Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Αίθουσα Σύνταξης
Τμήμα ειδήσεων tribune.gr

Η μυστική φρατρία του Μυστρά – Του Θεοδόση Τάσιου (1993)

Η μυστική φρατρία του Μυστρά – Του Θεοδόση Τάσιου (1993)
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για Ελευθεροτεκτονισμός, Έλληνες Στρατιώτες (Ιππότες) | Stratioti ή Stradioti, Θεοδόσης Τάσιος, Καρδινάλιος Βησσαρίων, Μιχαήλ Ψελλός, Μυστράς, Πλάτων, Πλατωνισμός, Πλήθων Γεμιστός,

Του Θεοδόση Τάσιου [Δεκέμβριος 1993]

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

Έχει λεχθή ότι «αντικειμενική» ιστορία δεν γράφεται ποτέ.

Το ιστορικό υλικό είναι συνήθως τόσο ελλιπές, και των πηγών η γνησιότητα τόσο αμφισβητήσιμη, ώστε η ιστορική αλήθεια δεν μπορεί να προκύψει με την αναντίλεκτη βεβαιότητα ενός μαθηματικού συλλογισμού.

Και ακριβώς τα κενά των δεδομένων προσπαθεί να καλύψη μια θεωρία συνδετική: αλλά κάθε θεωρία είναι προϊόν εμπνεύσεως.

Ιδού γιατί η υποκειμενικότητα είναι κλήρος αναπόφευκτος του ιστορικού κυρίως όταν δεν ανακαλύπτονται πρόσθετα στοιχεία για ν’ αποτελέσουν λυδία λίθο της θεωρίας, όπως θα γινόταν, λόγου χάρη, στην περιοχή των φυσικών φαινομένων.

Αυτή τη γενική αλήθεια θα χρειαστεί να την θυμόμαστε πού και πού όταν προσπαθούμε να ξαναζήσουμε τη μεγάλη και δίσεκτη εποχή του τέλους της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όπου αναφέρεται από το μικρό άρθρο: Ελλαδικός χώρος στα 1350 με 1450 και, πιο συγκεκριμένα, Μυστράς η πρωτεύουσα του Μορέως.

ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

α) Φιλοσοφικό πλαίσιο: Προσωπικώς (κι από παλιά οικογενειακή μετεωρίτικη παράδοση) νιώθω τον παλμό του Βυζαντίου και πικραινόμουν με την αφελή και αντιεπιστημονική υποτίμησή του, που ήταν της μόδας πριν από λίγες δεκαετίες.

Θεώρησα αναγκαία αυτή την εξήγηση γιατί, παρ’ όλη μας την εκτίμηση στο Βυζάντιο, πρέπει να παραδεχθούμε ότι, εκεί γύρω στα 1000 μ.Χ., ήταν απαραίτητο να βρεθούν τα προφητικά πνεύματα που θ’ άρχιζαν πλέον να μετατοπίζουν το κέντρο βάρους των ανθρωπίνων ενδιαφερόντων απ’ το ιδεώδες της αγιότητος.

Έτσι, πραγματι, γύρω στα 1050, ήρθε η πρυτανική μορφή του Μιχαήλ του Ψελλού (*) στο Πανεπιστήμιο Κωνσταντινουπόλεως, «ν’ αντλήση», όπως έλεγε, «από μια πηγή που δεν έτρεχε πλέον»:

Από τον Πλάτωνα, κυρίως, ως τον Πρόκλο, κι ακόμη ως τα ορφικά ποιήματα και τους χαλδαϊκούς χρησμούς.

Ευτυχώς, η σύγχρονη ιστορία της φιλοσοφίας (Ε. Brehier), (1) αναγνωρίζει ότι «το τεράστιο έργο του Ψελλού είναι η αφετηρία του πλατωνικού εκείνου φιλοσοφικού ρεύματος που διαδόθηκε στην Ιταλία της Αναγεννήσεως».

Και το σημαντικό είναι ότι η πλατωνική γραμμή δεν διεσπάσθη πλέον μετά τον Ψελλό, παρά την φυσιολογική αντίδραση της Εκκλησίας (επιθέσεις των Πατριαρχών κατά του Ψελλού, αφορισμός του μεγάλου μαθητού του Ιωάννου του Ιταλικού κλπ.):

Μιχαήλ Εφέσιος, Ιωάννης Ιταλικός, Ευστράτιος Επίσκοπος Νικαίας, Μιχαήλ Ιταλικός, Νικηφόρος Βλεμμύδης, Γεώργιος Ακροπολίτης, Θεόδωρος Μετοχίτης, Νικηφόρος Γρηγοράς, Δημήτριος Κυδώνης και Γεώργιος Γεμιστός – Πλήθων.

Κάθε όνομα και μισός αιώνας, μέχρι τον ακραίο στύλο της αλυσίδας, τον Πλήθωνα (1400) – ιδρυτή της μυστικής εταιρίας του Μυστρά.

Ας σημειωθεί όμως ότι η γραμμή αυτών των πρωτοπόρων είναι πολύ λεπτή και εύθραυστη, περνάει μέσα από πέλαγος αμφιβόλων αναζητήσεων και λυσσαλέων αντιδράσεων: Η άκρη της γραμμής, ο Πλήθων, διώχτηκε τελικά απ’ την Κωνσταντινούπολη, κι αργότερα πολλοί οπαδοί του φαίνεται ότι ανεσκολοπίσθησαν.

