Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλ
Theodor Petrov
Ανεξάρτητος Αρθρογράφος

Ρωσική Εκκλησία: Εμείς (οι Ρώσοι) και το Ισλάμ εναντίον της «αντίχριστης Δύσεως»

Ρωσική Εκκλησία: Εμείς (οι Ρώσοι) και το Ισλάμ εναντίον της «αντίχριστης Δύσεως»
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Διαβάστε σχετικά για Ευρασιατισμός (Τουρκία), Ινδία ή Μπάρατ, Ινδουισμός, Ινδουιστές, Ιράν, Ισλάμ, Καθολική Εκκλησία, Μουσουλμάνοι, Ορθόδοξη Εκκλησία, Ουκρανία, Παντουρκισμός ή Παντουρανισμός, Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, Πατριαρχείο Μόσχας, Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος, Ρωσία, Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία - Πατριαρχείο Μόσχας - Πατριαρχείο Ρωσίας, Σιίτες, Σουνίτες, Τάταροι - Τούρκοι,

Το βαπόρι απ’ την Περσία
πιάστηκε στην Κορινθία
Τόνοι έντεκα γεμάτο
με χασίσι μυρωδάτο

Τώρα κλαίν’ όλα τ’ αλάνια
που θα μείνουνε χαρμάνια.

Μουσική και στίχοι Βασίλης Τσιτσάνης

Συχνά οι πολιτιστικές ανταλλαγές θεωρούνται μάλλον προοδευτικές, αν και αυτές δεν περιέχουν κάποια συγκεκριμένη εγγενή πολιτική κοσμοαντίληψη ή οδηγούν σε ένα αναπόφευκτα θετικό αποτέλεσμα.

Όμως καθώς ο εθνικισμός αυξάνεται ανησυχητικά σε όλο τον κόσμο, πολλοί θεωρούν την «πολιτιστική ανταλλαγή» ως το αντίδοτο στην εθνικιστική ξενοφοβία.

Πράγματι, μια τέτοια ανταλλαγή αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της εμφάνισης των εθνικών λογοτεχνιών, πολιτισμών και ταυτοτήτων στους εκτός Ευρώπης γεωγραφικούς χώρους, όμως αυτές οι ανταλλαγές αντί να οδηγήσουν σε έναν μεγαλύτερο κόσμο-πολιτισμό ενθάρρυναν τον σύγχρονο εθνικισμό.

Αυτό που εμφανίζεται σήμερα ως εθνικός πολιτισμός –μοναδικός και διακριτικά οριοθετημένος– είναι προϊόν ανταλλαγής με άλλους πολιτισμούς πέρα από τα σύνορα του έθνους-κράτους.

Αυτό ισχύει π.χ. για το σύγχρονο Ιράν. Ο εθνικισμός, και αυτό που αποκαλείται «περσική νεωτερικότητα», είναι το επίχρισμα που κρύβει τις ίδιες συνθήκες κοσμοπολίτικης συνεργασίας και ανταλλαγής που δημιούργησαν εξαρχής τον εθνικό πολιτισμό.

Αυτό λοιπόν υποδηλώνει όπως προείπαμε ότι ο πολιτισμός δεν διαθέτει μια εγγενή πολιτική, δεν έχει μια προκαθορισμένη τροχιά.

Μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι, ο πολιτισμός είναι ένα άδειο δοχείο που μπορεί συν τοις άλλοις να συνδεθεί και με κάθε είδους πολιτικούς σχεδιασμούς.

Οι διαπολιτισμικές ανταλλαγές μπορούν ταυτόχρονα να εξυπηρετούν εξίσου καλά τόσο αντιδραστικούς και προοδευτικούς σκοπούς.

Για παράδειγμα στις αρχές του 20ού αιώνα η ανταλλαγή μεταξύ Ιρανών και Ινδών χρησίμευσε για να αποξενώσει τους Ινδούς από την ιστορία της περσικής λογοτεχνίας.

Πρόσφατα η ιδέα της κοσμοπολίτικης καταγωγής των Ινδών Μουσουλμάνων είχε ως αποτέλεσμα αυτοί να χαρακτηρισθούν στην Ινδία ως ξένο σώμα, ένα αφήγημα που υιοθετήθηκε από τον πρωθυπουργό της Ινδίας Narendra Modi και άλλους ινδουιστές εθνικιστές για να συμβάλει στην περιθωριοποίηση και στη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων σε εκατομμύρια Ινδών Μουσουλμάνων.

