οποίο σημαίνει πως περιορίζονται και οι εκδόσεις, ειδικώς νέων συγγραφέων οι οποίοι μένουν στο περιθώριο μολονότι αρκετοί από αυτούς ξεχειλίζουν από ταλέντο.
Ακόμα ειδικότερα οι νέοι επιστήμονες, με δεδομένο ότι τα επιστημονικά βιβλία απευθύνονται σε μια πιο κλειστή αγορά, χάνουν την ευκαιρία της προσωπικής τους ανάδειξης, αλλά και της συλλογικής προώθησης της επιστήμης τους.
Την ίδια ώρα, οι μαθητές στα σχολεία μας έχουν μείνει είτε με ανενημέρωτες βιβλιοθήκες είτε, το ακόμα τραγικότερο, δίχως καν βιβλιοθήκες.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά οι καθηγητές, μέσα στο γενικότερο «ψαλίδισμα» των αποδοχών τους, απώλεσαν και το επίδομα που λάμβαναν για την αγορά βιβλίων χρήσιμων για τα μαθήματά τους και την ευρύτερη μόρφωσή τους…
Ύστερα από την παρουσίαση αυτής της ζοφερής πραγματικότητας ο οποιοσδήποτε αντιλαμβάνεται τις συνέπειες για την πολιτιστική μας παραγωγή, η οποία έχει ευθύ αντίκτυπο και στην πνευματική ανύψωση του λαού μας.
Μια χώρα που δεν διαβάζει, μια χώρα που για την ακρίβεια δεν της επιτρέπεται να διαβάζει, είναι μια χώρα καταδικασμένη να ξαναζεί τις τραγωδίες της αφού δεν είναι σε θέση να διδάσκεται από αυτές που έζησε κι έχουν καταγραφεί στα κιτάπια της Ιστορίας.
Πολίτες που δεν έχουν τη δυνατότητα να εκπαιδεύονται, να ταξιδεύουν, να διευρύνουν τους πνευματικούς τους ορίζοντες, να αποκτούν πολιτική συνείδηση, να αισθάνονται μέσα από ένα βιβλίο περιορίζονται σε ρόλο κομπάρσου της ίδιας τους της ζωής, ρόλος πολύ βολικός για εκείνους που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα σε αυτήν τη χώρα…
Οι μνημονιακές πολιτικές στράγγιξαν όχι μόνο τους αναγνώστες, αλλά και τους εκδότες από ρευστότητα, υπερφορολόγησαν και τις εκδοτικές επιχειρήσεις, μας ανάγκασαν να μειώσουμε την παραγωγή μας για να εξακολουθήσουμε να είμαστε κύριοι στις υποχρεώσεις μας έναντι των εργαζόμενων και του ελληνικού Δημοσίου.
Γι’ αυτό και η υποψηφιότητά μου με το ΣΥΡΙΖΑ στη Β’ Αθηνών αποσκοπεί και στο να δοθεί ένα ισχυρό μήνυμα επανεκκίνησης της πραγματικής οικονομίας και στο νευραλγικό για τον πολιτισμό μας χώρο του βιβλίου.
Ο κόσμος του έχει εναποθέσει όλες τις ελπίδες του στην Αριστερά, για την οποία άλλωστε η τέχνη αποτελεί προνομιακό πεδίο. Είμαι σίγουρος ότι θα τον δικαιώσουμε…