β) Κοινωνικό πλαίσιο: Επειδή και οι μύσται του Μυστρά είχαν έντονα τα κοινωνιολογικά ενδιαφέροντα, είναι σκόπιμο να θυμηθούμε ότι προϋπήρχε μια διάχυτη στροφή της οικονομίας προς την αστική δομή και δεν ήταν άγνωστες οι φιλελεύθερες οργανώσεις, όπως οι Ζηλωταί της Θεσσαλονίκης (14ος αιώνας), πριν βεβαίως από την κατάπτωσή τους.

γ) Καλλιτεχνικό πλαίσιο: Η άνθηση που παρουσιάζει η βυζαντινή τέχνη απ’ το 13ο ως τον 15ο αιώνα, ερχόταν σε μια συγκινητική αντίθεση με τη στρατιωτικοπολιτική και οικονομική κατάπτωση της αυτοκρατορίας. (2) Και δεν είναι η πρώτη φορά όπου ο μαρξιστικός δογματισμός διαψεύδεται απ’ την Ιστορία: Ποικιλία στα χρώματα, χαρούμενες αναλογίες, υιοθέτηση της τοιχογραφίας – τα πάντα πιο εύπλαστα, ατομικώτερα, ανθρώπινα.

Οι Κρητικοί τεχνίτες που αναδείχθηκαν στο Μυστρά θα γεννήσουν σ’ έναν αιώνα τον Θεοτοκόπουλο (3).

Βλέπετε λοιπόν ότι, και στην Τέχνη, η στροφή είχε αρχίσει. Γι’ αυτό είναι κρίμα να μιλάμε για «ιταλική» αναγέννηση μόνο…

δ) Εθνικό πλαίσιο: Είναι πολύ σπουδαίο για την εποχή εκείνη οτι η συνεχής πάλη με τους ξένους (Φράγκους, Σλάβους, Τούρκους), απεκάθαρε την εθνική συνείδηση των Ελλαδικών.

Ο λαός τώρα δεν έμενε πλέον αδιάφορος στην εθνικότητα του αφέντη του.

Όταν ο Δεσπότης Θεόδωρος Παλαιολόγος (1400) πούλησε τον Μυστρά στους Ιωαννίτες, ο λαός ξεσηκώθηκε και πέταξε έξω τους αντιπροσώπους τους.

Μ’ αυτή την συνείδηση, ο μετέπειτα τραγικός τελευταίος αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, όταν ήταν ακόμη (1430) Δεσπότης στον Μυστρά [σ.σ. και πρώτος βασιλέας των Ελλήνων, παράλληλα με τον τίτλο του Ρωμαίου Αυτοκράτορα], ενεργεί δυναμικά με σκοπό να δημιουργήσει ένα πανελλαδικό βασίλειο.

Σ’ αυτά λοιπόν τα πλαίσια ιδρύθηκε, αναπτύχθηκε και διεσκορπίσθη η μυστική φρατρία του Μυστρά.

Κι ίσως να μην είναι σύμπτωση οτι ο Γκαίτε, στον 2ο Φάουστ, έδωσε στον Μυστρά το αλληγορικό νόημα μιας χώρας όπου η κλασσική ομορφιά (Ελένη) συνευρίσκεται με το ιπποτικό πνεύμα της Δύσεως (Φάουστ), για να γεννηθεί ο Ευφορίων που θυσιάζεται για την ελευθερία. (2)

Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΜΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΜΥΣΤΡΑΣ

α) Η μεγίστη προσωπικότης του Γεωργίου Γεμιστού (το παρόνομα Πλήθων το πήρε προς το τέλος της ζωής του), είδε πιθανώτατα το φώς στην Πόλη, γύρω στα 1465.

Ίσως να ‘ταν δάσκαλός του ο Κυδώνης. Οι σπουδές του πάντως υπήρξαν, φαίνεται, βαθύτατες και ευρύτατες.

Τον διέκρινε πνεύμα ανεξαρτησίας και ανεξιθρησκείας, αφού και στην Τουρκοκρατούμενη Ανδριανούπολη τον βρίσκουμε – μαθητή του Ισραηλίτη Ελισσαίου που ήταν δυνατός ερμηνευτής του Αριστοτέλους και γνώστης των ανατολικών θρησκειών.

Δεν είναι δε τυχαίο ότι, κατά τα φαινόμενα, ο ελληνιστής Ελισσαίος εκάη ζων από τους Τούρκους.

Πάντως, σε νεαρή ηλικία, βλέπουμε τον Γεμιστό να διδάσκει στην Κωνσταντινούπολη Πλάτωνα.

Αλλά μ’ έναν πρωτόφαντο ενθουσιασμό και γνώση, που είχε ξεχαστεί από τον 6ο μ.Χ. αιώνα, οπότε ο Αριστοτέλης έγινε το μοναδικό θύραθεν στήριγμα της σχολαστικής κατατάξεως των θεολογικών πραγμάτων.

Αλλά και τους Νεοπλατωνικούς Αλεξανδρινούς διδάσκει ο Γεμιστός, ενώ παράλληλα σχολιάζει τις παλιές δοξασίες του Ζωροάστρου, του Ορφέως και του Ερμού του Τρισμεγίστου (κατά τον Αχ. Κύρου (3) ).

β) Τότε (1400), πιθανολογείται ότι έγινε ανεπιθύμητος στην Πόλη.

Όχι όμως και στον Αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ (οι Παλαιολόγοι ήσαν φωτισμένες προσωπικότητες, κρινόμενες μέσα στο σκοτεινό πλαίσιο της εποχής των): Τον στέλνει σύμβουλο του νεαρού γιού του Θεοδώρου, Δεσπότου του Μορέως.