Όμως ούτε αυτή η «ιδιογένεια» είναι εγγενώς προοδευτική, όπως αυτό φαίνεται στους ινδουιστές εθνικιστές της Ινδίας.

Σήμερα αυτοί αυτοπροσδιορίζονται ως γηγενής πληθυσμός που πολιορκείται από αλλοεθνείς μουσουλμάνους, δηλαδή από ξένους εισβολείς.

Την ίδια γλώσσα της ιδιογένειας που υιοθετούν οι εθνικιστές βρίσκουμε και σε άλλα μέρη του σύγχρονου κόσμου: από την ευρωπαϊκή Δεξιά, που ισχυρίζεται ότι υπερασπίζεται τον αυτόχθονα πολιτισμό της εκάστοτε χώρας από τους ξένους πρόσφυγες, μέχρι τους Εβραίους υπέρμαχους στο Ισραήλ, οι οποίοι επιμένουν στις δικές τους αυτόχθονες ρίζες στη συγκεκριμένη περιοχή και την Ουκρανία με την αναβίωση και ηροωποίηση ναζιστικών προσωπικοτήτων της περιόδου του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ως εκ τούτου οι λύσεις για την θεραπεία από τα δεινά του εθνικισμού δεν μπορούν να βρεθούν σε αφηρημένες ιδέες, όπως π.χ. ο πολιτισμός, ή σε διακρίσεις, όπως «αυτόχθονες» έναντι «εποίκων» κλπ.

Αντί λοιπόν να δημιουργούμε σχέσεις βασισμένες σε ένα κοινό παρελθόν, οφείλουμε να φανταστούμε μαζί ένα κοινό μέλλον.

Πρόσφατα, και περίπου σε αυτά τα πλαίσια των έξωθεν απειλών, η ηγεσία της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας ενέτεινε την προσέγγισή της με τον ισλαμικό κόσμο, τονίζοντας όλο και περισσότερο την «ανατολική ταυτότητά» της, δηλαδή «εμείς και οι μουσουλμάνοι» εναντίον της «αντίχριστης Δύσεως που αυτοαποκαλείται χριστιανική»…

Ως ταπεινός και υπάκουος εκφραστής της κοσμικής εξουσίας, ο πατριάρχης Κύριλλος ουδέποτε αμφισβήτησε τους γεωπολιτικούς και ιδεολογικούς προσανατολισμούς της, έτι δε περισσότερο που ορισμένους από αυτούς έχει ενστερνισθεί και ο ίδιος.

«Κάποτε, όταν ο πρόεδρός μας Βλαντιμίρ Πούτιν (… ) ρωτήθηκε από δημοσιογράφους για τη στάση της Ορθοδοξίας απέναντι στον Καθολικισμό και το Ισλάμ, απάντησε ότι είμαστε πιο κοντά στο Ισλάμ, αυτό πιστεύω και εγώ», είχε παραδεχθεί παλαιότερα ο προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ρωσίας στη διάρκεια μιας επισκέψεώς του στο Καζάν, την πρωτεύουσα του Ταταρστάν.

«Τόσο το Ισλάμ όσο και η Ορθοδοξία», εξήγησε ο πατριάρχης, «ανήκουν στην ίδια ανατολική ομάδα.

»Στην ιστορική της διαδρομή η Ανατολή αποδείχθηκε λιγότερο δεκτική στις καινοτομίες».

Στη συνάντηση που είχε στη Μόσχα με τον Muhammad bin Abdul Karim Issa Γενικό Γραμματέα της Muslim World League ο θρησκευτικός ηγέτης της «γ΄ Ρώμης» τόνισε για άλλη μια φορά:

«Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί και οι Μουσουλμάνοι ανήκουν σε έναν ενιαίο ανατολικό πολιτισμό, ο οποίος στέκεται σταθερά στα δόγματα –τη βάση της ηθικής– και αντιμετωπίζει με ανησυχία τη θρησκευτική ζωή της Δύσεως».