Ο ίδιος ο Θεόδωρος Β’ θα πη αργότερα «ήλθεν ο Γεμιστός προ τινων χρόνων ορισμώ του αγίου μου αυθέντου και βασιλέως του πατρός μου, του αοιδίμου και μακαρίτου, και ευρίσκεται εις την δουλοσύνην ημών».

Εκεί γίνεται ανώτατος δικαστής και σύμβουλος του δεσπότου σε όλα.

Και έχει ήδη μια πνευματική παράδοση αυτή η πελοποννησιακή πρωτεύουσα πριν φθάση ο Γεώργιος.

Πρώτα – πρώτα, για λόγους ιστορικούς και πολιτικούς, ο Μυστράς βρισκόταν σε συνεχή επικοινωνία και εξάρτηση με την Πόλη και ήταν κοινωνός και των πνευματικών ρευμάτων της Βασιλεύουσας: Ο λόγιος Μητροπολίτης Νικηφόρος Μοσχόπουλος, ο μαικήνας πρωτοσύγκελος Παχώμιος, μια σειρά από γραφείς κωδίκων, ο Τζυκανδύλης, ο Δοκειανός κ.α. (2).

Σ’ αυτό το σχετικά εύφορο κλίμα ήρθε να πέση ο δριμύς σπόρος του Γεμιστού.

Η φήμη του είχε προτρέξει κι αρχίζει να δημιουργή τον κύκλο του και να διδάσκη και να συγγράφη μικρά πονημάτια: Φιλοσοφία, ιστορία, γεωγραφία, αστρονομία, κοινωνιολογία (και ποίηση ακόμα), ήσαν τα αντικείμενά του.

Αυτό το εύρος είναι και η ιδιοτυπία του.

Αλλά οι ιδέες του, όπως θα τις υποπτευθούμε απ’ τα λιγοστά κατάλοιπα, είναι τολμηρές.

Οι καιροί όχι και τόσο πρόσφοροι.

Θα χρειαστή λοιπόν να γίνη πιο κλειστός ο κύκλος των μαθητών και να γεννηθή η μυστική φρατρία.

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ

Ο Γεμιστός δεν αγαπούσε ιδιαίτερα τον γραπτό λόγο.

Μόνο στο τέλος της ζωής του έγραψε τους «Νόμους» του, αλλά για να τους κρατήση για τον εαυτό του, όπως αναγνωρίζει κι ο σύγχρονος σχολιαστής του, ο Καθηγητής κ. Τωμαδάκης.

Έτσι όπως και στην περίπτωση του Πυθαγόρα, πολλά θα μάθουμε απ’ τα γραπτά των μαθητών του.

Κι άλλα, δεν θα τα μάθουμε ποτέ.

Πάντως, ιδού εν συντομία οι ιδέες που καλλιέργησε ο Γεώργιος Γεμιστός και οι μαθηταί του:

α) Εθνικές ιδέες: Φαίνεται ότι οι άνθρωποι αυτοί απέκτησαν συνείδηση της σημασίας των καιρών τους την ώρα που η αυτοκρατορία πέθαινε, κι οραματίζονταν μιαν Ελλάδα ελλαδική.

Κι αυτό ήταν η πρώτη ίσως έκφραση του ελληνικού πολιτισμού, εδώ και πεντακόσια χρόνια.

Τότε άρχισε να γίνεται λόγος περί του Γένους και ξανάρχεται στη μνήμη το όνομα Έλληνες (με πολιτική έννοια) και χωρίς την καταισχύνη όπου τό ‘χε καταδικάσει η καταδίωξη της εκκλησίας.

(4) Στο περίφημο υπόμνημά του προς τον Αυτοκράτορα Μανουήλ, ο Γεώργιος έγραφε:

«Εσμέν γαρ ούν, ων ηγείσθε και βασιλεύετε Έλληνες το γένος, ως ή τε φωνή και πάτριος παιδεία μαρτυρεί. Έλλησι δε ουκ εστίν εύρειν ει τις άλλη οικειοτέρα χώρα ουδέ μάλλον προσήκουσα η Πελοπόννησος τε και όση ταύτη της Ευρώπης προσεχής των τε αυ νήσων αι επικείμεναι».

Είχε δηλαδή και το προφητικό χάρισμα να διαγράψη και τα σημερινά φυσικά σύνορα:

«Ταύτην γαρ δη φαίνονται την χώραν Έλληνες αει οικούντες οι αυτοί εξ ότου περ’ άνθρωποι διαμνημονεύουσιν, ουδένων άλλων προενωρκηκότων ουδέ επήλυδες κατασχόντες, (…), αλλ’ Έλληνες την δε την χώραν τουναντίον αυτοί τε αεί φαίνονται κατέχοντες».

Έγκαιρη και αρμοδιώτατη διάψευση του ανιστορικού Φαλμεράγιερ…

β) Κοινωνικές οργανωτικές ιδέες: Αλλά για να περισωθή ο εθνικός αυτός κορμός χρειάζονται μεταρρυθμίσεις.

Και κατ’ αναγνώρισιν και πάλιν του Καθηγητού κ. Τωμαδάκη, «ο στοχασμός της απεράντου διδασκαλικής του σοφίας ετίθετο εις την υπηρεσίαν των αναγκών της πραγματικότητος». (5) Νέο είδος φιλοσόφων γεννάται…

Το κοινωνικό – πολιτικό – στρατιωτικό σύστημα του Γεωργίου συνοψίζεται ως εξής περίπου: (4)

~ Άμυνα: Όχι ξένοι μισθοφόροι. Όχι ατέρμονες επιστρατεύσεις αγροτών. Αλλά χωρισμός της τάξεως των, μονίμων πλέον, στρατιωτικών.

~ Παραγωγή και διανομή αγαθών: Τρεις είναι οι συντελεστές της παραγωγής. Οι εργαζόμενοι, ο έγγειος πλούτος με τα εργαλεία και τα υποζύγια, και τέλος οι παρασκευασταί της ασφαλείας και της διοικησεως (στρατός και άρχοντες).

Σε καθέναν απ’ αυτούς τους συντελεστάς αντιστοιχεί και το ένα τρίτο των παραγομένων αγαθών.

Εξ άλλου, ο Γεμιστός επρότεινε και μια εύλογη κοινοκτημοσύνη της γης:

Όποιος καλλιεργεί επιτυχώς μπορεί να γίνη και κύριος αυτής.

Και θα πη ο Κωνσταντίνος Παπαρηγόπουλος το 1850 για τα συστήματα αυτά ότι «κατά τούτο διαφέρουν των πλείστων άλλων σοσιαλιστικών σχεδίων, οτι δεν στηρίζονται επί της ανυπάρκτου και αδυνάτου ισότητος της ευφυίας και φιλεργίας των ανθρώπων, ουδ’ επί της αδικωτάτης ίσης διανομής των ωφελημάτων, αλλ’ εξεναντίας αφίνει στάδιον ελεύθερον εις την δραστηριότητα και επιτρέπει εις τους δραστηριωτέρους μείζονα πλεονεκτήματα».

~ Δικαιοσύνη: Αντικαθιστά την ποινή του ακρωτηριασμού με τα ανθρωπιστικώτερα και κοινωνικώς ωφελιμώτερα καταναγκαστικά έργα.

~ Εισαγωγές: Απαγορεύει γενικώς τις εισαγωγές απ’ το εξωτερικό για ν’ αποφύγη την ξενομανία, στα είδη όμως πρώτης ανάγκης δεν βάζει δασμό. Αλλά κι αυτά τα πληρώνει κλήριγκ. Δεν θέλει ξένο νόμισμα μες στη χώρα.

γ) Φιλοσοφικές και θρησκευτικές ιδέες: Εδώ είναι που οι Έλληνες σχολιασταί παθαίνουν τη μεγαλύτερη σύγχυση.

Πώς γίνεται, λένε, ένας ορθόδοξος χριστιανός να παραδέχεται την μετεμψύχωση και να γράφη ωδές στην Αθηνά;

Αν το πάρωμε απ’ αυτή την αφελή άποψη, τότε πρόβλημα δεν υφίσταται και έτσι ίσως εξηγείται πώς ερευνηταί του ύψους του κ. Τωμαδάκη συγκαταλέγουν τον Γεμιστό στο ίδιο κεφάλαιο με τον προδότη υμνητή του Μωάμεθ Γεώργιο Τραπεζούντιο, υπό τον περίεργο τίτλο «Αποστάται και αρνηταί»! (5) (σελίς 149).

Αλλά, βεβαίως, αν θέλωμε να πάρη νόημα ο όρος «Ελληνοχριστιανικός πολιτισμός», πρέπει να συνειδητοποιήσωμε ότι άλλο κατά παράδοσιν θρησκεύεσθαι (που είναι απλώς ένα ευρύ λατρευτικό και τελετουργικό πλαίσιο), κι άλλο η υπεύθυνη προσωπική αναζήτηση φυσικών ή μεταφυσικών αληθειών.

Αλλοιώτικα, ο ελληνισμός με τον χριστιανισμό θα ήσαν προφανώς ασυμβίβαστοι.

Κι ας έρθομε στον Γεώργιο και τους μαθητές του: «Ο Πλήθων σκέπτεται κατά τρόπον αποδεικτικό, αποφεύγει δε συστηματικώς το κατ’ αυθεντίαν θεολογικόν επιχείρημα.

»Το κεντρικόν πρόβλημα της φιλοσοφίας του είναι οντολογικόν» (3).

Και εκπλήσσονται μερικοί πως, μολονότι μονοθεϊστής, πρεσβεύει ότι μεταξύ της δημιουργίας και του υπερτάτου όντος παρεμβάλλονται ενδιάμεσα όντα.

Αλλά αυτό είναι σήμερα ό,τι απλούστερο και ολιγώτερον παράλογο θα μπορούσε να δεχτή όποιος πιστεύει κατ’ αρχήν στην αθανασία της ψυχής.

Άλλωστε και τα ποικίλα χριστιανικά τάγματα των δαιμόνων, αγγέλλων και αρχαγγέλων μια τυποποιημένην εικόνα αυτής της πίστεως συνιστούν.

Αλλά και η άλλη δοξασία του Γεμιστού για την «προαιωνίαν των ψυχών ύπαρξην και την δια πολλών σωμάτων μετοικεσίαν αυτών», ουσιαστικώτατα πλατωνική, ξέρομε σήμερα ότι είναι η σεμνότερη αναίρεση της εγωιστικής γεωκεντρικής αντιλήψεως περί της δήθεν ανεπαναλήπτου μοναδικότητος του ταπεινού ανθρώπου μες στο άπειρο χωροχρονικό Σύμπαν.

Και βεβαίως, δεν προώριζε πάντα ταύτα ο Πλήθων για λαϊκή κατανάλωση: Μόνον οι μεμνημένοι τα γνώριζαν – κι είναι ωραίο εν προκειμένω να διαβάζει κανείς σ’ ενός Καρδιναλίου την επιστολή, προς τον γιο του Πλήθωνα, μετά τον θάνατό του, ότι ο Γεμιστός ίσως ήταν μετενσάρκωση του Πλάτωνος.