Στη σύγχρονη παγκόσμια αντιπαράθεση μεταξύ χριστιανικών και ισλαμικών πολιτισμών, ο επικεφαλής του εκκλησιαστικού βραχίονα του «ρωσικού κόσμου» κατηγορεί, φυσικά, τους πρώτους, εφόσον ο δυτικός χριστιανισμός είναι «εξευτελιστικός. (…) Όταν οι ευσεβείς μουσουλμάνοι βλέπουν τι συμβαίνει, δεν μπορούν να το καταλάβουν. Στη Δύση δεν υπάρχει καν μια στοιχειώδης ηθική». (Βλ. εδώ)

Στις άμεσες προτεραιότητες του διαλόγου της Εκκλησίας της Ρωσίας με το Ισλάμ το Ιράν κατέχει την πρώτη θέση.

Όπως σημείωσε σε προηγούμενο σχόλιό του ο γράφων, στο Πατριαρχείο Μόσχας έχει συσταθεί μια κοινή επιτροπή «Ισλάμ – Ορθοδοξία», στην οποία συμμετέχουν μόνο οι εκπρόσωποι του Ιράν.

Σύμφωνα με τον πατριάρχη, η Επιτροπή εκφράζει, από τη μια πλευρά, την κοινή αντίθεση στην «εκκοσμίκευση του σύγχρονου κόσμου», ενώ από την άλλη, και τις κοινές προσπάθειες για την «προστασία των ηθικών αξιών».

Ο κοινός εχθρός τόσο της Εκκλησίας της Ρωσίας, όσο και του Ιράν είναι «η εμμονή στα υλικά αγαθά και στις σαρκικές απολαύσεις».

Με άλλα λόγια, απορημένε αναγνώστη της ΤΡΙΜΠΟΥΝΑΣ, ίσως στο μέλλον να γίνουμε μάρτυρες της ιδρύσεως «αστυνομίας ηθών», υπό την άοκνη καθοδήγηση των «αγιοταλάδων» της «αγίας Ρωσίας»!

Γιατί το Ιράν;

Το Ιράν είναι μια ιδιαίτερη χώρα τόσο από θρησκευτική (ο πληθυσμός του αποτελείται κατ’ εξοχήν από Σιίτες μουσουλμάνους, ενώ πάνω από το 80% των μουσουλμάνων στον υπόλοιπο κόσμο είναι Σουνίτες), όσο και από γεωπολιτική άποψη.

Ας σημειώσουμε όμως εδώ ότι, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η οποία το τελευταίο διάστημα επικρίνεται από το Πατριαρχείο Μόσχας για τις θέσεις της σχετικά με την Ρώσο-Ουκρανική σύρραξη, έχει αναπτύξει ήδη από τη δεκαετία του ’80 στενές σχέσεις με το Σουνιτικό Ισλάμ.

Το 1986, με την πρωτοβουλία και τη συμμετοχή του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β’, πραγματοποιήθηκε στην Ασίζη της Ιταλίας η πρώτη κοινή προσευχή χριστιανών, μουσουλμάνων και άλλων θρησκευτικών ηγετών, η οποία σηματοδότησε την αρχή ενός σημαντικού κινήματος στον δυτικό χριστιανικό κόσμο, γνωστού ως το «πνεύμα της Ασίζης», στο αρχικό στάδιο του οποίου συμμετείχε και η Εκκλησία της Ρωσίας.

Σήμερα το Βατικανό συμμετέχει σε έναν ουσιαστικό θεολογικό διάλογο με το κύριο πνευματικό κέντρο του Σουνιτικού Ισλάμ, το Πανεπιστήμιο Al-Azhar του Καΐρου.

Το Πατριαρχείο Μόσχας έστειλε και αυτό εκπροσώπους, αλλά η ξαφνική αντικανονική και επαίσχυντη εισβολή στο κανονικό έδαφος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας καθώς και η απότομη ψύχρανση των σχέσεων με τους Καθολικούς, οδήγησαν στην αποχώρησή του από αυτόν τον διάλογο.

Σε αυτά τα πλαίσια το Ιράν ήταν το μόνο που απέμενε ώστε το εκκλησιαστικό στέλεχος του «ρωσικού κόσμου» να μην βρεθεί απολύτως απομονωμένο στο γεωπολιτικό ιδεολογικό γίγνεσθαι της κοσμικής «γ΄ Ρώμης».

Στην εύλογη ερώτηση του μέσου αναγνώστη της ΚΑΘΕΔΡΑΣ «γιατί, βρε παιδί μου, το Ιράν», ο γράφων θα ήθελε να παρουσιάσει μια πιθανώς άγνωστη στο ευρύ κοινό πτυχή της ρωσικής φιλοσοφικής και κοινωνική σκέψεως, η οποία υπέβοσκε σε όλη την ιστορική πορεία της Ρωσίας από τον ΙΘ΄ αιώνα μέχρι σήμερα.

Πρόκειται για την λεγόμενη «ευρασιατική θεωρία», η οποία αναπτύχθηκε κυρίως στη βάση της γεωγραφικής θέσεως του ρωσικού πολιτισμού, δηλαδή του πολιτισμού της «ξηράς» (Ανατολή) και όχι της «θάλασσας» (Δύση) (βλ. π.χ.: Dugin A. G., Osnovy Geopolitiki, Gumiliov L. Ν., Etnogenez i Etnosfera, Trubetskoy N. S., Evropa i Chelovechestvo).

Ένα από τα βασικά ιδεολογήματα αυτής της θεωρίας αποτελεί η επιρροή της θετικής, σύμφωνα με την άποψη των ιδεολόγων της, πλευράς του τουρανικού στοιχείου στην ιστορία της Ρωσίας, που ήταν ιδιαίτερα αισθητή στην εποχή της Μοσχοβίτικης Ρωσίας, δηλαδή προ του Μεγάλου Πέτρου και πριν εκείνος στρέψει βιαίως τη ρωσική κοινωνία προς τη Δύση.

Την περίοδο λοιπόν της παλαιάς (μεσαιωνικής Ρωσίας), κατά την οποία η θρησκεία αποτελούσε μια «καθημερινή ομολογία», οι κρατικές ιδεολογίες, ο υλικός πολιτισμός, η τέχνη και η θρησκεία αποτελούσαν αδιαίρετα μέρη ενός ενιαίου συστήματος, ενός συστήματος που ναι μεν δεν εκφραζόταν θεωρητικά, ούτε είχε διατυπωθεί συνειδητά, αλλά παρ’ όλα αυτά ευρισκόταν στο υποσυνείδητο του καθενός και καθόριζε τη ζωή όλων, ακόμα και την ύπαρξη του ίδιου του εθνικού συνόλου, παρατηρούμε το αποτύπωμα του τουρανικού ψυχολογικού τύπου.

Σε αυτόν στηριζόταν η παλαιά (μεσαιωνική) Ρωσία και ήταν αυτός που της προσέδιδε σταθερότητα και δύναμη.

Εάν κάποιοι ξένοι παρατηρητές, αρκούμενοι σε επιφανειακές παρατηρήσεις, δεν πρόσεξαν τίποτα άλλο στην παλαιά (μεσαιωνική) Ρωσία εκτός από την υποταγή του λαού στους εκπροσώπους της τοπικής εξουσίας και στον τσάρο, τότε τα συμπεράσματά τους που αφορούσαν στην κοινωνική και πολιτική διάρθρωση της παλαιορωσικής κοινωνίας ήταν απολύτως λανθασμένα.

Η αδιαμφισβήτητη υπακοή αποτελεί τη βάση της τουρανικής κρατικής υποστάσεως, όμως όπως όλα στην τουρανική σκέψη όλοι, ακόμα και ο ίδιος ο τσάρος, θεωρούνται κατώτεροι από κάποια ανώτερη όλων αυτών αρχή, η οποία ταυτόχρονα είναι και η κατευθυντήρια βάση στη ζωή κάθε υποκειμένου.

Στην παλαιά (μεσαιωνική) Ρωσία μια τέτοια αρχή ελέγχου ήταν η ορθόδοξη πίστη, η οποία γινόταν αντιληπτή ως ένας οργανικός συνδυασμός θρησκευτικών δογμάτων και τελετουργιών με έναν ιδιαίτερο ορθόδοξο πολιτισμό, ιδιαίτερη εκδήλωση του οποίου ήταν το κρατικό σύστημα με την ιεραρχική του κλίμακα: και αυτή, δηλαδή η Ορθοδοξία, αποτελούσε την ύψιστη αρχή ακόμα και για τον ίδιο τον τσάρο.