Γράφει πράγματι ο αγαπητότερος των μαθητών του, ο Βησσαρίων:

«Εγώ μέν ουν χαίρω τοιούτω ωμιληκώς ανδρί, ού μετά Πλάτωνα σοφώτερον ουκ έφυσεν η Ελλάς.

»Ωστ’ ει τις τους περί της απείρου των γε ψυχών ανόδου και καθόδου Πυθαγορείων και Πλάτωνος απεδέχετο λόγους, ουκ αν αποκνήσω και τούτο προσθείναι ως άρα Πλάτωνος την ψυχήν, τοις της Ειμαρμένης αρρήκτοις θεσμοίς, δεήσαι δουλεύσαι και την αναγκαίαν αποδούναι περίοδον επί γης κατιούσαν το Γεμιστού σκήνος και τον εκείνου βίον ελέσθαι». (6)

Μια άλλη, τώρα, απ’ τις τολμηρές θέσεις του Πλήθωνος ήταν η παραδοχή ότι η συνείδηση του ανθρώπου δεν είναι απείρως ελεύθερη: Εγώ δεν δυσκολεύομαι να ιδώ σ’ αυτή την γνώμη την απλή διαπίστωση οτι η ηθική απόφαση οφείλει να περάση μέσα από ένα δίκτυο αναμφισβήτητων αιτιοκρατικών δεσμών που επιβάλλει η φύση μας.

Κανείς δεν εκπλήσσεται σήμερα απ τη φράση «οι φυσικοί νόμοι είναι η ειμαρμένη μας» – φτάνει ν’ αναγνωρίζωμε τα περιθώρια που πράγματι υπάρχουν ανάμεσά τους και πάνω απ’ αυτούς.

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΗΣ ΦΡΑΤΡΙΑΣ

α) Μαθηταί: Τα περισσότερα απ’ τα πλέον διάσημα ονόματα της εποχής υπήρξαν αμέσως ή εμμέσως μαθηταί του Πλήθωνος.

Ακόμη κι ο Χρυσολωράς, που πήρε έδρα στο Studio της Φλωρεντίας στα 1393, είχε σχετισθή μαζί του στην Πόλη.

Αναφέρω εδώ μερικά διακεκριμένα ονόματα μόνον: Βησσαρίων, Μιχαήλ Αποστόλης, Καβάκης, Χαριτώνυμος, Μάρκος Ευγενικός, Κοσμάς των Μεδίκων, Φίλελφος, Ερμώνυμος, Γρηγόριος μοναχός, Πέτρος Καλαυρός και μια σειρά ανώνυμους οπαδούς και αποστόλους.

Ένας τους τον βλέπει στον ύπνο του κάποτε και το σημειώνει με καμάρι: Ο δεσμός της ομάδος ήταν πολύ στενός…

β) Οργάνωση: Δεν ξέρω τίποτε θετικό για τον τρόπο της δουλειάς τους στο Μυστρά κι αλλού.

Κατά τα παραδιδόμενα (βλ. Φωτιάδην (4) ), «ο Πλήθων, επανελθών εξ Ιταλίας, συνέστησεν εις τον Μυστράν εν είδει Ελευσινίων Μυστηρίων, σχολήν, ένθα προνομιούχοι μαθηταί εδιδάσκοντο υπό του αναμορφωτού την νέαν θρησκείαν».

Ο Παπαδιαμάντης πήρε την ηχώ της παραδόσεως αυτής και, κρυπτοπαγανιστής όπως ξέρομε ο ίδιος, έγραψε το πολύκροτο μυθιστόρημά του «Η Γυφτοπούλα», όπου λέγει:

«Εν των ψυχαγωγημάτων άτινα εφεύρε το παράβολον πνεύμα Γεωργίου Γεμιστού συνίστατο εις τα μυστήρια ά ετέλει εις το άντρον του κατά καιρούς.

»Τα μυστήρια ταύτα ήσαν κατά μίμησιν των αρχαίων μυστηρίων, ήσαν αλλόκοτοι τελεταί, αίτινες ευλόγως ενεποίουν κακήν εντύπωσιν εις τους χωρικούς των περιχώρων».

Η αλληλεγγύη που είχαν τα μέλη της Σχολής φαίνεται κι απ’ το φόβο που κατέβαλε τον άρχοντα Μανουήλ Ραούλ του Οισή όταν ανεσκολόπισε και έπνιξε στη θάλασσα τον Βυζαντινό λόγιο Ιουβενάλη, οπαδό του Πλήθωνος.

Τέλος, δεν είναι άνευ σημασίας οτι ο Ιταλός πολέμαρχος Μαλατέστας επέδραμε στα 1465 στο Μυστρά που είχε πια παραδοθή στους Τούρκους, και ξέθαψε τα λείψανα του Πλήθωνος και με τιμές Αγίου τα έθαψε στην εκκλησία του Αγίου Φραγκίσκου στο Ρίμινι, όπου βρίσκονται ακόμη τα οστά του τελευταίου Βυζαντινού και πρώτου Νεοέλληνα φιλοσόφου.

Άλλο, τώρα, αν δεν ενδιαφέρθηκε κανείς απ’ τη μακαρία ετούτη χώρα να τα πάρη πίσω στον Μυστρά, για να υποδηλώση μια για πάντα ότι η Αναγέννηση δεν ήταν καρπός της Δύσεως αλλά, όπως την λέει ο Vasilliev, Ελληνο-ιταλική Αναγέννηση.