Η ορθόδοξη πίστη στην παλαιά (μεσαιωνική) ρωσική κατανόηση αυτού του όρου, αποτελούσε ακριβώς το πλαίσιο συνειδήσεως, στο οποίο όλα ταιριάζουν από μόνα τους – η ιδιωτική ζωή, το κρατικό σύστημα, ακόμα και αυτή η ίδια η ύπαρξη του Σύμπαντος.

Και το γεγονός ότι, αυτό το πλαίσιο κοσμοαντιλήψεως δεν αποτελούσε το αντικείμενο κάποιας συνειδητής θεωρητικής σκέψεως αλλά την υποσυνείδητη βάση ολόκληρης της πνευματικής ζωής, δεν μας επιτρέπει να παραβλέψουμε κάτι ανάλογο με αυτό που ειπώθηκε παραπάνω σχετικά με την κανονική πτυχή της τουρανικής ψυχής.

Ακόμη και αν η ίδια η Ορθοδοξία προσλήφθηκε από τους Ρώσους όχι από τους Τουρανούς αλλά από το Βυζάντιο, ακόμη και αν στη ρωσική εθνική συνείδηση ήταν άμεσα αντίθετη με τον λαό των Τατάρων (Τουρανών), τελικά η στάση του ρωσικού λαού απέναντι στην ορθόδοξη πίστη και ο ρόλος που έπαιξε αυτή η πίστη στη ζωή του βασίστηκαν ως ένα βαθμό στην τουρανική ψυχολογία.

Ακριβώς λόγω αυτών των ιδιαίτερων ψυχολογικών χαρακτηριστικών του, ο παλαιός (μεσαιωνικός) Ρώσος δεν ήξερε πώς να διαχωρίσει την πίστη από τον τρόπο ζωής ή πώς να απομονώσει συνειδητά τα μη ουσιώδη στοιχεία από τις εκδηλώσεις της θρησκείας, για αυτό και αποδείχθηκε τόσο αδύναμος θεολογικά όταν συνάντησε τους Έλληνες.

Αυτή η ψυχολογική διαφορά μεταξύ της ρωσικής και της ελληνικής προσεγγίσεως της πίστεως και της τελετουργίας, η οποία εκδηλώθηκε τόσο ξεκάθαρα την εποχή του Σχίσματος, ήταν η συνέπεια του γεγονότος ότι αυτά τα εθνοψυχολογικά στοιχεία, εντελώς ξένα προς το Βυζάντιο, ήταν βαθιά ριζωμένα στον παλαιό (μεσαιωνικό) ρωσικό εθνικό χαρακτήρα (γ΄ Ρώμη).

Αν όμως στη Μοσχοβίτικη Ρωσία η κρατική υπόσταση και η κρατική ιδέα προσέλαβαν ένα χριστιανικό θρησκευτικό περιεχόμενο και συνδέθηκαν ιδεολογικά με τις βυζαντινές παραδόσεις, τότε τίθεται το εξής ερώτημα: άραγε δεν συνέβη ταυτόχρονα και το αντίθετο, ότι δηλαδή η τουρανική ψυχή διείσδυσε στη ρωσική ερμηνεία της ίδιας της Ορθοδοξίας;

Οι Μοσχοβίτες Ρως, παρά τη δύναμη και την ένταση του θρησκευτικού τους ζήλου, που καθόρισε όχι μόνο την ύπαρξη της Ορθοδοξίας αλλά και την έκφρασή της, δεν παρήγαγαν ούτε έναν ορθόδοξο θεολόγο, όπως οι Τούρκοι δεν έδωσαν ούτε έναν μουσουλμάνο θεολόγο, αν και ήταν πάντα πιο ευσεβείς από τους Άραβες.

Μπορούμε να πούμε ότι σε αυτό το σημείο έχουμε ενώπιόν μας τα γενικά χαρακτηριστικά της θρησκευτικής ψυχολογίας: το δόγμα της πίστεως θεωρείται ως το κύριο υπόβαθρο του εσωτερικού (πνευματικού) και του εξωτερικού βίου και όχι ως ένα θέμα φιλοσοφικού διαλογισμού.

Αντί λοιπόν να δημιουργηθεί στην παλαιά (μεσαιωνική) Ρωσία ένα συνειδητά μελετημένο και λεπτομερές θεολογικό σύστημα, διαμορφώθηκε ένα «υποσυνείδητο φιλοσοφικό σύστημα», το οποίο δεν εκφράστηκε με λόγια, ήταν αρμονικό παρά την τυπική άγνοιά του και εκφράσθηκε όχι σε θεολογικές πραγματείες αλλά σε ολόκληρο τον τρόπο ζωής που στηρίχθηκε σε αυτό.

Με αυτόν τον τρόπο η ρωσική θρησκευτικότητα, παρά τη δογματική της ταυτότητα με αυτήν, διέφερε από την ελληνική και προσέγγισε την τουρανική, με την οποία βεβαίως δεν υπήρχε και ούτε μπορούσε εκ των πραγμάτων να υπάρξει κάποια δογματική ομοιότητα.

Έτσι, η επιλογή του Ιράν εκτός από γεωπολιτικού αλλά και ως θεολογικού εταίρου στα πλαίσια μιας εκ νέου προσεγγίσεως των «πολιτισμών της ξηράς», επιβληθείσης, ως ένα βαθμό, αυταρχικά από τα γεωπολιτικά συμφέροντα του «αυθέντη», αποτελεί συνάμα και μια ιδεολογικά συνειδητή επιλογή, απολύτως ακατανόητης για την, ούτως ειπείν, ευρωπαϊκή πολιτική σκέψη.

Μπορεί μεν το Ιράν να μην περιλαμβάνεται μεταξύ των τουρανικών επιρροών του ρωσικού πολιτισμού, εντούτοις η κοινωνική του δομή και ο τρόπος διακυβερνήσεως ικανοποιεί απολύτως όχι μόνο τις γεωπολιτικές επιδιώξεις του Κρεμλίνου, αλλά ταυτόχρονα προσφέρει ένα εύφορο έδαφος για την ανάπτυξη του σύγχρονου ρωσικού εκκλησιαστικού μεγαλοϊδεατισμού ή αν προτιμάτε ενός αναπαλαιωμένου εθνικισμού.

Πρόκειται ουσιαστικά για την επικράτηση των σλαβόφιλων με πάμπολλες όμως… υποσημειώσεις.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η δήλωση του Ρώσου Προέδρου, την οποία επανέλαβε και ο θρησκευτικός ηγέτης της «γ΄ Ρώμης», ότι δηλαδή η Ρωσία αισθάνεται πλησιέστερα προς το Ισλάμ παρά προς την ανήθικη Δύση, μπορεί εύκολα να ερμηνευθεί στα πλαίσια της θεωρίας περί της τουρανικής επιρροής στην εξέλιξη της ρωσικής πνευματικότητας.

Υπό αυτή την έννοια –και σύμφωνα με την προσωπική και συνεπώς απόλυτα υποκειμενική άποψη του υπογράφοντος το παρόν πόνημα– η έννοια του «ρωσικού κόσμου» θα πρέπει πλέον να προσεγγίζεται διαφορετικά από ότι συνήθως συνέβαινε στο παρελθόν.

Ίσως δε θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτή έχει αρχίσει να φθείρεται μετά την παταγώδη αποτυχία των προσπαθειών επιβολής της στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες και σήμερα βλέπουμε να διαμορφώνεται ένα ιδιόμορφο εθνικιστικό πρότυπο, το οποίο αποκηρύσσει μετά βδελυγμίας τις δυτικές επιρροές στην ιστορική εξέλιξη του Ρωσικού κράτους.

Από αυτή την άποψη η ιδέα του «ρωσικού κόσμου», η οποία περιλάμβανε ως ένα σημείο και τη Δύση, μάλλον θα εγκαταλειφθεί προς όφελος ενός νέου γεωπολιτικού ιδεολογήματος, προσανατολισμένου κυρίως στην εγγύς και μακράν Ανατολή.