γ) Ακτινοβολία: Ο Πλήθων ευεργέτησε την Ελλάδα και ειδικώτερα την Πελοπόννησο (και κοινωνικοπολιτικά ακόμη), αλλά αγαπήθηκε περισσότερο στη Δύση.

Οι πλατωνικές σπουδές είχαν αρχίσει νωρίτερα στην Ιταλία, αλλά ο Πλήθων υπήρξεν ο ήρωας του πλατωνικού ενθουσιασμού που άναψε ο ίδιος εκεί, μέσα σ’ ένα χρόνο μόνον.

Ουσιαστικώς, ο Πλήθων ενέπνευσε στον άρχοντα Κοσμά των Μεδίκων την ιδέα της ιδρύσεως της περιώνυμης Πλατωνικής Ακαδημίας της Φλωρεντίας.

Και μια που είμαστε στο σημείο αυτό οφείλω να μεταφέρω χωρίς σχόλια τα εξής περίεργα: (7) Οι Ελευθεροτέκτονες της Τοσκάνης λένε ότι η Πλατωνική Ακαδημία ήταν μια εταιρία με τεκτονικό χαρακτήρα, στη δε αίθουσα όπου μαζεύονταν, εύρισκε κανείς πολλά τεκτονικά σύμβολα.

Ο Mackey γράφει ότι επί της εποχής του η αίθουσα αυτή υπήρχε ακόμη.

Κι ακόμη, κατά τον Clavel («Histoire des Societes Secretes», Paris 1843). υπήρχε στη Φλωρεντία το 1520 η «Εταιρία του Μύστρου», ένα είδος αποδεδεγμένων τεκτόνων.

Ανεξαρτήτως αυτών, που τουλάχιστον μιαν έντονη πνευματική συγγένεια υποδηλούν, Πλατωνικές Ακαδημίες άνοιξαν κι άλλες στην Ιταλία από τους σκορπισμένους μαθητάς.

Παράδειγμα η Νεοπλατωνική Ακαδημία στη Ρώμη απ’ τον Πέτρο Καλαυρόν.

Αλλά και η Ακαδημία της Νεαπόλεως «είχε στενή συγγένεια με το παγανιστικό πνεύμα της πελοποννησιακής φρατρίας». (6) Άλλωστε ο Ιταλός ουμανιστής Φίλελφος ήλθε ο ίδιος στο Μυστρά να μαθητεύση.

Το σύγγραμμα που έγραψε βιαστικά εκεί στην Ιταλία ο Πλήθων, ανάμεσα στους δογματικούς αγώνες της ενωτικής Συνόδου της Φλωρεντίας με τίτλο «Περί ων Αριστοτέλης προς Πλάτωνα διαφέρεται», θεωρείται σταθμός στην ιστορία του κλασικού πνεύματος.

Ήταν το μεγαλύτερο πλήγμα κατά του μεσαιωνικού σχολαστικισμού. Και γέννησε μιαν ατέλειωτη σειρά αντεγκλήσεων και υποστηρίξεων απ’ την Ιταλία κι απ’ την Κωνσταντινούπολη (Βησσαρίων, Γεννάδιος κ.ά.), για πολλά χρόνια.

Αλλά και στην Πόλη, με το διαφορετικό συντηρητικότερο πνεύμα, είχε ο Πλήθων απηχήσεις: Ο πολύς εκδότης των κλασικών κειμένων Μιχαήλ Αποστόλης, γράφει στον Διδάσκαλο να τον καταλέξη μεταξύ των «Οικείων σου», όπως λέει, «και τω των σων φοιτητών εγγράψης χορώ».

Η προσφορά εξ άλλου, του Βησσαρίωνος στην Ελλάδα, στην Ιταλία και στις Πλατωνικές σπουδές ήταν τεράστια.

Όταν δημοσιευτούν ποτέ όλες οι επιστολές του τραγικού Καρδιναλίου, ολόκληρη εκείνη η κρίσιμη εποχή θα φωτισθή.

Ανεξάρτητα βεβαίως απ’ το στείρο θέμα του ρόλου του στην τότε επιπόλαιη ένωση των εκκλησιών.

Γιατί φαίνεται ότι κι ο Βησσαρίων πίστευε ότι ένα ουσιαστικό πνευματικό δυνάμωμα θάσωζε το Γένος.

Τέλος, ο Γερμανός Καθηγητής Schultze υποστήριξε ότι τα διδάγματα του Πλήθωνος επέδρασαν και στη Γερμανική Μεταρρύθμιση ακόμα. (4)

Όταν πέθανε ο Πλήθων, ο Γρηγόριος ο μοναχός έγραψε: «Οίχεται, φεύ, ο των απορρήτων πολυπράγμων και θείων, ο των υψηλών ουρανίων δογμάτων μυσταγωγός, ο της υψηλής φιλοσοφίας θείος καθηγεμών».

Αυτοί είναι οι λόγοι που έκαμαν τον μεγάλον ποιητή και φιλόσοφο Leopardi να γράψη:

«Ο Γεμιστός κατά τούτο μειονεκτεί των μεγάλων Ελλήνων συγγραφέων, ότι δεν ήκμασεν επί των ευκλεών χρόνων της αρχαίας Ελλάδος.

»Αι δε ελληνικαί πόλεις, καθ’ ην στιγμήν έμελλον να περιέλθουν εις ζυγόν βάρβαρον, ανέπεμψαν την υστάτην λάμψιν, αναδείξασαι μεγαλοφυείς και ευγενείς άνδρας οι οποίοι έγιναν πάλιν της Ευρώπης πνευματικοί κηδεμόνες». (4)

Εκτός και της Κωνσταντινουπόλεως, μια ήταν η πηγή αυτού του φωτός: Ο Μυστράς. Και ακτίνες του οι μυστικοί εταίροι του Γεμιστού.

ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΩΓΜΟΙ

Πριν τελειώσουμε, νομίζω οτι είναι πολύ σκόπιμο να ιδούμε τις αντιδράσεις που γέννησε αυτό το ολιγόχρονο τολμηρό φιλοσοφικό κίνημα.

Έτσι, διαλεκτικά, θα το τοποθετήσωμε καλύτερα ιστορικώς.

Και πρώτα – πρώτα, σήμερα μπορούμε να καταλάβωμε πιο εύκολα πώς γεννήθηκαν οι θρησκευτικές παρεξηγήσεις γύρω απ’ την βαθειά φιλοσοφική αρχαιολατρία του Πλήθωνος.

Το ελεύθερο, παγκόσμιο θα έλεγα, πνεύμα του Γεμιστού στο υπόμνημα «Προς τας υπέρ Αριστοτέλους Γεωργίου του Σχολαρίου αντιλήψεις» δεν περιορίστηκε στον Πλάτωνα μόνο, αλλά μίλησε και για τις συγγενείς Ζωροαστρικές αντιλήψεις περί μετεμψυχώσεως, χωρίς να περιορίζωνται οι αναζητήσεις του από αντιεπιστημονικά δόγματα.

Αυτή ίσως η ευρύτητα έδωσε λαβή να κατηγορηθή ο Πλήθων ότι προσπαθεί να συνθέση τον Χριστιανισμό με τον Μωαμεθανισμό (sic!…).

Πιθανώς, αυτή η απερίγραπτη παραδοξολογία να στηρίζεται στην ασύγγνωστη σύγχυση ανάμεσα στις μεγάλες υπερτρισχιλιετείς ανατολικές θρησκείες και στο πρόσφατο λαϊκό κατασκεύασμα του μωαμεθανισμού.

Αλλ’ ας ξαναγυρίσομε στις παλιές αντιδράσεις: Κρίνοντας ο Γεώργιος Τραπεζούντιος (*Πρόκειται για τον ίδιον που συνέθεσε προς τιμήν του Μωάμεθ του Πορθητού τον ακόλουθον ηλίθιον ύμνον: «Μη ξενίζου την εμήν / επακούων νυν φωνήν. / Ου γαρ αλλοτρία σοι… / Πέφηνας ως αριστεύς / και Ελλήνων βασιλεύς». (5), σελ. 164) τα φιλοσοφικά θέματα που γέννησε η πλατωνική πραγματεία του Πλήθωνος, δεν διστάζει να ονομάση τον Πλάτωνα «εξώλη, μέθυσον, μοιχόν, ληστήν, απατεώνα, με ηθικήν οδηγούσαν εις τα βδελυρώτερα εγκλήματα…».

Ο διδάσκαλος του Σχολαρίου, Ματθαίος Καμαριώτης, υποστηρίζει ότι και το όνομα «Πλήθων» (που δεν είναι τίποτ’ άλλο απ’ την αρχαιοελληνική ρομαντική απόδοση του «Γεμιστός») εδόθη στον Γεμιστό «υπό των δαιμόνων».

Σοβαρώτερος (και γι’ αυτό πιο επικίνδυνος), ήταν ο κατά κόσμον φιλόσοφος Γεώργιος Σχολάριος και ύστερα μοναχός με τ’ όνομα Γεννάδιος και πρώτος υπότουρκος Πατριάρχης.

Ο Σχολάριος λέγεται οτι συνετέλεσε στην πρώτη αποπομπή του Γεμιστού απ’ την Πόλη.

Ύστερα, συμμετείχε έντονα στις φιλοσοφικές συζητήσεις, παίρνοντας το μέρος του Αριστοτέλους.

Μετά την επιστροφή του Πλήθωνος απ’ την Ιταλία, του γράφει απειλητικά, ότι θα αντιμετωπίση την επιθυμία μερικών ν’ αναζωπυρώσουν «την αλόγιστον των εθνικών θεοποιΐαν».

Κατέχει, βλέπετε, τον τίτλον του «καθολικού κριτού» στην Βασιλεύουσα.

Λίγο αργότερα, άσημος μοναχός για λίγο διάστημα, απαντά στον Πελοποννήσιο άρχοντα Μανουήλ Ραούλ (που τούχε γράψει γεμάτος τύψεις για τη θανάτωση του οπαδού της φρατρίας Ιουβενάλη), με τα εξής τρομερά λόγια:

«Ηθέλησεν ο μάταιος τάχα ως μάρτυς γενέσθαι του ψεύδους, ελκόμενος δε και βυθιζόμενος ως φασίν, ανέπεμπε δόξαν τη πρώτη αιτία… Χαίρε στρατιώτα Χριστού και της αυτού δόξης υπέρδικε…

»Ω μακάριαι χείρες, όσαι το πονηρόν εκείνον του ποτέ ανθρώπου λείψανον επί την θάλατταν είλκυσαν και τω βυθώ δεδώκασι χαίρουσαι, άρχοντος καλλίστου μιμησάμεναι ζήλον…». (6)

Τέλος, στα 1463, μόλις έγινε κύριος του απορρήτου χειρογράφου των «Νόμων» του Πλήθωνος, αντί να το κρίνη αυστηρά όπως είχε απειλήσει, διατάσσει να καή το χειρόγραφο δημοσία…

Βεβαίως οι καιροί ήσαν άλλοι. Λέγεται ότι ο Σχολάριος, έχοντας συλλάβει την ιδέα της διατηρήσεως του Γένους διαμέσου της εκκλησίας κάτω απ’ τον τουρκικό ζυγό, έτρεμε κάθε σπέρμα αμφιβολίας στην πίστη των πατέρων. Ίσως δικαίως. Η Ιστορία ας τον δικαιολογήση…

Όσο για τους μύστες του Μυστρά, η βραχύχρονη λάμψη τους και το τραγικο τους τέλος δεν πήγε χαμένο.