Με άλλα λόγια, στα συγχυσμένα μυαλά των στενών συνεργατών του πατριάρχου Κυρίλλου, η εξουσία αποκτά σήμερα μια «ιερή διάσταση».

Και όπως χαρακτηριστικά λέει ο εφημέριος του ρωσικού ναού στη Μαδρίτη, π. Αντρέι Κορντότσκιν:

«Η ιδανική Ρωσία, η οποία βασίζεται στις «παραδοσιακές αξίες» είναι το ορθόδοξο Ιράν.

»Σε αυτό το παράδειγμα, ο αρχηγός του κράτους δεν είναι απλώς ένας διαχειριστής, αλλά ένας αγιατολάχ που ερμηνεύει ανεξάρτητα πνευματικά θέματα, ενώ η εκκλησία ενεργεί ως αναμεταδότης.

»Γι’ αυτό είπε (σ.σ. ο Ρώσος πρόεδρος) ότι η Ορθοδοξία ευρίσκεται πιο κοντά στο Ισλάμ παρά στον Καθολικισμό.

»Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αναφέρθηκε στην βασική αρχή των μουσουλμάνων shaheed: «Εμείς, ως μάρτυρες, θα πάμε στον ουρανό ενώ οι άλλοι απλά θα ψοφήσουν». (Βλ. εδώ)

Ο υπογράφων το παρόν πόνημα είναι απόλυτα πεπεισμένος ότι, όλες αυτές οι ιδεολογικές ασυναρτησίες θα επιβιώνουν για όσο διάστημα τα οικονομικά συμφέροντα της «αγίας Ρωσίας» έχουν έναν σαφέστατο ανατολικό προσανατολισμό.

Μετά, αφού δηλαδή η Ανατολή θα ικανοποιήσει τις οικονομικές ανάγκες της «γ΄ Ρώμης», η Δύση θα ξαναγίνει ο καλός γείτονας και το Πατριαρχείο Μόσχας θα υποχρεωθεί να ανασκευάσει τις τωρινές ιδεολογικές του συγχύσεις, οι οποίες βεβαίως ουδεμία σχέση έχουν με τον Χριστιανισμό.

Όπως λέει και μια αρχαία αραβική παροιμία: «τα σκυλιά αλυχτούν αλλά το καραβάνι προχωρά»

  • Απειλές και ευκαιρίες για την Ελλάδα έπειτα από την πτώση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία
    Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος
    Η 8η Δεκεμβρίου 2024 ανέτειλε με μια ιστορικής σημασίας εξέλιξη για τη Συρία και τη Μέση Ανατολή γενικότερα. Οι δυνάμεις των Σύρων ανταρτών σε συνεργασία με άτακτες ομάδες διωκόμενων του Άσαντ και Τζιχαντιστών, κατέλαβαν τη Δαμασκό ανατρέποντας το καθεστώς Άσαντ (που...
  • Η γεωπολιτική απληστία της ρωσικής Εκκλησίας
    Ανεξάρτητος Αρθρογράφος
    «Ch'hai di nuovo, buffon? Che dell'usato Più noioso voi siete.» G. Verdi, RIGOLETTO, ATTO PRIMO Διαβάζοντας στην ιστοσελίδα του Τμήματος Εξωτερικών κλπ. του Πατριαρχείου Μόσχας την συνέντευξη του μητροπολίτου Τσερκάσι και Κάνεφ Θεοδοσίου της επαρχίας της Εκκλησίας της Ρωσίας στην Ουκρανία (περισσότερο γνωστής ως...
  • Για την Εξουσία και την Εθνική Κυριαρχία
    Νομικός, Ύπατος Μεγάλος Ταξιάρχης του Υπάτου Συμβουλίου του 33° του ΑΑΣΤ για την Ελλάδα
    Η περίοδος των Χριστουγέννων προσφέρει πάντοτε αφορμές για περισυλλογή. Πέρα από τις συνήθεις εορταστικές παραδόσεις –τη γαλοπούλα, τα δώρα, τις μελωδίες– η ουσία των ημερών μάς καλεί να σκεφτούμε βαθύτερα. Θέματα όπως η εξουσία, η δολιότητα και η σωτηρία αναδύονται μέσα...