Ο σπόρος έπεσε, σκόρπισε, φύτρωσε, άνθισε και η ανάμνησή του έφτασε ως εμάς τους μνήμονες Νεοέλληνες.

ΕΠΙΜΥΘΙΟ

Κατά τα τελευταία δύο χιλιάδες χρόνια, μεθοδολογικά – φιλοσοφικά και τελεστικά Συστήματα, συγγενή μεταξύ τους, έχουν ανθίσει πολλές φορές, χωρίς να τα συνδέη κατ’ ανάγκην μια οργανωτική συνέχεια.

Διονυσιακοί εργάτες, γνωστικοί, μύστες του Μυστρά, πατέρες του Κόμμο, ροδόσταυροι, συντεχνίες των καθεδρικών ναών, αποδεδεγμένοι τέκτονες, για ν’ αναφέρωμε μόνο τη γραμμή που ξεκινάει απ’ τον μείζονα ελληνικό χώρο.

Πρέπει όμως να δεχτούμε ότι υπάρχει τουλάχιστον μια συνέχεια στο ιστορικό κοινό υπόβαθρό τους.

Και ιδού εν προκειμένω τα κοινά τους χαρακτηριστικά και με τη Σχολή του Μυστρά: Συγκρητισμός. Παγκοσμιότητα. Μυστικιστική μεθοδολογική γενίκευση. Επιστημονική καλλιέργεια. Φιλελευθερισμός. Αλληλεγγύη.

Αυτής της συνεχείας κρίκος δυνατός, κρίκος στ’ αλήθεια ελληνοχριστιανικός ήταν ο Πλήθων…

Η ιστορική ευαισθησία του Κωστή Παλαμά συνέλαβε το ύψος της προσφοράς του Πλήθωνος, και τού αφιέρωσε, στον Δωδεκάλογο του Γύφτου, αυτούς τους στίχους:

«Μακαρισμένος εσύ που μελέτησες

»να τον ορθώσης απάνω στους ώμους σου,

»τον συντριμμένο Ναό των Ελλήνων.

»Τ’ όνειρό σου τ’ άσαρκο το προσκυνώ,

»και βωμό του υψώνω εγώ, φιλόσοφε.

»Σου το φύσηξε ένας νους ωραίος».

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. E. Brehier: «Ιστορία της Φιλοσοφίας», Έλλην. Μετάφρ. Π. Ιωαννίδη, Εκδ. Συρόπουλοι, Αθήνα 1957.

2. Μ. Χατζηδάκη: «Μυστράς», Παπαχρυσάνθου, Αθήνα 1948.

3. Λ. Κύρου: «Οι Έλληνες της αναγεννήσεως και ο Θεοτοκόπουλος», Δημητράκος, Αθήναι, 1948.

4. Ε. Φωτιάδη: «Γεμιστός». Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν «Ηλίου», Αθήναι.

5. Ν. Τωμαδάκη: «Συλλάβιον βυζαντινών μελετών και κειμένων», Μυρτίδη, Αθήναι 1964 – 1966.

6. Μ. Θεοχάρη: «Πλήθων ο Αποστάτης», «Καθημερινή», Αθήναι, 29-5-1966.

7. Ν. Λάσκαρη: «Πλατωνική Ακαδημία», Εγκυκλοπαίδεια της Ελευθέρας Τεκτονικής, Αθήναι, 1951.

8. L. Petit et al.: «Scholarios Oeuvres completes», vol. IV, p. 475, Paris 1928 – 1936.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η λέξη «φρατρία» (και κατ’ ανομοίωση «φατρία») είναι αρχαιολελληνική και σημαίνει «αδελφότητα».

Παράγεται από το «φράτηρ» = μέλος, αδελφός, και είναι κλασικό παράδειγμα κοινής ετυμολογικής ρίζας που την συναντάμε σε πολλές γλώσσες (fratello, brother, bhrater ιαπ.).

(*) Η σημασία αυτής της στροφής προς την α-σχολαστική φιλοσοφία, γίνεται μεγαλύτερη αν αναλογιστεί κανείς ότι, σε συνολικό αριθμό 31 εδρών στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως προβλεπόταν μια μόνο έδρα Φιλοσοφίας. Οι άλλες 30 ήσαν: 10 της Αρχαίας Ελληνικής και 10 της Λατινικής Γραμματικής ή Φιλολογίας, 5 της Ελληνικής και 3 της Λατινικής Ρητορικής και 2 έδρες του Ρωμαϊκού Δικαίου.

Το παραπάνω σημαντικό άρθρο γράφτηκε το 1993. Η έρευνα όμως συνεχίζεται. Και, σύμφωνα με τα πορίσματά της και την ιστορική αλήθεια, η ελληνική αντίσταση δεν χάθηκε. Η αδελφότητα του Μυστρά συνέχισε το έργο της… ΔΙΑΒΑΣΤΕ πατώντας ΕΔΩ

Σχετικά άρθρα